Σε μια συγκυρία όπου το… debate αναφορικά με τις επιλογές που έχει στη «φαρέτρα» του ένας επενδυτής είναι στο φόρτε του, καθώς υπάρχουν τεκτονικές αλλαγές παγκόσμια εν μέσω μεγάλης ρευστότητας, πρωτοφανούς ανθεκτικότητας στα ιστορικά υψηλά των αγορών, γεωστρατηγικών ρίσκων και πολλών άλλων παραμέτρων που επηρεάζουν όλο το επενδυτικό οικοσύστημα, η μερισματική πολιτική παραμένει ένας αξιόπιστος και σταθερός μπούσουλας για τους επενδυτές.

Μετά το «κάψιμο» της επενδυτικής γενιάς του ’99 όπου βασίλευε το στρεβλό κυνηγητό αποδόσεων που παρέπεμπαν σε… καζίνο, όλα τα τελευταία χρόνια και ειδικά από το 2010 και μετά, η μερισματική πολιτική και ευρύτερα οι κεφαλαιακές διανομές από την πλευρά των εισηγμένων, έχουν διαφοροποιήσει σημαντικά την επικρατούσα κουλτούρα στο Χ.Α.

Υπάρχει μια κατηγορία μετοχών που με συνέπεια όλα τα τελευταία χρόνια κάνει κεφαλαιακές διανομές, είτε με τη μορφή μερισμάτων είτε με τη μορφή επιστροφής κεφαλαίου, αλλάζοντας τη «σχέση» με τον επενδυτή, συγκριτικά με τα χρόνια της επενδυτικής φούσκας.

Από το 2010 έως το 2020 περίπου 50-60 εταιρείες εισηγμένες στο Χ.Α. είχαν συνεπή μερισματική απόδοση σχεδόν κάθε χρόνο, «γυρνώντας» στους μετόχους από 1 έως 1,5 δισ. ευρώ ετησίως. Μάλιστα, κάποιες εταιρείες που δεν ξεπερνούν τις 15 (μαζί με την Τράπεζα Ελλάδος), δίνουν με συνέπεια από το 2010 έως σήμερα είτε μέρισμα είτε επιστροφή κεφαλαίου.

Κυριότερες εκπρόσωποι αυτής της κατηγορίας είναι οι Coca Cola HBC, Motor Oil, ΟΠΑΠ, ΕΧΑΕ, Τέρνα Ενεργειακή, ΟΛΘ, Τράπεζα Ελλάδος, Καρέλιας, Πλαίσιο Computers, ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ, Κανάκης και ΕΛΒΕ Ενδυμάτων. Επίσης, υπάρχουν και κάποιες άλλες που τα τελευταία 13 χρόνια, μόνο σε μια χρήση δεν «γύρισαν» κεφάλαια στους μετόχους τους.

Παραδοσιακά, διεθνώς η μερισματική πολιτική μιας επιχείρησης είναι ένας εξαιρετικά σοβαρός καταλύτης επένδυσης, ενώ και στην Ελλάδα ολοένα και περισσότεροι επενδυτές μπήκαν σε αυτή την… κουλτούρα, που ασφαλώς δεν υπόσχεται κέρδη της σχολής του ’99, αλλά αρκετά καλύτερα από κάθε άλλη πηγή επένδυσης…

Χρηματιστήριο-Κλείσιμο: Άνοδος 0,47%, νέο υψηλό 9 ετών

Σε πολυετή υψηλά οι διανομές μερισμάτων από τις εισηγμένες

Ξεπέρασε τα 9 δισ. ευρώ η καθαρή κερδοφορία των 25 εταιρειών της μεγάλης κεφαλαιοποίησης του ελληνικού χρηματιστηρίου στη χρήση του 2023, πετυχαίνοντας την καλύτερη επίδοση των τελευταίων 17 ετών, μετά το 2007 που ήταν η καλύτερη χρήση όλων των εποχών.

Το σύνολο της καθαρής κερδοφορίας των 25 εταιρειών που απαρτίζουν τον Large Cap έφτασε στα 9,140 δισ. ευρώ το 2023, ξεπερνώντας κατά 4,23% την επίδοση του 2022 που ήταν στα 8,769 δισ. ευρώ. Στην κορυφή των κερδών βρίσκουμε την Τράπεζα Eurobank με 1,140 δισ. ευρώ έναντι 1,347 δισ. ευρώ το 2022 (-15,40%), ακολουθούμενη από την Εθνική που παρουσίασε καθαρά κέρδη 1,106 δισ. από 1,120 δισ. ευρώ το 2022 (-1%).

Στο σύνολο του Χ.Α., τα κέρδη των εισηγμένων ξεπέρασαν την επίδοση του 2022 που ήταν στα 10,4 δισ. ευρώ, καθώς το 2023 η καθαρή κερδοφορία υπερέβη τα 10,5 δισ. ευρώ, καθιστώντας την περυσινή χρήση την καλύτερη από το 2007.

Συνάμα, οι χρηματοοικονομικές διανομές εκτιμάται ότι θα προσεγγίσουν ή και θα ξεπεράσουν τα 4 δισ. ευρώ, επιστρέφοντας το υψηλότερο ποσό από το 2008 (4,49 δισ. ευρώ) και το 2007 (5,42 δισ. ευρώ), ενώ στο «χάρτη» των μερισμάτων εισήλθαν και οι τράπεζες, μετά από 16 άγονα χρόνια. Θυμίζουμε πως πέρυσι, οι εισηγμένες είχαν γυρίσει στους μετόχους 2,95 δισ. ευρώ ως κεφαλαιακές διανομές για τη χρήση του 2022.

Αναθεωρούν τους στόχους κερδοφορίας για το 2024 οι Τράπεζες – Τα σημεία κλειδιά και τα business plans των τραπεζών – Η αλλαγή στάσης της ΕΚΤ και οι «λιμνάζουσες» καταθέσεις «εκτοξεύουν» τα φετινά καθαρά κέρδη – Την αρχή έκανε η Τράπεζα Πειραιώς και ακολουθούν οι υπόλοιπες τράπεζες

Η επιστροφή των τραπεζών

Για πρώτη φορά από τη χρήση του 2008 οι ελληνικές τράπεζες θα διανείμουν μερίσματα εντός του Ιουλίου. Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες θα διανείμουν μερίσματα που ανέρχονται στο ύψος των 814 εκατ. ευρώ.

Η έγκριση για διαμονή μερίσματος επισφραγίζει την επιστροφή των ελληνικών τραπεζών στην κανονικότητα, μετά από μια 15ετία που πέρασαν δια πυρός και σιδήρου, με ανακεφαλαιοποιήσεις, μπαράζ reverse split, capital controls και αλλαγή όλου του τραπεζικού «χάρτη» με το κλείσιμο εκατοντάδων καταστημάτων.

H Eurobank θα δώσει συνολικό μέρισμα 342 εκατ. ευρώ ή 0,0933 ευρώ ανά μετοχή, η Εθνική 332 εκατ. ευρώ (0,36 ευρώ ανά μετοχή), η Πειραιώς θα καταβάλει συνολικό μέρισμα 79 εκατ. ευρώ (0,063 ευρώ ανά μετοχή) και η Alpha Bank 61 εκατ. ευρώ (0,026 ευρώ ανά μετοχή).

Συνολικά, περίπου το ήμισυ των εισηγμένων, ήτοι 74 εταιρείες θα δώσουν μέρισμα ή θα κάνουν επιστροφή κεφαλαίου φέτος, για τη χρήση του 2023. Με 4 δισ. ευρώ κεφάλαια επιστροφής στους μετόχους, η μερισματική απόδοση του ΧΑ διαμορφώνεται πλησίον του 4%, που σημαίνει ότι ξεπερνά κατά πολύ τα επιτόκια καταθέσεων στις τράπεζες καθώς και άλλες παρόμοιου τύπου συμβατικές «επενδύσεις».

Ο Δείκτης μερισματικής απόδοσης που δημιούργησε το Χ.Α.

Αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα για έναν δείκτη που θα «καθρεφτίζει» τις καλύτερες μερισματικές πολιτικές των εισηγμένων, το ελληνικό χρηματιστήριο καθιέρωσε εδώ και μια 4ετία, από το Μάρτιο του 2020, Δείκτη υψηλής μερισματικής απόδοσης, κατά τα πρότυπα διεθνών, ανεπτυγμένων αγορών.

Στόχος ήταν ένα επιπλέον εργαλείο στη φαρέτρα των επενδυτών ώστε να μπορούν να έχουν καθαρότερη εικόνα για τις επιλογές τους. Ο εν λόγω δείκτης παρακολουθεί μερισματικές αποδόσεις, επιστροφές κεφαλαίων και κάθε είδους χρηματικές διανομές από τις εισηγμένες.

Είναι ένας δείκτης που έλειπε από την εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά, καθώς σε αρκετές διεθνείς αγορές υπάρχει, ενώ ήρθε να «κουμπώσει» με τους άλλους δύο (θεματικούς) δείκτες που δημιούργησε πέρυσι το Χ.Α. που είναι ο δείκτης θεμελιωδών μεγεθών και ο δείκτης εξωστρέφειας.

Ο δείκτης υψηλής μερισματικής απόδοσης στοχεύει να βοηθά τους επενδυτές που θέλουν μια σταθερή απόδοση χωρίς εξάρσεις και εξαλλοσύνες με μειωμένο ρίσκο παράλληλα. Άλλωστε, όπως μαρτυρούν τα στοιχεία, αν υπήρχε δείκτης χρηματικών διανομών (μερίσματα, επιστροφές κεφαλαίου κ.λπ.) την τελευταία 10ετία, αυτός θα υπεραπέδιδε έναντι της υπόλοιπης αγοράς και του Γενικού Δείκτη.

Διαβάστε ακόμη