Επανεκκίνηση του ελληνικού σιδηροδρόμου σε συνθήκες απόλυτης ασφάλειας σχεδιάζει η κυβέρνηση, μετά το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη.
Τα τρένα θα ξαναμπούν στις ράγες πριν ολοκληρωθούν τα έργα εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης του ελληνικού σιδηροδρόμου, με μειωμένο μεταφορικό έργο, με ικανό αριθμό σταθμαρχών (δύο ανά σταθμό), αλλά και με ενίσχυση του προσωπικού και μεγαλύτερο συντονισμό μεταξύ των υπηρεσιών και της εταιρείας που λειτουργεί τον σιδηρόδρομο (Hellenic Train).
Την Τετάρτη, στη συνέντευξη Τύπου για την επόμενη μέρα, ο υπουργός Επικρατείας, κ. Γιώργος Γεραπετρίτης, ο οποίος έχει αναλάβει και το χαρτοφυλάκιο του υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, απέφυγε να δώσει σαφές χρονοδιάγραμμα, προσδιόρισε όμως τον χρόνο προς τα τέλη Μαρτίου.
«Ίσως να ακούγεται πολυτελές όταν έχουμε θρηνήσει τόσες ανθρώπινες ζωές. Είναι σημαντικό, όμως, ο σιδηρόδρομος να ξεκινήσει εκ νέου, αλλά και να στηρίξουμε την εμπιστοσύνη του κοινού απέναντι στο μέσο, που είναι λαϊκό και οικονομικότερο», τόνισε και πρόσθεσε τον κίνδυνο λεηλασιών και δολιοφθορών που διατρέχει ένα δίκτυο χωρίς την κυκλοφορία των συρμών.
Λιγότεροι σταθμοί – Λιγότεροι συρμοί
Αυτό, όπως είπε, θα φέρει και μείωση στο μεταφορικό έργο, το οποίο «σημαίνει μείωση συρμών ή μείωση σταθμών που θα σταματά το τρένο. Θα το δούμε με τις διοικήσεις και τους εργαζομένους. Αυτό που είναι βέβαιο είναι πως πρώτον, δεν πρόκειται να ξεκινήσει κανένα τρένο χωρίς τις πρόσθετες δικλείδες ασφαλείας και δεύτερο, θα γίνει με απόλυτο συντονισμό όλων των φορέων».
Σε λειτουργικό επίπεδο, σύμφωνα με πληροφορίες, οι γραμμές στο σημείο του τραγικού δυστυχήματος έχουν καθαριστεί και αυτό που απομένει να γίνει μέσα στις επόμενες ημέρες για να είναι έτοιμες να δοθούν στην κυκλοφορία, είναι ορισμένες εργασίες στην ηλεκτροδότηση.
Πάντως, ακόμη δεν έχει καθοριστεί το ποια δρομολόγια και ποια τμήματα του σιδηροδρόμου θα λειτουργήσουν άμεσα. Ερωτηθείς από την «Κ» ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε ότι «ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί το σχέδιο, καθώς θα ακολουθήσουν συζητήσεις με τους εργαζόμενους και την Hellenic Train. Θα έχουμε μια αύξηση της παρουσίας του προσωπικού και πιθανότατα μία μείωση του έργου. Αυτό θα γίνει σύμμετρα. Δεν θέλουμε να αποψιλώσουμε τις γραμμές που είναι λειτουργικές και αναγκαίες».
Αναβάθμιση των υποδομών
Σε ό,τι αφορά την επόμενη ημέρα των σιδηροδρόμων οι προσπάθειες θα επικεντρωθούν στα δύο μεγάλα προβλήματα, αυτά των υποδομών και του προσωπικού. Στο επίκεντρο βρίσκεται η ολοκλήρωση των έργων αναβάθμισης της σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης στο σιδηροδρομικό δίκτυο, και κυρίως του έργου που αφορά την διαβόητη πλέον σύμβαση 717 της ΕΡΓΟΣΕ. Στόχος είναι να λειτουργήσει η σηματοδότηση σε όλο το φάσμα του δικτύου και να υπάρξει καθολική λειτουργία τηλεδιοίκησης που όπως παραδέχθηκε και ο κ. Γεραπετρίτης αν υπήρχε «κατά πάσα πιθανότητα το δυστύχημα δεν θα είχε συμβεί».
Στο πλαίσιο αυτό, σημείωσε ο υπουργός, θα γίνουν όλες οι αναγκαίες ενέργειες, ώστε να προχωρήσει με ταχύτατους ρυθμούς. Πρόσθεσε πως έχει ήδη υπάρξει επικοινωνία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον διευθύνοντα σύμβουλο του γαλλικού ομίλου Alstom για να γίνει ό,τι μπορεί να γίνει για την επίσπευση των διαδικασιών.
Όπως είπε ο κ. Γεραπετρίτης σήμερα έχει παραδοθεί το 70% της σύμβασης και γίνεται προσπάθεια να παραδοθεί και το υπόλοιπο 30% εντός του έτους. Ειδικότερα, η σύμβαση για σηματοδότηση και τηλεδιοίκηση, προέβλεπε 52 σταθμούς και τρία κέντρα τηλεδιοίκησης. Το 2017, είχαν παραδοθεί 17 σταθμοί, περίπου το 32% του έργου. Όμως στη συνέχεια κρίθηκαν αναγκαία πρόσθετα έργα που ανέτρεψαν όλο το έργο στους μισούς από αυτούς. Το 15% από το 32% έπρεπε να ξαναγίνει, γιατί τα συστήματα δεν έβλεπαν το ένα το άλλο. Δεν είχε παραδοθεί κανένα κέντρο τηλεδιοίκησης. Σήμερα, σύμφωνα με τον κ. Γεραπετρίτη, έχουν παραδοθεί ένα κέντρο τηλεδιοίκησης και 36 από τους 52 σταθμούς.
Αξίζει, παντως, να σημειωθεί πως σύμφωνα με εκτιμήσεις παραγόντων της σιδηροδρομικής αγοράς μετά από την παράδοση των έργων θα πρέπει να πραγματοποιηθούν και οι απαραίτητες δοκιμές, το οποίο σημαίνει πως θα χρειαστούν κάποιοι επιπλέον μήνες για να μπουν σε κανονική λειτουργία τα νέα συστήματα.
Η έλλειψη και η εκπαίδευση προσωπικού
Ένα ακόμη ζήτημα που πρέπει να λυθεί μεσομακροπρόθεσμα είναι αυτό της υποστελέχωσης του ΟΣΕ, ο οποίος τα χρόνια της κρίσης και των μνημονίων στέρεψε από ανθρώπινο δυναμικό λόγω μετατάξεων, περιορισμένων νέων προσλήψεων και συνταξιοδότησης του προσωπικού.
Σήμερα οι εργαζόμενοι στον ΟΣΕ είναι περίπου 720, σε αυτούς έχουν προστεθεί και 200 άτομα που απασχολούνται με δελτίο παροχής υπηρεσιών (69 κλειδούχοι, 73 σταθμάρχες και 58 τεχνικοί) και έχουν δρομολογηθεί άλλες 217 προσλήψεις (117 θέσεις εργασίας προκηρύχθηκαν το 2021 εκ των οποίων 36 σταθμάρχες και ακόμη 100 το 2022). Στις σχετικές προκηρύξεις του ΟΣΕ είχαν υποβληθεί 11.000 αιτήσεις.
Αυτό πρακτικά σημαίνει πως μέσα στους επόμενους μήνες το προσωπικό του διαχειριστή της υποδομής θα ξεπεράσει τα 1.100 άτομα. Την ίδια ώρα, όμως, οι εργαζόμενοι του οργανισμού σημειώνουν ότι για την εύρυθμη λειτουργία του δικτύου απαιτούνται τουλάχιστον 1.400 άτομα.
Ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε πως «θα υπάρξουν προσλήψεις και θα μελετηθεί εκ νέου το σύστημα προσλήψεων και εκπαίδευσης», χωρίς ωστόσο να δώσει συγκεκριμένους αριθμούς. Ειδικά για το θέμα της εκπαίδευσης των σταθμαρχών και των κλειδούχων σημείωσε πως το πλαίσιο καθορίζεται από την ΕΕ είναι «αυστηρό με θεωρητική και πρακτική άσκηση έξι και πλέον μηνών, με καθημερινή εξαήμερη παρουσία και πρακτική στο πεδίο» και πρόσθεσε ότι η εκπαίδευση έχει και ιατρικές δοκιμασίες και ψυχομετρικά τεστ.
Αξίζει να σημειωθεί πως ειδικά για τους σταθμάρχες, μεταξύ άλλων, διενεργούνται δοκιμασίες για τον έλεγχο του προσανατολισμού και αναγνώρισης της κατεύθυνσης των συρμών ή τον έλεγχο των αντιδράσεων των υποψηφίων σε συνθήκες πίεσης, ή ακόμη και της καταμέτρησης των βαγονιών σε αμαξοστοιχίες. Πέρα από τη θεωρητική εκπαίδευση που διενεργείται από το ΚΕΚ του ΟΣΕ, που εκπαιδεύει και πιστοποιεί και τους μηχανοδηγούς, πραγματοποιείται και πρακτική άσκηση σε σιδηροδρομικούς σταθμούς.
Ο υπουργός Επικρατείας σημείωσε πως το σύστημα της εκπαίδευσης των σταθμαρχών και των κλειδούχων θα επανεξεταστεί, καθώς μεταξύ άλλων θα πρέπει να ενισχυθούν και οι τεχνικές δεξιότητες λόγω της λειτουργίας των νέων συστημάτων τηλεδιοίκησης και σηματοδότησης. Υπογράμμισε ακόμη πως όλοι οι εργαζόμενοι του ΟΣΕ, ανεξαρτήτως σχέσης εργασίας, περνούν την ίδια εκπαίδευση.
Ακόμη, ο κ. Γεραπετρίτης προανήγγειλε αυστηρότερο πλαίσιο για τις δολιοφθορές, τις κλοπές και τις καταστροφές στο σιδηροδρομικό δίκτυο, ενώ σημείωσε πως μετά την επανεκκίνηση του σιδηροδρόμου στο επίκεντρο θα βρεθούν όλα τα ζητήματα ασφάλειας των συγκοινωνιών και των μεταφορών.