Σε bear market βυθίστηκαν οι αγορές ομολόγων, για πρώτη φορά εδώ και μία γενιά, καθώς οι κεντρικές τράπεζες εμφανίζονται αποφασισμένες να αντιμετωπίσουν τον πληθωρισμό, έστω και εάν αυτό σημαίνει να ρίξουν τις οικονομίες σε ύφεση.
Ο δείκτης Bloomberg Global Aggregate Total Return Index που παρακολουθεί τα κρατικά ομόλογα και τα εταιρικά ομόλογα επενδυτικής βαθμίδας έχει σημειώσει πτώση άνω του 20% από τα υψηλά του 2021. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη πτώση του δείκτη από τη δημιουργία του, το 1990.
Η εκτίναξη του πληθωρισμού και οι επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων με τις οποίες απαντούν οι policymakers δίνουν τέλος σε ένα bull market των ομολόγων που κράτησε τέσσερις δεκαετίες. Το αποτέλεσμα είναι ένα πολύ δύσκολο περιβάλλον για τους επενδυτές, καθώς ομόλογα αλλά και μετοχές υποχωρούν ταυτόχρονα.
«Υποψιάζομαι ότι το bull market των ομολόγων που ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του 1980 τελειώνει. Οι αποδόσεις δεν θα επιστρέψουν στα ιστορικά χαμηλά που είδαμε πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της πανδημίας», λέει στο Bloomberg ο Stephen Miller της GSFM.
Ο δείκτης ομολόγων του Bloomberg σημειώνει απώλειες 16% από τις αρχές του 2022, ενώ τα διεθνή χρηματιστήρια εμφανίζουν ακόμα μεγαλύτερη πτώση.
Αυτό σημαίνει ότι ένα κλασικό χαρτοφυλάκιο 60/40 (που δηλαδή επενδύει 60% σε μετοχές και 40% σε ομόλογα) σημειώνει απώλειες 15% φέτος, στη χειρότερη επίδοση από το 2008.
«Βρισκόμαστε σε ένα νέο επενδυτικό περιβάλλον και αυτό είναι πολύ μεγάλο ζήτημα για εκείνους που ποντάρουν στα ομόλογα να διαφοροποιήσουν το ρίσκο τους από τις μετοχές» λέει η Kellie Wood, της Schroders.
Τα ευρωπαϊκά ομόλογα έχουν δεχθεί το μεγαλύτερο πλήγμα, λόγω της ενεργειακής κρίσης.
Από πολλές απόψεις, η οικονομική πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν τώρα οι επενδυτές παραπέμπει στο bear market των ομολόγων της δεκαετίας του 1960, το οποίο ξεκίνησε το δεύτερο μισό εκείνης της δεκαετίας, όταν μια περίοδος χαμηλού πληθωρισμού και ανεργίας έφτασε ξαφνικά στο τέλος της. Καθώς ο πληθωρισμός επιταχύνθηκε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, οι αποδόσεις των ομολόγων αυξήθηκαν. Αργότερα έφτασαν σχεδόν το 16% το 1981, αφού ο τότε πρόεδρος της Fed Paul Volcker είχε αυξήσει τα επιτόκια στο 20% για να τιθασεύσει τις τιμές.