Η Ελλάδα ξεχωρίζει στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, σύμφωνα με τους αναλυτές της Scope Ratings.
O δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών της ΕΕ παρέμεινε σταθερός σε χαμηλό επίπεδο 1,86% το δεύτερο τρίμηνο, παρά την αύξηση των συνολικών μη εξυπηρετούμενων δανείων σε 373,4 δισ. ευρώ, γεγονός που αντανακλά την υποκείμενη αύξηση του όγκου.
Η Ελλάδα, αλλά και η Πολωνία, είναι από τις χώρες που ξεχώρισε θετικά, με τις ελληνικές τράπεζες να συνεχίζουν τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους, αν και οι δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων στις χώρες αυτές παραμένουν υψηλότεροι από τον μέσο όρο της ΕΕ
“Αναμένουμε ότι η μέτρια επιδείνωση της ποιότητας του ενεργητικού θα συνεχιστεί τα επόμενα τρίμηνα, λόγω της αδυναμίας του εταιρικού τομέα. Ταυτόχρονα, η μέτρια ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης και η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής θα αμβλύνουν πιθανότατα την όποια επιδείνωση, περιορίζοντας τους καθοδικούς κινδύνους για το πιστωτικό προφίλ των τραπεζών”, δήλωσε η Tatiana Fomenko, αναλύτρια στην ομάδα χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της Scope.
Οι τριμηνιαίες αυξήσεις των δεικτών μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ολλανδία, τη Γερμανία, τη Φινλανδία και τη Γαλλία αντισταθμίστηκαν από τις μειώσεις στις περιφερειακές χώρες της ζώνης του ευρώ. Τα εταιρικά μη εξυπηρετούμενα δάνεια επιταχύνθηκαν στη Γερμανία και την Ολλανδία, ενώ έδειξαν σημάδια ανάκαμψης στην Ισπανία. Δεν υπήρξε γενικευμένη επιδείνωση των δεικτών μη εξυπηρετούμενων δανείων σε όλους τους επιχειρηματικούς κλάδους. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στον τομέα της ακίνητης περιουσίας, που αποτελεί το μεγαλύτερο μερίδιο των δανειακών χαρτοφυλακίων της ΕΕ, παρουσίασαν οριακή άνοδο από 2,6% σε 2,7%.
Σύμφωνα με τη Scope, οι κατασκευές παρέμειναν σταθερές στο 6,3%. Στο λιανικό εμπόριο, η βελτίωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων προήλθε κυρίως από την Ισπανία, αν και ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων νοικοκυριών της Ισπανίας, με 3,74%, παραμένει ο υψηλότερος μεταξύ των μεγάλων οικονομιών της ΕΕ/ΕΟΧ. Τα δάνεια σταδίου 2 σε επίπεδο ΕΕ βελτιώθηκαν οριακά στο 9,3% το β’ τρίμηνο (9,6% στο τέλος του 2023), αντανακλώντας θετικές εξελίξεις στις περισσότερες χώρες. Ωστόσο, στη Γερμανία ο δείκτης αυξήθηκε κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες σε 12,8%.
“Η ελαφρά βελτίωση του κόστους κινδύνου σε επίπεδο ΕΕ αντανακλά δύο βασικές δυναμικές: μικρές αυξήσεις σε τριμηνιαία βάση στην Ιταλία και τις Κάτω Χώρες και χαμηλότερες καθαρές προβλέψεις κινδύνου στη Δανία, τη Γερμανία, την Ισπανία και τη Γαλλία. Ωστόσο, το γερμανικό, το γαλλικό και το αυστριακό κόστος κινδύνου παραμένει σημαντικά πάνω από τα ιστορικά πρότυπα”, κατέληξε η Fomenko.