search

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Πώς η νομισματική πολιτική επηρεάζει την αγορά εργασίας και το μισθολογικό κόστος;

Ο υψηλός πληθωρισμός έχει οδηγήσει σε επιβράδυνση τις οικονομίες, ενώ οι αγορές εργασίας παραμένουν «σφιχτές»

Πώς η νομισματική πολιτική επηρεάζει την αγορά εργασίας και το μισθολογικό κόστος;

Αντιμέτωπες με τον κίνδυνο ενός παρατεταμένου και επίμονα υψηλού πληθωρισμού, οι κεντρικές τράπεζες προχώρησαν σε διαδοχικές αυξήσεις των επιτοκίων τους το 2022, με στόχο τον περιορισμό των πληθωριστικών πιέσεων. Η ταχύτητα αύξησης και το ανώτατο όριο των βασικών επιτοκίων θα εξαρτηθεί από την πορεία της κάθε οικονομίας.

Σύμφωνα με σχετική ανάλυση της τράπεζας Alpha Bank, για την επίτευξη των στόχων του πληθωρισμού, οι κεντρικές τράπεζες δίνουν ιδιαίτερη προσοχή, μεταξύ άλλων, στα δεδομένα της αγοράς εργασίας. Ο υψηλός πληθωρισμός έχει οδηγήσει σε επιβράδυνση τις οικονομίες, ενώ οι αγορές εργασίας παραμένουν «σφιχτές». Οι συνθήκες στην αγορά εργασίας των ΗΠΑ διαδραματίζουν καίριο ρόλο στις αποφάσεις της Ομοσπονδιακής Τράπεζας για τη νομισματική πολιτική της χώρας, η οποία παραμένει συσταλτική, με στόχο την αναχαίτιση του πληθωρισμού (7,7% τον Οκτώβριο).

Η ανεργία στις ΗΠΑ βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, όμως το μεγάλο ερώτημα είναι αν η αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής και η οικονομική επιβράδυνση θα επιφέρουν μείωση των προσφερόμενων θέσεων εργασίας, χωρίς να αυξηθεί το ποσοστό ανεργίας ή θα οδηγήσουν σε μαζικές απολύσεις εργαζομένων και αύξηση της ανεργίας. Για μια πιο διεξοδική διερεύνηση της αγοράς εργασίας, αξίζει να μελετηθεί η καμπύλη Beveridge που συνδέει το ποσοστό της ανεργίας (οριζόντιος άξονας) και τον αριθμό των κενών θέσεων εργασίας ως προς τον συνολικό αριθμό θέσεων εργασίας (κάθετος άξονας), σε μια δεδομένη οικονομία. Υπάρχουν δύο διαφορετικές προσεγγίσεις για την αγορά εργασίας των ΗΠΑ, όσον αφορά στην τρέχουσα φάση της οικονομίας:

H πρώτη υποστηρίζει, ότι αφού το φυσικό ποσοστό της ανεργίας (το ποσοστό της ανεργίας που συνάδει με σταθερό πληθωρισμό) έχει αυξηθεί -περίπου στο 5% σήμερα από 4% που ήταν πριν από την πανδημική κρίση-, αυτό σημαίνει ότι υπάρχει περιθώριο οι ανοδικές μισθολογικές πιέσεις να συνεχιστούν και ο δομικός πληθωρισμός να παραμείνει πάνω από τον στόχο, μέχρι να σημειωθεί σημαντική αύξηση της ανεργίας και ύφεση (Blanchard, O. et al., 2022).

Το χαμηλό ποσοστό της ανεργίας και η πολύ υψηλή αναλογία διαθέσιμων θέσεων εργασίας προς ανεργία που παρουσιάζουν οι ΗΠΑ σήμερα, υποδηλώνουν ότι ενώ η αγορά εργασίας υπερθερμαίνεται από την υψηλή ζήτηση, ταυτόχρονα διατηρούνται σημαντικές αναντιστοιχίες μεταξύ των κενών θέσεων εργασίας και των δεξιοτήτων των ανέργων, ενώ παρατηρείται και απροθυμία για κινητικότητα, μετά την περίοδο της πανδημίας και την εξ αποστάσεως εργασία.

H δεύτερη προσέγγιση υποστηρίζει ότι η σπειροειδής αύξηση μισθών-τιμών μπορεί να αποφευχθεί με τη μείωση της ζήτησης εργασίας, δηλαδή οι επιχειρήσεις να προσφέρουν λιγότερες κενές θέσεις εργασίας, παρά με μια ουσιαστική αύξηση της ανεργίας, γεγονός που σημαίνει ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα μπορεί να επιτύχει μια “ήπια προσγείωση” (Figura, A. and Waller, C., 2022). Έχει υπολογιστεί ότι μια μείωση των κενών θέσεων εργασίας, από το 7%, που είναι σήμερα, στο 4,6% που ήταν προ πανδημίας, θα σήμαινε αύξηση της ανεργίας κατά μόνο μία ποσοστιαία μονάδα.

Στη Ζώνη του Ευρώ (ΖτΕ), η αγορά εργασίας έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά. Οι αποκλίσεις των ποσοστών της ανεργίας μεταξύ των χωρών είναι σημαντικές, ενώ οι αγορές εργασίας έχουν και διαφορετικά δομικά στοιχεία. Οι κενές θέσεις εργασίας είναι σε πολύ χαμηλότερα ποσοστά σε σχέση με τις ΗΠΑ, ενώ το ποσοστό της ανεργίας είναι περίπου δύο φορές υψηλότερο. Επιπλέον, η αγορά εργασίας των κρατών-μελών της ΖτΕ δεν είναι τόσο ανθεκτική όσο των ΗΠΑ. Τα κράτη-μέλη αναμένεται να αντιδράσουν με κάποια χρονική υστέρηση στην επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας, αλλά θα παραμείνουν σχετικά εύρωστες.

Η επιδείνωση του οικονομικού περιβάλλοντος, με τις προεκτάσεις της στις επιχειρήσεις, δεν φαίνεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στην αγορά εργασίας και την απασχόληση, ενώ δεν αναμένεται και ραγδαία αύξηση της ανεργίας. Κατά την περίοδο της πανδημίας, παρατηρήθηκε μια δραματική αλλαγή της καμπύλης Beveridge στην Ευρωζώνη, με πιο απότομη κλίση από τις προηγούμενες περιόδους. Ειδικότερα, στη ΖτΕ, η κάθετη μετατόπιση έχει «κυκλικά» χαρακτηριστικά στη ζήτηση της εργασίας, δηλαδή συνδέεται με τη φάση του οικονομικού κύκλου περισσότερο, ενώ στις ΗΠΑ η μετατόπιση της καμπύλης Beveridge προς τα πάνω υποδηλώνει κυρίως «διαρθρωτικές» αλλαγές, δηλαδή μείωση της αποτελεσματικότητας της αγοράς εργασίας στην αντιστοίχιση κενών θέσεων και ανέργων.

Σύμφωνα με την Πρόεδρο της ΕΚΤ, η Ευρωζώνη δεν παρουσιάζει σημάδια υπερθέρμανσης της οικονομίας, λόγω αυξημένης ζήτησης, όπως οι ΗΠΑ, και παρά τη σφιχτή αγορά εργασίας, ο κίνδυνος ενός ανοδικού σπιράλ μισθών-τιμών φαίνεται να διατηρείται υπό έλεγχο. Η αύξηση των μισθών ήταν πιο συγκρατημένη στην Ευρωζώνη, από ότι στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου τα ποσοστά της ανεργίας είναι χαμηλότερα. Οι μηχανισμοί πίεσης για αυξήσεις μισθών έχουν περιορισθεί αισθητά, καθώς οι συλλογικές διαπραγματεύσεις έχουν αποδυναμωθεί τα τελευταία έτη.

Σύμφωνα με τα δεδομένα της Eurostat, από το δεύτερο τρίμηνο του 2021, η ονομαστική αύξηση του μισθολογικού κόστους ανά ώρα, ήταν αισθητά χαμηλότερη από τον πληθωρισμό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μειώνεται ο πραγματικός μισθός των εργαζομένων. Πολλά κράτη-μέλη έχουν προχωρήσει σε αυξήσεις των κατώτατων μισθών, καθώς και σε πολιτικές επιδομάτων για τη στήριξη των εργαζομένων με χαμηλές αμοιβές.

Μάλιστα, το τελευταίο διάστημα, παρατηρείται μια ενεργοποίηση των συνδικάτων. Χαρακτηριστικά, το μεγαλύτερο εργατικό σωματείο της Γερμανίας -που εκπροσωπεί 3,9 εκατ. εργαζόμενους- και οι εργοδότες συμφώνησαν σε αυξήσεις δύο κύκλων στις αμοιβές κατά 5,2% το 2023 και 3,3% το 2024, ενώ θα δοθεί και ένα αφορολόγητο ποσό για την αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων.

Διαβάστε ακόμη: