Μια μεγάλη έρευνα δημοσίευσε η εφημερίδα καθημερινή σχετικά με τον Ντέιβιντ Σασούν.
Όπως θα θυμάστε σε τον συγκεκριμένο φερόμενο επενδυτή έχει ασχοληθεί εκτενώς το Radar τους προηγούμενους μήνες καθώς ισχυρίζονταν ότι θα επενδύσει άνω των 100 εκατ. ευρώ στην Συνεταιριστική τράπεζα των Σερρών, ενώ εμείς από την πλευρά μας είχαμε θέσει σειρά από σοβαρά ερωτήματα .
Σήμερα, αναδημοσιεύουμε αυτούσια την έρευνα της Μαριάννας Κακαουνάκη από την εφημερίδα καθώς παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον.
Πράξη 1η Στον Φάρο με τους επισήμους
Την Τετάρτη 27 Σεπτεµβρίου, όλη η ομάδα του «Joseph Sassoon Group» ήταν στο πόδι από νωρίς. Η ημέρα την οποία σχεδίαζαν εδώ και μήνες είχε φτάσει. Ο επικεφαλής του ομίλου, ο πενηντάχρονος Αμερικανοεβραίος Ντέιβιντ Σασούν, έφτασε στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος με μια Πόρσε.
Ανέβηκε στον Φάρο, στο ψηλότερο σημείο του ΚΠΙΣΝ, και τσέκαρε πως όλα ήταν στη θέση τους, όπως τα ήθελε, για το «American Mediterranean Investment Forum», το πρώτο του συνέδριο στην Ελλάδα. Χαμογελαστός και άνετος, έμοιαζε στο στοιχείο του όσο καλωσόριζε επιχειρηματίες, πολιτικούς και διπλωμάτες στην αίθουσα με την άπλετη θέα από την Ακρόπολη μέχρι τον Σαρωνικό.
Λίγα λεπτά πριν ξεκινήσει το φόρουμ, o Σασούν κάθισε στην πρώτη σειρά. Δίπλα του, ο 70ός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ και πρώην αρχηγός της CIA Μάικ Πομπέο, κεντρικός ομιλητής και προσκεκλημένος του ιδίου. Το προηγούμενο βράδυ ο διοργανωτής είχε παραθέσει προς τιμήν του δεξίωση στο πολυτελές διαμέρισμα 400 τετραγωνικών που μόλις είχε ενοικιάσει στη Ρηγίλλης.
Το συνέδριο ξεκίνησε με ένα βίντεο για την ιστορία της οικογενείας του, από τις αρχαιότερες και πιο ισχυρές του Ισραήλ, «τους Rothschild της Ανατολής» και το καταπίστευμα δισεκατομμυρίων που ο ίδιος διαχειρίζεται και θέλει να επενδύσει στην Ελλάδα. Ο Πομπέο και ο Σασούν πήραν τον λόγο από το βήμα. Ακολούθησαν ομιλίες και πάνελ με επιχειρηματίες και διπλωμάτες. Στο τέλος του συνεδρίου ο Σασούν μίλησε ξανά: «Αναπτυσσόμαστε σε παγκόσμιο επίπεδο, εάν θέλετε να επενδύσετε μαζί μας, πάρτε με τηλέφωνο», είπε στους παρευρισκομένους.
Ποιος είναι όμως πραγματικά ο Ντέιβιντ Σασούν; Η πολύμηνη δημοσιογραφική έρευνα της «Κ» αποκαλύπτει την ιστορία του, που παρότι μπορεί να μοιάζει με σενάριο ταινίας είναι πέρα για πέρα αληθινή. Μέσα από δεκάδες συνεντεύξεις, στην Ελλάδα, στο Ισραήλ, στην Αγγλία, στην Αφρική και στην Αμερική, επίσημα έγγραφα και ηλεκτρονικές αλληλογραφίες που έχουν περιέλθει εις γνώσιν της «Κ», παρουσιάζουμε τη διαδρομή ενός ανθρώπου που εδώ και δέκα χρόνια παριστάνει κάποιον που –σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία– δεν είναι, έχοντας καταφέρει να παραπλανήσει εργαζομένους, επενδυτές, επιχειρηματίες, δημοσιογράφους, ακόμη και πολιτικούς, και όπως φάνηκε, τους ισχυρούς, ανώτατους διπλωμάτες των ΗΠΑ και του Ισραήλ, πρέσβεις Γιώργο Τσούνη και Νόαμ Κατζ, που παρευρέθησαν και μίλησαν στο συνέδριο.
Στείλε δανεικά, μέχρι να έρθουν τα δισ.
Στην Ελλάδα έφτασε τον Αύγουστο του 2020 με τη σύζυγό του Σάρον Λέβι. Νοίκιασαν ένα διαμέρισμα στη Βούλα και ξεκίνησαν επαφές για τα επιχειρηματικά και επενδυτικά σχέδιά τους. Είχαν ήδη μια μικρή ομάδα συνεργατών, ανάμεσά τους και ο Τζον Κυριάκου, ο Ελληνοαμερικανός πρώην πράκτορας της CIA. Τον είχαν προσεγγίσει στις αρχές Ιουλίου με μια πρόταση. «Θα δούλευα από την Ουάσιγκτον, αλλά θα ερχόμουν συχνά στην Ελλάδα. Με μισθό 600.000 δολάρια τον χρόνο, μπόνους και αυτοκίνητο, θα κάναμε επενδύσεις εκατομμυρίων. Η πρώτη μου αντίδραση ήταν “πού υπογράφω;”. Ηταν η δουλειά των ονείρων μου», λέει σήμερα στην «Κ».
Ο Κυριάκου έφερε σε επαφή τον Σασούν με την Τσέσα Κέιν, γραφίστρια και web designer. Την προσέλαβαν και της ζήτησαν να φτιάξει πέντε ιστοσελίδες για τις διαφορετικές δραστηριότητες του ομίλου. Πρώτα από όλα, όμως, ήθελαν να σχεδιάσει το λογότυπό τους. «Να συμβολίζει την εβραϊκή παράδοση αλλά και το μέλλον, να έχει δυναμισμό», της είπε ο Σασούν. Η Κέιν σχεδίασε ένα λιοντάρι το οποίο γεννιέται μέσα από τις φλόγες μιας εβραϊκής επτάφωτης λυχνίας. Οταν εκείνος το είδε, ενθουσιάστηκε. Παρότι όλες οι ιστοσελίδες από εκείνη την περίοδο έχουν πλέον αποσυρθεί, το λογότυπο παραμένει.
Ο Κυριάκου, εν τω μεταξύ, αναζητούσε γραφεία στην Ουάσιγκτον. Οι μεσίτες τον ξεναγούν στον δεύτερο όροφο του Willard, ενός εμβληματικού κτιρίου δίπλα στον Λευκό Οίκο. Ο Σασούν τους ζητάει να υπογράψει αμέσως για να μη χάσει το «φιλέτο» και δίνει εντολή στους λογιστές να καταθέσουν προκαταβολή (68.610 δολάρια) και το πρώτο ενοίκιο (22.870 δολάρια). Εκείνες τις ημέρες όλη η ομάδα γνωρίζει μέσω e-mail και τον Αλεξάντερ Τ., δικηγόρο του καταπιστεύματος, με έδρα την Ελβετία. Τους ενημερώνει πως είναι θέμα ημερών να μπουν στους λογαριασμούς του ομίλου τα πρώτα 100 εκατ.
Ο Σασούν μαζί με τον Κυριάκου, που ταξιδεύει στην Ελλάδα, κάνουν ραντεβού με την αμερικανική πρεσβεία, συναντούν πολιτικούς και στελέχη του Enterprise Greece. Θέλουν, λένε, να φτιάξουν ξενοδοχεία, ιδιωτική τράπεζα, 3D printers, να κάνουν δημόσιες επενδύσεις (στο λιμάνι του Ηρακλείου, πολύ αργότερα και στην Attica Bank) και άλλα πολλά. Ο επίδοξος επενδυτής δηλώνει πως θέλει να βοηθήσει την Ελλάδα με το δημόσιο χρέος. Παράλληλα θέλει να διοργανώσει ένα μεγάλο συνέδριο με προσκεκλημένους τον Τομ Χανκς και τον στρατηγό Πετρέους. «Θα μας δώσει κύρος. Οσο περισσότερο ορατοί, τόσο πιο αξιόπιστοι», θα γράψει στους συνεργάτες του.
Ο Κυριάκου επιστρέφει στην Ουάσιγκτον και κανονίζει ένα ραντεβού με την ελληνική πρεσβεία, από την οποία ζητάει στήριξη. Οι Ελληνες διπλωμάτες, όμως, κάνουν μια έρευνα και βρίσκουν μια σειρά δημοσιευμάτων στην αγγλική εφημερίδα «Jewish Chronicle». Σύμφωνα με τα άρθρα που εντοπίζουν, ο Σασούν έχει κάνει φυλακή στην Αγγλία και στην Αμερική και δεν έχει υπηρετήσει στον αμερικανικό στρατό, όπως ισχυρίζεται. «Θέλει προσοχή», θα διαμηνύσουν στην ελληνική κυβέρνηση.
«Μου είχε μιλήσει γι’ αυτά τα άρθρα λέγοντας πως είναι όλα ψέματα», θυμάται η Τσέσα Κέιν. Ο Σασούν της είχε ζητήσει να τα «εξαφανίσουν» από το Διαδίκτυο. Οργάνωσαν μια σειρά συνεντεύξεων ώστε στην αναζήτηση του ονόματός του να μη βγαίνουν τα «κακά άρθρα της εμμονικής δημοσιογράφου» που είχαν σταθεί πολλές φορές εμπόδιο στα σχέδιά του. «Μακάρι να έβρισκα έναν χάκερ να τα κατεβάσει», θα της γράψει σε e-mail στις 24 Σεπτεμβρίου 2020.
Εν τω μεταξύ, οι ιδιοκτήτες του Willard, των γραφείων στην Ουάσιγκτον, δεν λαμβάνουν ποτέ πληρωμή και καταγγέλλουν το μισθωτήριο. Και οι μισθοί της ομάδας, όμως, καθυστερούν. Ο Ελβετός δικηγόρος Αλεξάντερ Τ. στέλνει συνεχώς δικαιολογίες – έλεγχοι των τραπεζών, COVID-19, γραφειοκρατία, κάποιο θέμα με την εφορία. Ακόμη και ο Σασούν είχε αρχίσει να ζορίζεται. «Χρωστάω δύο μήνες ενοίκιο, πονάει το δόντι μου και δεν μπορώ να πάω στον γιατρό», γράφει στην Κέιν σε e-mail. Εκείνη προθυμοποιείται να του δανείσει ένα ποσό, αλλά ο Σασούν αρνείται.
«Δεν μπορώ να δεχθώ χρήματα από εσένα όταν δουλεύεις τόσους μήνες απλήρωτη», της γράφει. Τρεις ημέρες μετά, όμως, επανέρχεται: «Εάν η προσφορά σου ισχύει, θα τη δεχθώ». Την ίδια κιόλας ημέρα, στις 24 Οκτωβρίου 2020, θα του στείλει έμβασμα 3.000 δολαρίων. Λίγες εβδομάδες αργότερα της ζητάει ξανά βοήθεια και εκείνη του ταχυδρομεί ένα δέμα. Μέσα βάζει σοκολατάκια και μια πιστωτική κάρτα που έχει εκδώσει, από την εταιρεία της, στο όνομά του. Τα εξτρέ της τράπεζας που έχει στο αρχείο της δείχνουν χρεώσεις (ξεπερνούν τις 4.000 δολάρια) σε πιτσαρίες, σούπερ μάρκετ και μαγαζιά στη Γλυφάδα. «Μέσα μου προφανώς καταλάβαινα πως κάτι δεν πάει καλά, αλλά ένιωθα πως το ρίσκο είναι μικρότερο από την πιθανή ανταμοιβή», εξηγεί η Κέιν. Ο Σασούν της είχε τάξει μετοχές, την είχε προαγάγει σε διευθύντρια, με ετήσιο μισθό 300.000 δολαρίων. Τον οποίο, βεβαίως, ουδέποτε έλαβε.
Η ημέρα που κατάλαβε πως όλα ήταν ένα ψέμα ήταν η 20ή Δεκεμβρίου 2020. Ολα τα μέλη της ομάδας έστελναν e-mails αποκλειστικά μέσω ενός, υποτίθεται, ασφαλούς σέρβερ που τους είχε υποδείξει ο Σασούν. Οταν η Κέιν δεν έλαβε μια απάντηση που περίμενε από τον Αλεξάντερ Τ., αποφασίζει να του στείλει απευθείας, στην ηλεκτρονική διεύθυνση που βρίσκει στην ιστοσελίδα του δικηγορικού γραφείου στη Γενεύη. Εκείνος της απαντάει πως δεν έχει ιδέα για τι πράγμα μιλάει. «Δεν εκπροσωπώ το Sassoon Family Continuation Trust. Ελπίζω αυτό να ξεκαθαρίζει την κατάσταση», της γράφει. Η Κέιν, σε κατάσταση σοκ, προωθεί το e-mail στην ομάδα. Ο Σασούν εξοργίζεται μαζί της και την απολύει. «Ο Αλεξάντερ αναγκάστηκε να κάνει πως δεν σε ξέρει. Μας έβαλες όλους σε τεράστιο κίνδυνο παρακάμπτοντας τα πρωτόκολλα ασφαλείας», της γράφει ένας στενός συνεργάτης του.
Τις επόμενες εβδομάδες ο Σασούν επικοινωνεί με πολλούς από τους Ελληνες συνεργάτες σε δυνητικές επενδύσεις και τους ενημερώνει πως τελικά δεν θα προχωρήσει στην Ελλάδα. Γράφει πως φταίνε η «ακραία γραφειοκρατία και οι μπερδεμένοι νόμοι που δεν βγάζουν νόημα». Σε άλλους δηλώνει προσβεβλημένος από παλαιότερα αντισημιτικά σχόλια του Αδ. Γεωργιάδη. Θα παραμείνει στο διαμέρισμα στη Βούλα, αλλά επενδυτικά θα στραφεί στη Νότια Αφρική.
Δημοσιεύματα εκεί κάνουν λόγο για επένδυση εκατομμυρίων στην εταιρεία Bluedrop, όμως η «K» επιβεβαίωσε με τον επικεφαλής Κένεθ Μαντούνα πως όχι μόνο ουδέποτε προχώρησε, αλλά εμφανιζόμενος ως επενδυτής ζητούσε από εκείνους χρήματα. Εκείνο το διάστημα η «εμμονική» Αγγλίδα δημοσιογράφος της «Jewish Chronicle» συνεχίζει να ερευνά τη δράση του στην Ελλάδα και την Αφρική. Τον Σεπτέμβριο του 2021 ο Σασούν θα της κάνει αγωγή στην Αμερική. Ο δικηγόρος που την κατέθεσε (και συνεργάτης στον όμιλο Σασούν), Μπρους Φάιν, εξηγεί στην «Κ» πως όταν κατάλαβε πως ο πελάτης του «έλεγε ψέματα για τα πάντα», την απέσυρε. Ο Αμερικανός δικαστής την έβαλε αμετάκλητα στο αρχείο.
Πράξη 3η: Ο ανίδεος τραπεζίτης
Η δημοσιογράφος της «Jewish Chronicle» Τζένι Φρέιζερ είχε συναντήσει για πρώτη φορά τον Σασούν τον Αύγουστο του 2016. Το όνομα και τα σχέδιά του για την ίδρυση μιας τράπεζας ακούγονταν έντονα στην εβραϊκή κοινότητα του Λονδίνου και γι’ αυτό είχε θελήσει να του πάρει συνέντευξη. Το πρώτο τους ραντεβού έγινε στην πολυτελή μονοκατοικία του, στην ακριβή γειτονιά του St. Johns Wood. Η Φρέιζερ θα ακούσει μια απίθανη ιστορία με κατασκόπους, μυστικές αποστολές και δισεκατομμύρια δολάρια. Φεύγει αποφασισμένη να ψάξει κατά πόσον ισχύει.
Παράλληλα, ο Σασούν συνεχίζει τις επαφές. Μία από αυτές με μια μικρή, αλλά ισχυρή ελβετική τράπεζα. Οι τραπεζίτες τον συναντούν στο Λονδίνο. Εκείνος θα τους μιλήσει για την αμύθητη περιουσία δισεκατομμυρίων και σπάνιων έργων τέχνης. Φεύγοντας, οι δύο έμπειροι τραπεζίτες θα συμφωνήσουν πως κάτι δεν «κολλάει».
Οι Σασούν είναι υπαρκτή δυναστεία, αλλά όχι ο ίδιος. «Δεν γίνεται κάποιος τόσο πλούσιος να έχει παραμείνει ανώνυμος», θα καταθέσουν αργότερα στις βρετανικές αρχές. Παρ’ όλα αυτά, του είχαν ζητήσει τότε να προσκομίσει μια σειρά εγγράφων, τα οποία είχε πει πως θα στείλει. Λίγες ημέρες αργότερα, ο Ελβετός τραπεζίτης έλαβε τηλεφώνημα από τον Σασούν. Ηταν στο γραφείο ενός Βρετανού δικηγόρου και ήθελε να του συστήσει τον τραπεζίτη του. Ο Ελβετός θα αναζητήσει αργότερα τον δικηγόρο για να διευκρινίσει πως ο Σασούν δεν είναι ακόμη πελάτης τους. «Μα αφού έχω τα έγγραφα της τράπεζάς σας», απαντάει ο δικηγόρος και του τα προωθεί. Ο τραπεζίτης βλέπει με έκπληξη πως είχαν τη δική του υπογραφή, προφανώς πλαστογραφημένη, και στοιχεία υποτιθέμενων καταθέσεων ύψους 47 δισ. δολαρίων.
Εξάλλου, στο μεσιτικό γραφείο μέσω του οποίου ο Σασούν και η τότε σύντροφός του Σάρον Λέβι είχαν νοικιάσει την πολυτελή μονοκατοικία στο Λονδίνο είχε σημάνει συναγερμός. Η επιταγή της Λέβι, ύψους 128.000 λιρών, που κάλυπτε τα πρώτα ενοίκια, ήταν ακάλυπτη. Οταν τον ενημερώνουν είναι ψύχραιμος και ευγενικός. Τους καθησυχάζει. Τις επόμενες εβδομάδες δέχονται δεκάδες e-mails, υποτίθεται από τους συνεργάτες του στην Αμερική, με εξηγήσεις για τα χρήματα. «Ολα ήταν δικαιολογίες για να καθυστερήσει η έξωση», θα καταθέσουν οι μεσίτες στις Αρχές (η «Κ» έχει αντίγραφο της έξωσης με ημερομηνία 18 Οκτωβρίου 2016).
Η Σάρον Λέβι τον καταγγέλλει στην αστυνομία για την επιταγή που είχε εκδώσει εν αγνοία της. Τις ίδιες ημέρες, κάποιος –το πιθανότερο η ίδια– μπαίνει στο προφίλ του στο LinkedIn και γράφει εκεί όπου κανονικά είναι το όνομά του: «Δεν είναι Σασούν (…)». Και από κάτω: «Επικεφαλής ψεύτης της Cattaoui – Sassoon» (όπως λεγόταν τότε ο όμιλος).
Δύο εβδομάδες αργότερα, η Λέβι θα αποσύρει την καταγγελία, το LinkedIn θα επανέλθει στην πρότερη μορφή. Οι δυο τους θα μετακομίσουν στο Λιντς. Θα φιλοξενηθούν στο τροχόσπιτο μιας εβραϊκής οικογένειας, αργότερα σε ένα ξενοδοχείο, στο οποίο επίσης θα αφήσουν χρέη. Στις 13 Φεβρουαρίου 2018 η αστυνομία κάνει έφοδο στο διαμέρισμα όπου μένουν προσωρινά. Τον συλλαμβάνουν για «συνωμοσία για απάτη» και ανακαλύπτουν δύο πλαστές ταυτότητές του – η μία ελληνική. Σύμφωνα με τα επίσημα έγγραφα που κατατέθηκαν στο δικαστήριο και έχει στη διάθεσή της η «Κ», το Σασούν δεν είναι το πραγματικό του όνομα. «Ονομάζεται Καλίντ Ελ Σερίφ και είναι Σουδανός. Ηρθε στην Αγγλία στις 16 Νοεμβρίου του 2013 από το Μεξικό».
Πράξη 4η: Από τις φυλακές του Φορτ Ντιξ στις φυλακές της Αγγλίας
Στην πτήση από το Μεξικό το 2013 ο Σασούν είχε στο πλευρό του την 41χρονη τότε Αμάντα (δεν επιθυμεί να δημοσιευθεί το επίθετό της). Είχαν γνωριστεί ένα χρόνο νωρίτερα μέσω μιας οργάνωσης στήριξης κρατουμένων και είχαν ξεκινήσει να αλληλογραφούν. Εκείνος από τη φυλακή στην Αμερική, εκείνη από το σπίτι της στο Νότιγχαμ της Αγγλίας.
Της είχαν πει από την οργάνωση πως το όνομά του ήταν Ελ Σερίφ, αλλά εκείνος της εκμυστηρεύθηκε πως λέγεται Σασούν και βρισκόταν στη φυλακή, σε μυστική επιχείρηση της αντιτρομοκρατικής. Τον Οκτώβριο του 2012 τον επισκέπτεται στη φυλακή του Φορτ Ντιξ και γοητεύεται από τον ευγενικό άνδρα που υπόσχεται ότι θα της προσφέρει μια ζωή παραμυθένια, μόλις κληρονομήσει την αμύθητη περιουσία του παππού του. «Μόλις είχα πάρει διαζύγιο, είχα χάσει τη μητέρα μου. Ημουν ευάλωτη και απένταρη. Πίστεψα πως ήταν η απάντηση στις προσευχές μου», λέει στην «Κ».
Τον Αύγουστο του 2013 η Αμάντα ταξιδεύει ξανά στην Αμερική ενόψει της αποφυλάκισης του συντρόφου της. Από το Νιου Τζέρσεϊ πάνε με λεωφορείο στη Γιούτα και από εκεί στο Μεξικό. Τα βγάζουν πέρα δύσκολα, με τις δικές της πενιχρές οικονομίες και τη βοήθεια της εβραϊκής κοινότητας. Ο Σασούν της ζητάει να προσποιηθεί πως είναι Εβραία, αλλά εκείνη αρνείται και δημιουργούνται οι πρώτες εντάσεις. Παράλληλα ανακαλύπτει πως είναι έγκυος και αποφασίζουν να επιστρέψουν στην Αγγλία.
Οταν περνούν τον έλεγχο στο αεροδρόμιο «Χίθροου», οι αστυνομικοί τους σταματούν και τους ανακρίνουν χωριστά. Τη ρωτούν επίμονα για το διαβατήριό του. Εκείνος ισχυρίζεται πως ταξίδεψε με ένα «world citizen passport» (ένα ανεπίσημο ταξιδιωτικό έγγραφο που χορηγείται συνήθως σε πρόσφυγες). Εκείνοι θεωρούν πως έχει ταξιδέψει με κανονικό διαβατήριο και το έχει εξαφανίσει.
Αιτείται άσυλο ως Ντέιβιντ Σασούν και, ύστερα από 12 ώρες, τον αφήνουν να μπει «προσωρινά» στη χώρα. Φεύγοντας από το αεροδρόμιο υπόσχεται στην Αμάντα πως όλα θα πάνε καλά. Οι επόμενοι μήνες, όμως, είναι για εκείνη εφιαλτικοί. Η αστυνομία πιάνει τον αιτούντα άσυλο να οδηγεί με ανασφάλιστο αυτοκίνητο (Δεκέμβριος 2014). Κατόπιν να κλέβει από ένα μαγαζί (Ιανουάριος 2015). Οταν, τέλος, επιχειρεί να λάβει δάνειο με πλαστά στοιχεία, καταδικάζεται. «Είσαι ένας ξεδιάντροπος απατεώνας», του λέει η δικαστής, σύμφωνα με απόσπασμα από τα πρακτικά που έχει στη διάθεσή της η «Κ». Τον Μάρτιο του 2015 οδηγείται στη φυλακή.
Λίγες εβδομάδες μετά την αποφυλάκισή του, τον Φεβρουάριο του 2016, θα γνωρίσει τη Σάρον Λέβι μέσω μιας ιστοσελίδας συνοικεσίων για Εβραίους. Οταν στις 13 Φεβρουαρίου 2018 θα συλληφθεί και θα οδηγηθεί για δεύτερη φορά στη φυλακή στην Αγγλία, εκείνη θα σταθεί στο πλευρό του. Τον επισκέπτεται, του στέλνει χρήματα, εκείνος της στέλνει ζωγραφιές και χειρόγραφα γράμματα. Tον Αύγουστο του 2018 παντρεύονται στη φυλακή Πέντονβιλ του Λονδίνου.
Ομως την ίδια περίοδο αναζητούν τον Σασούν από το δικαστήριο της Φλόριντα, ζητώντας διευκρινίσεις σχετικά με μια αγωγή που έχει καταθέσει εναντίον του Ιράν και της Χεζμπολάχ, στην οποία διεκδικεί 1,5 δισ. δολάρια ως αποζημίωση για τον θάνατο της μητέρας του. Στις 41 σελίδες δίνει μια νέα, διαφορετική εκδοχή για τη ζωή του.
Γράφει πως γεννήθηκε στο Βέρμοντ των ΗΠΑ και ότι η μητέρα του Ζόζεφιν, της δυναστείας Κατάουι, ήταν πράκτορας των Αμερικανών (όπως υποτίθεται και εκείνος). Βρισκόταν σε μυστική αποστολή στην Αργεντινή όταν δολοφονήθηκε από βομβιστική επίθεση το 1994 – που θεωρεί πως ενορχηστρώθηκε από το Ιράν. Σύμφωνα με τα δικαστικά έγγραφα που έχει η «Κ», η αγωγή είχε ταχυδρομηθεί με αποστολέα τον ίδιο από μια διεύθυνση στη Φλόριντα των ΗΠΑ. Εκείνος όμως τότε βρισκόταν στην Αγγλία, χωρίς τρόπο να βγει από τη χώρα. Ποιος την είχε στείλει;
Η έρευνα της «Κ» εντόπισε τον πραγματικό αποστολέα. Είναι η 52χρονη Κίμπερλι Αρμάντο, πρώην σύζυγος του Σασούν στην Αμερική. Μόνο που, όπως γράφει το πιστοποιητικό γάμου που έχει στα χέρια της, ο σύζυγός της δεν λεγόταν Ντέιβιντ Σασούν, αλλά Καλίντ Ελ Σερίφ. «Είναι από το Σουδάν, με αιγυπτιακούς δεσμούς. Δεν ήταν Εβραίος, αλλά μουσουλμάνος που πήγαινε συχνά σε τζαμί για να προσευχηθεί», λέει στην «Κ». Τον γνώρισε το 1999 στην Αριζόνα. Παντρεύτηκαν τον Απρίλιο του 2002. Ο γάμος τους, διηγείται, ήταν δύσκολος, γεμάτος ψέματα. Τον Σεπτέμβριο του 2005, άνδρες του FBI έκαναν έφοδο στο σπίτι τους στη Σαβάνα και τον συνέλαβαν για οικονομικές απάτες. Δυσκολεύτηκε να πάρει διαζύγιο και έχασε τελείως τα ίχνη του πρώην συζύγου της, μέχρι που το 2015 εκείνος επικοινώνησε ξανά μαζί της από την Αγγλία.
«Μου είπε πως είχε απελαθεί, αλλά ότι λόγω μιας κυβερνητικής μυστικής αποστολής, που έφερε εις πέρας στη φυλακή, το ποινικό μητρώο του είχε καθαρίσει». Της είπε πως είχε βρει την πραγματική του οικογένεια, ήταν κληρονόμος αμύθητης περιουσίας και πλέον Εβραίος. Ακόμη και ημερομηνία γέννησης είχε πλέον αλλάξει. Δεν ήταν πια 25 Σεπτεμβρίου, αλλά 6 Οκτωβρίου – ημέρα έναρξης του πολέμου του Γιομ Κιπούρ. Της είπε πως δεν σταμάτησε ποτέ να την αγαπάει και ότι δεν έχει ξανανιώσει τόσο κοντά σε άνθρωπο. Την έπεισε.
«Δεν ήμουν αρκετά δυνατή για να μπορέσω να τον πολεμήσω με τον τρόπο που συνήθως έκανα», λέει στην «Κ». Κατέθεσε τότε εκ μέρους του την αγωγή εναντίον του Ιράν και το 2017 δέχθηκε να μπει στο διοικητικό συμβούλιο της Specter Command inc, μιας εταιρείας μεσαζόντων υποτίθεται για εξοπλιστικά, η οποία κατέληξε σε απάτη (με έναν πελάτη τους, τον Τζορτζ Κοέν, να στέλνει στον Σασούν 40.000 δολάρια ενόψει της υπογραφής ενός –φανταστικού– συμβολαίου αξίας 3,5 δισ. δολαρίων με τη Σαουδική Αραβία). Οταν το 2018 η Αρμάντο μαθαίνει πως έχει μπει ξανά φυλακή στην Αγγλία, ανακουφίζεται. Είναι αποφασισμένη να απομακρυνθεί. Αυτή τη φορά οριστικά.
Πράξη 5η: Ελλάδα, η Γη της Επαγγελίας
Τον Μάρτιο του 2020 ο Σασούν αποφυλακίζεται και η σύζυγός του Σάρον Λέβι βρίσκεται ακόμη στο πλευρό του. Σύμφωνα με έγγραφα που περιήλθαν εις γνώσιν της «Κ», το ζευγάρι είχε κάνει αίτηση μετεγκατάστασης στο Ισραήλ και επαφές για να πάνε στην Πορτογαλία. Αποφάσισαν τελικά να προσπαθήσουν στην Ελλάδα. Ο Σασούν, άλλωστε, μιλάει ελληνικά. Σύμφωνα με τα όσα ο ίδιος κατέθεσε στις βρετανικές αρχές στη συνέντευξη για το άσυλο, είχε μετακομίσει, όταν ήταν μικρός, στην Ελλάδα με τους γονείς του. Αργότερα έμειναν στη Γερμανία και από εκεί, 19 ετών, ταξίδεψε στην Αμερική. Είχε παραδεχτεί πως μπήκε στις ΗΠΑ με σουδανικό διαβατήριο, το οποίο όμως ισχυρίστηκε πως ήταν πλαστό, με το όνομα Καλίντ Ελ Σερίφ. Για 21 χρόνια και μέχρι το 2013 με αυτό το όνομα έζησε στην Αμερική. Εκτοτε επιμένει πως το όνομά του είναι Σασούν.
Οταν το καλοκαίρι του 2020 ετοιμάζεται για το ταξίδι του στην Ελλάδα, δεν έχει καταφέρει να εκδώσει διαβατήριο. Σύμφωνα με μαρτυρίες δύο ανθρώπων, θα χρησιμοποιήσει το διαβατήριο κάποιου άλλου άνδρα για να ταξιδέψει και να μπει στη χώρα. Από το Λονδίνο στο Καλαί, οδικώς στο Μπρίντιζι, με καράβι για την Πάτρα. Οταν εγκαθίσταται στη Βούλα θα πει στους συνεργάτες του πώς νιώθει: Η Ελλάδα είναι το μέρος που θα κάνει τα όνειρά του πραγματικότητα. Μπορεί να του πήρε τρία χρόνια· αλλά εάν κρίνει κανείς από την επιτυχία της εκδήλωσης με τους υψηλούς προσκεκλημένους, το πολυτελές διαμέρισμα με ενοίκιο 18.600 ευρώ τον μήνα ή την Πόρσε με την οποία κυκλοφορεί, έφτασε κοντά.
Για τους ανθρώπους που μίλησαν στην «Κ» και παραπλανήθηκαν από αυτόν, ήταν δύσκολο όλα αυτά τα χρόνια να τον βλέπουν να επανεμφανίζεται με ένα αφήγημα που ήξεραν ότι είναι ψέμα. Αυτός ήταν ο λόγος που τον Οκτώβριο του 2021 ο Κυριάκου ταξίδεψε στην Αθήνα για να προειδοποιήσει τις ελληνικές αρχές. Η ιστορία που είπε στην Ασφάλεια, χωρίς φυσικά να έχει όλα τα έγγραφα να την υποστηρίξει, μπορεί να τους είχε ακουστεί υπερβολική. Την έψαξαν, όμως, και, σύμφωνα με επιβεβαιωμένες πληροφορίες της «Κ», βρήκαν αρκετά στοιχεία για τη δράση του Σασούν στην Αγγλία. Ενημέρωσαν τους ανωτέρους τους, εξήγησαν όμως στον Κυριάκου πως δεν μπορούσαν να κάνουν πολλά. «Μου είπαν πως αφού δεν είχε εξαπατήσει κάποιον στην Ελλάδα, δεν μπορούσε να στοιχειοθετηθεί έγκλημα». Ο Σασούν, εν τω μεταξύ, συνέχιζε ανενόχλητος να κάνει επαφές στην Ελλάδα. Παράλληλα, τον τελευταίο χρόνο δραστηριοποιήθηκε και στο Καμερούν. «Ηταν δύσκολο να δεχθώ πως κάποιος έπρεπε να την πατήσει για να τον σταματήσουν, αλλά πώς το λέμε στην Ελλάδα;». Ο Κυριάκου έψαχνε να βρει τις σωστές λέξεις στα ελληνικά. «Κάλλιο αργά παρά ποτέ».
Η απάντηση
Η «Κ» επικοινώνησε με τον Ντέιβιντ Σασούν και του έθεσε ερωτήματα για το παρελθόν και την πραγματική του ταυτότητα. Επιμένει πως ουδέποτε έχει χρησιμοποιήσει το όνομα Καλίντ Ελ Σερίφ, πως το όνομά του είναι Ντέιβιντ Σόλομον Σασούν, γεννήθηκε στην Αμερική, είναι Εβραίος και έχει λευκό ποινικό μητρώο. «Πιστεύετε πως εάν υπήρχε έστω και ένα ίχνος αλήθειας στους εξωφρενικούς ισχυρισμούς σας, ο Πομπέο θα δεχόταν την πρόσκλησή μου;», σημειώνει.
Διαβάστε ακόμη:
- Σίσσυ Χρηστίδου: «Μιλάμε ακόμη για τον Γιώργο Λιάγκα ή θα φάμε μηνύσεις;»
- Βρισηίδα Ανδριώτου: «Έξαλλη» με γυναίκα που έστελνε μηνύματα στον Μαρτίκα
- Οι πιο ισχυρές Πολεμικές Αεροπορίες του 2023 – Σε ποια θέση βρίσκονται Ελλάδα και Τουρκία
- Ελλάδα: Γιατί επέλεξε αποχή στην ψηφοφορία του ΟΗΕ για τη Γάζα;