Δύσκολα οι επίσημοι οικονομικοί φορείς αναφέρονται στις συνέπειες που έχουν τα εταιρικά κέρδη στην πορεία που έχει ο πληθωρισμός, ο οποίος με τη σειρά του έχει ενεργοποιήσει εδώ και έναν χρόνο τις κεντρικές τράπεζες, σε ένα πρωτοφανές σπιράλ αυξήσεων των επιτοκίων, δημιουργώντας έτσι τεράστιο πρόβλημα σε οικονομίες, επιχειρήσεις, δανειολήπτες και νοικοκυριά.

Παρά το γεγονός ότι γνωρίζουν την ισχυρή επίδραση της ολοένα και μεγαλύτερης αύξησης των εταιρικών κερδών, πολύ μεγαλύτερη αυτής των μισθών, έπρεπε να φτάσουμε στο σημερινό σημείο με ορατή παντού την απειλή της ύφεσης, για να υπάρξουν οι πρώτες επιθετικές δηλώσεις διεθνών οργανισμών, φορέων και κεντρικών τραπεζών.

Σύμφωνα, λοιπόν, με το ΔΝΤ το 2022 και το 2023 τα αυξανόμενα εταιρικά κέρδη αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ήμισυ της αύξησης του πληθωρισμού στην Ευρώπη, επειδή οι εταιρείες αύξησαν τις τιμές περισσότερο από το υψηλό κόστος της εισαγόμενης ενέργειας.

Το Διεθνές Ταμείο θεωρεί ότι για τον πληθωρισμό ευθύνονται κατά 45% τα υψηλότερα επιχειρηματικά κέρδη, κατά 40% οι τιμές εισαγωγών και μόνο κατά 25% η αύξηση των μισθών, ενώ η φορολογία έχει αρνητική επίδραση.

Ακόμα και η σκληρή Λαγκάρντ της ΕΚΤ, αναγκάστηκε να κάνει έκκληση ουσιαστικά στις επιχειρήσεις, αλλά όχι μόνο για να περιορίσουν τα υπερκέρδη τους, αλλά και για να είναι φειδωλές στις αυξήσεις μισθών – το μόνιμο μοτίβο ενοχής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Έχουν, όμως, σε σχέση με τη χώρα μας ειδικότερα, μεγάλη σημασία όσα αναφέρονται στην πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ Economic Outlook, αναφορικά με τη συμμετοχή των κερδών στις πληθωριστικές πιέσεις.

Τα στοιχεία έδειξαν ότι η Ελλάδα είναι η τρίτη χώρα σε αύξηση του μεριδίου των κερδών μεταξύ 2019 και 2022, από 34,4% σε 39,2%, μετά την Ιρλανδία (αύξηση από 60,4% σε 65,6%) και τη Νορβηγία (από 38,7% σε 55%).

Την ίδια ώρα, σύμφωνα με τη Eurostat, το 26,3% των Ελλήνων πολιτών (έναντι 22% μ.ο. στην ΕΕ, ) αντιμετωπίζει το φάσμα του κοινωνικού αποκλεισμού και της φτώχειας, έναντι ενός μέσου όρου 22% στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το ζητούμενο είναι, πέρα από τις κοινές και οφθαλμοφανείς επιπτώσεις, αν υπάρχουν έλεγχοι από τα επίσημα όργανα της πολιτείας και αν αυτοί θα ενταθούν, γιατί δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, με κυρίαρχα τα στοιχεία της αισχροκέρδειας, απλούστατα γιατί θα οδηγήσει μαθηματικά, αργά ή γρήγορα, σε υφεσιακές καταστάσεις.

Η χώρα μας εμφανίζει ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης, κυρίως γιατί ωφελείται από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης που την τροφοδοτούν.

Αντέχει μεν η ελληνική οικονομία, παρά τον πληθωρισμό και τα υψηλά επιτόκια, αλλά εδώ έχουμε να κάνουμε και με την ακόλουθη στρέβλωση, που μπορεί τα κίνητρά της να ήταν αγαθά, πλην όμως δεν απέφεραν τα αναμενόμενα παραγωγικά αποτελέσματα.

Η χώρα, με απλά λόγια, δαπάνησε τα τελευταία χρόνια περί α 60 δισ. ευρώ, τα οποία δεν κατέληξαν σε επιχειρήσεις που ήταν βιώσιμες, ούτε σε στοχευμένες ευάλωτες ομάδες πληθυσμού, αλλά δαπανήθηκαν σε εκατομμύρια αποδέκτες, πολλοί από τους οποίους δεν τα είχαν άμεσα ανάγκη.

Αυξήθηκαν κατ’ αυτόν τον τρόπο χιλιάδες καταθετικοί λογαριασμοί ιδιωτών, αφού δόθηκαν ανεξέλεγκτα και κάτω από την πίεση έκτακτων καταστάσεων, οι κάτοχοι των οποίων είναι προφανές ότι αύξησαν τις όποιες αγορές τους, δίνοντας τροφή στον πληθωρισμό.

Με δεδομένο ότι το 2026 αποτελεί κομβική χρονιά για την απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, τα πολύ μεγάλα ποσά που θα εισρεύσουν μέχρι τότε από το Ταμείο, μαζί με την κατάλληλη μόχλευση, μπορούν να φτάσουν ή και να υπερβούν το επενδυτικό κενό που εκτιμάται ότι έχει η Ελλάδα και το οποίο κυμαίνεται από 90-110 δισ. ευρώ.

Αρκεί, βεβαίως, να ενισχυθούν οι μηχανισμοί ελέγχου από την κυβέρνηση και το αρμόδιο υπερυπουργείο και όλους τους εμπλεκόμενους στη διανομή αυτών των τεράστιων ποσών.

Διαβάστε περισσότερα