Το Διοικητικό Συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς κατά την 963η/5.9.2022 συνεδρίασή του ενέκρινε το περιεχόμενο του ενημερωτικού δελτίου της εταιρίας «ΠΑΓΚΡΗΤΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» για τη δημόσια προσφορά έως 78.966.680 νέων κοινών, ονομαστικών, με δικαίωμα ψήφου μετοχών, με καταβολή μετρητών και δικαίωμα προτίμησης υπέρ των παλαιών μετόχων.

Το ενημερωτικό δελτίο της Παγκρήτιας Τράπεζας για την αύξηση κεφαλαίου, πραγματοποιήθηκε μετά από ένα θυελλώδες ΔΣ και αντεγκλήσεις των μελών του, έτσι ώστε να αποτυπωθούν και να καλυφθούν οι ανάγκες πληροφόρησης του επενδυτικού κοινού, βάσει του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1129 της 14ης Ιουνίου 2017 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των κατ’ εξουσιοδότηση Κανονισμών (ΕΕ) 2019/979 και 2019/980.

Καταρχάς, όπως προκύπτει και από το ενημερωτικό, για την δημόσια προσφορά νέων μετοχών δεν υπάρχει εγγύηση κάλυψης, με συνέπεια εάν η κάλυψη του ποσού της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου δεν είναι πλήρης, το μετοχικό κεφάλαιο θα αυξηθεί μέχρι το ποσού της κάλυψης.

Η έγκριση του ενημερωτικού όμως ήρθε με δύο βαρείς επενδυτικούς κινδύνους που απεικονίζονται στην παρ. 2.3.1. και σχετίζονται με την αδυναμία της Τράπεζας να ολοκληρώσει την αύξηση ή η αύξηση καλυφθεί μερικώς με συνέπεια οι μέτοχοι να υποστούν ζημιά και να εφαρμοστεί ο Ν.4335/2015 περί εξυγίανσης (bail in).

Ακόμη και σε περίπτωση που η Αύξηση καλυφθεί πλήρως αλλά αλλάξουν ουσιωδώς δυσμενώς οι κανονιστικές απαιτήσεις και τα επιχειρηματικά δεδομένα, ενδέχεται να απαιτηθεί περαιτέρω κεφαλαιακή ενίσχυση.

Ο δεύτερος επενδυτικός κίνδυνος σχετίζεται με την αβεβαιότητα της πρόθεση του Κυρίου Μετόχου σχετικά με την άσκηση των δικαιωμάτων προτίμησης που του αναλογούν στην Αύξηση.

Ο Βασικός επενδυτής έχει στείλει σχετική επιστολή προς την Τράπεζα θέτοντας ως πρόθεσή του να συμμετάσχει στην Αύξηση υπό την προϋπόθεση ότι πριν την έναρξη της προθεσμίας καταβολής του κεφαλαίου, η ΤτΕ θα διαβεβαιώσει την Τράπεζα, εγγράφως, ότι η Αύξηση θεωρείται επαρκής για τους εποπτικούς δείκτες και τους αναπτυξιακούς της σκοπούς, γεγονός που όπως αντιλαμβανόμαστε δεν απαντήθηκε ποτέ από την Τράπεζα.

Εξώδικο Μ. Σάλλα στην Επ. Κεφαλαιαγοράς, με αφορμή επιστολή του ΔΣ στην Τρ. Πειραιώς διά του οποίου την εμπλέκει στην χειραγώγηση του 2010, (όπως κατήγγειλε ο κ. Πάσχας της ΤτΕ) μέσω χορήγησης δανείων και διαγραφής τους!

Κάτωθι οι δύο επενδυτικοί κίνδυνοι του ενημερωτικού

1. Τυχόν αδυναμία της Τράπεζας να ολοκληρώσει την Αύξηση ή στην περίπτωση που η Αύξηση καλυφθεί μερικώς (δηλ. σε ποσό που δεν θα της επιτρέψει να πληροί τις ελάχιστες εποπτικές απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας) ή ακόμη και σε περίπτωση που η Αύξηση καλυφθεί πλήρως αλλά αλλάξουν ουσιωδώς δυσμενώς οι κανονιστικές απαιτήσεις και τα επιχειρηματικά δεδομένα, ενδέχεται να απαιτηθεί περαιτέρω κεφαλαιακή ενίσχυση, η δε τυχόν αδυναμία επίτευξης της οποίας μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μη συμμόρφωσή της με τις ελάχιστες εποπτικές απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας, γεγονός που δεν αποκλείει την εφαρμογή του πλαισίου που προβλέπεται από το Ν.4335/2015 – Ανάκαμψη και Εξυγίανση Πιστωτικών Ιδρυμάτων, τις Πράξεις της Εκτελεστικής Επιτροπής (ΠΕΕ) της ΤτΕ με αριθ. 131/2018, 111/2017 και 99/2016, καθώς και την απόφαση με αριθ. 53/2022 της Επιτροπής Μέτρων Εξυγίανσης της ΤτΕ, με άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στους Μετόχους της ή/και στους κατόχους άλλων αξιογράφων της Τράπεζας, καθώς και στην επιχειρηματική της δραστηριότητα.

Η Τράπεζα ενδέχεται να μην έχει επαρκή κεφάλαια, ώστε να πληροί τις ελάχιστες εποπτικές απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας, ενώ τα εφαρμοζόμενα κατώτατα όρια κεφαλαιακής επάρκειας μπορεί στο μέλλον να αυξηθούν ή να αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο υπολογίζονται σήμερα οι κεφαλαιακές απαιτήσεις.

Σε περίπτωση αδυναμίας άντλησης των κεφαλαίων ή μερικής κάλυψης της Αύξησης (δηλ. σε ποσό που δεν θα της επιτρέψει να πληροί τις ελάχιστες εποπτικές απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας), που προορίζονται για την ενίσχυση των κεφαλαιακών δεικτών μέσω της Αύξησης, ή στην περίπτωση που στο μέλλον αυξηθούν τα εφαρμοζόμενα κατώτατα όρια κεφαλαιακής επάρκειας συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων SREP (βλ. ενότητα 2.7.3 «Κεφαλαιακή Επάρκεια») ή αλλάξει ο υπολογισμός των κεφαλαιακών απαιτήσεων, δεν αποκλείεται οι ρυθμιστικές αρχές να εφαρμόσουν το πλαίσιο του Ν.4335/2015, συμπεριλαμβανομένων των δράσεων εξυγίανσης.

Επιπλέον, ακόμη και στην περίπτωση που η Αύξηση καλυφθεί πλήρως, εάν αλλάξουν ουσιωδώς δυσμενώς τα δεδομένα στο άμεσο μέλλον όπως ενδεικτικά εάν επέλθει αυστηροποίηση των κανονιστικών απαιτήσεων (βλ. ενότητα 2.8 «Ρυθμιστικό Περιβάλλον» και 2.3.4 «Παράγοντες Κινδύνου που Σχετίζονται με το Κανονιστικό Πλαίσιο») ή σημειωθεί ουσιώδης επιβάρυνση του γενικότερου οικονομικού κλίματος λόγω απρόβλεπτων εξελίξεων, όπως π.χ. διάχυση της γεωπολιτικής κρίσης (βλ. ενότητα «2.3.2 Παράγοντες Κινδύνου που Σχετίζονται με τις Μακροοικονομικές και Χρηματοοικονομικές Εξελίξεις»), ώστε οι παραδοχές της Διοίκησης της Τράπεζας να μην επαρκούν για την απρόσκοπτη λειτουργία της ή/και την επιτυχή υλοποίηση του στρατηγικού πλάνου ανάπτυξής της (βλ. τρέχουσα ενότητα, Επενδυτικοί Κίνδυνοι Νο 6, Νο 7, και Νο 8), τότε ενδέχεται η Τράπεζα να χρειαστεί και νέα αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ή πράξη κεφαλαιακής ενίσχυσης ανάλογου αποτελέσματος ή σε αντίθετη περίπτωση οι ρυθμιστικές αρχές να εφαρμόσουν το πλαίσιο του Ν.4335/2015, συμπεριλαμβανομένων των δράσεων εξυγίανσης.

Τυχόν μη άσκηση των δικαιωμάτων προτίμησης στην Αύξηση, του Κυρίου Μετόχου «LYKTOS PARTICIPATIONS Α.E. ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ», θα επιφέρει απίσχναση της συμμετοχής του στο κεφάλαιο της Τράπεζας και ενδέχεται να οδηγήσει σε μερική κάλυψη της Αύξησης με επακόλουθες αρνητικές συνέπειες στην επιχειρηματική δραστηριότητα, την οικονομική θέση και τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων της Τράπεζας.

2.Ο κ. Μιχαήλ Σάλλας του Γεωργίου που ελέγχει έμμεσα την «LYKTOS PARTICIPATIONS Α.E. ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ», η οποία αποτελεί Κύριο Μέτοχο της Τράπεζας με ποσοστό 19,95%2, σύμφωνα με την από 10.08.2022 επιστολή που απέστειλε προς το Διοικητικό Συμβούλιο της Τράπεζας, δήλωσε εγγράφως, μεταξύ άλλων «…την πρόθεσή του να συμμετάσχει στην Αύξηση ως επενδυτής υπό την προϋπόθεση ότι πριν την έναρξη της προθεσμίας καταβολής του κεφαλαίου, η ΤτΕ θα διαβεβαιώσει την Τράπεζα, εγγράφως, ότι η Αύξηση θεωρείται επαρκής για τους εποπτικούς δείκτες και τους αναπτυξιακούς της σκοπούς.» (βλ. ενότητα 3.4.4 «Δηλώσεις Κυρίων Μετόχων της Τράπεζας»).

Σημειώνεται πως η επάρκεια των ενεργειών ενίσχυσης της κεφαλαιακής επάρκειας της Τράπεζας για την αποκατάστασή της βάσει των εν ισχύ ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων, δύναται να αξιολογηθεί από την ΤτΕ, κατόπιν της υποβολής από την πλευρά της Τράπεζας, σχεδίου κεφαλαιακής αποκατάστασης η υποβολή του οποίου έχει ζητηθεί το αργότερο έως τις 30.09.2022 (βλ. ενότητα 2.7.3 «Κεφαλαιακή Επάρκεια» – Διαδικασία Εποπτικού Ελέγχου και Αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process – SREP)).

Επιπλέον, το νεότερο σχέδιο κεφαλαιακής αποκατάστασης θα πρέπει να περιλαμβάνει αναλυτικότερες πληροφορίες και στοιχεία σε σχέση με αυτό που υποβλήθηκε στις 15.07.2022, να λαμβάνει υπόψη τις παρατηρήσεις που έχουν ληφθεί από την ΤτΕ, να συνάδει με την αναθεωρημένη στρατηγική για τη μείωση των ΝΡΕs της Τράπεζας και να αποτελεί μέρος του ευρύτερου επιχειρηματικού σχεδιασμού, όπως αυτός αναμένεται να γνωστοποιηθεί στην ΤτΕ, επίσης το αργότερο έως τις 30.09.2022, μέσω του επικαιροποιημένου και συνολικού επιχειρηματικού σχεδίου για τον Όμιλο.

Ενόψει των ανωτέρω, δεν υφίσταται καμία βεβαιότητα για την πρόθεση του Κυρίου Μετόχου σχετικά με την άσκηση των δικαιωμάτων προτίμησης που του αναλογούν στην Αύξηση (είτε ολικώς, είτε μερικώς, είτε καθόλου).

Στην περίπτωση κατά την οποία ο Κύριος Μέτοχος δεν ασκήσει το σύνολο των δικαιωμάτων προτίμησης που του αναλογούν, η συμμετοχή του στο μετοχικό κεφάλαιο της Τράπεζας θα απισχνανθεί (βλ. ενότητα 3.5 «Μείωση της Συμμετοχής των Μετόχων»).

Επιπλέον τούτου, εφόσον οι Νέες Μετοχές που αντιστοιχούν στα δικαιώματα προτίμησης του Κυρίου Μετόχου οι οποίες θα παραμείνουν αδιάθετες δεν καλυφθούν στο σύνολό τους από Νέους Μετόχους, τότε ενδέχεται η Αύξηση να καλυφθεί μερικώς με άμεσο αντίκτυπο όπως αναλύεται στον Επενδυτικό Κίνδυνο Νο 1 στην ενότητα 2.3.1 «Παράγοντες Κινδύνου που Σχετίζονται με την Τράπεζα και τη Συνέχιση της Δραστηριότητάς της» και ενδεχόμενες αρνητικές συνέπειες στην επιχειρηματική δραστηριότητα, την οικονομική θέση και τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων της Τράπεζας.

Διαβάστε ακόμη: