Παρά τις σημαντικές δυνατότητές τους σε πρώτες ύλες και έναν αυξανόμενο νέο ενεργό πληθυσμό, περισσότερες από τις μισές από τις 75 πιο φτωχές χώρες είδαν το κατά κεφαλήν ΑΕΠ τους να αυξάνεται με μικρότερο ρυθμό από τις πλούσιες χώρες το 2023/24, γεγονός που αυξάνει τις ανισότητες μεταξύ των χωρών, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα.

Για το ένα τρίτο από αυτές, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι τώρα χαμηλότερο από εκείνο προ της πανδημίας Covid-19, σύμφωνα με έκθεση που δημοσιοποίησε σήμερα η Παγκόσμια Τράπεζα για τις χώρες που τείνουν να επωφελούνται από δωρεές ή δάνεια με χαμηλό επιτόκιο –δηλαδή με πολύ ευνοϊκούς όρους– από τη Διεθνή Αναπτυξιακή Ένωση (IDA), παρακλάδι της Παγκόσμιας Τράπεζας.

«Η ευημερία των χωρών αυτών είναι απαραίτητη για τη μακροπρόθεσμη ευημερία του πλανήτη. Τρεις σημερινές οικονομικές δυνάμεις, η Κίνα, η Ινδία και η Νότια Κορέα, ήταν χώρες που επωφελήθηκαν από δάνεια της IDA, ανέφερε σε ανακοίνωση ο επικεφαλής οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας, Ιντερμίτ Γκιλ.»

«Και οι τρεις κατάφεραν να αναπτυχθούν ώστε να εξαφανίσουν την ακραία φτώχεια και να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης. Με τη διεθνή βοήθεια, οι χώρες υπό τη χρηματοδότηση της IDA σήμερα έχουν τις δυνατότητες να κάνουν το ίδιο», πρόσθεσε.

Σε ορισμένες χώρες η κατάσταση είναι πιο κρίσιμη, με μέσο ποσοστό ακραίας φτώχειας οκταπλάσιο του παγκόσμιου μέσου όρου. Σχεδόν το 25% του πληθυσμού ζει εκεί με λιγότερα από 2,15 δολάρια την ημέρα και το 90% των ανθρώπων που είναι αντιμέτωποι με λιμό ή υποσιτισμό συγκεντρώνονται σε αυτές τις χώρες, κυρίως στην υποσαχάρια Αφρική καθώς και στην ανατολική ή νότια Ασία.

Προκειμένου να τις βοηθήσει να εξέλθουν από την παρούσα οικονομική κατάστασή τους, η έκθεση προτείνει κυρίως την ενδυνάμωση των διεθνών χρηματοπιστωτικών θεσμών αλλά και τη συνεργασία για τα μεγάλα παγκόσμια θέματα, όπως η κλιματική αλλαγή, που πλήττει ιδιαίτερα αυτές τις χώρες, καθώς και σημαντική αύξηση της χρηματοοικονομικής υποστήριξης.

Η βοήθεια προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, ιδιαίτερα αυτές που βρίσκονται σε κατάσταση κρίσης χρέους, ή κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν, θα είναι ανάμεσα στα βασικά θέματα συζήτησης στις ετήσιες συνόδους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας, που διεξάγονται αυτή την εβδομάδα στην Ουάσινγκτον.

Οι απαραίτητες δημόσιες δαπάνες προκειμένου να υποστηριχθούν οι οικονομίες απέναντι στην πανδημία και στη συνέχεια στα σοκ που προκάλεσε ο παγκόσμιος πληθωρισμός, ή ακόμη ο πόλεμος στην Ουκρανία, ώθησαν τα κράτη να χρεωθούν, σε μια περίοδο που τα επιτόκια αυξάνονταν, υπό την ώθηση των κεντρικών τραπεζών των μεγαλύτερων οικονομιών, που μάχονται τον πληθωρισμό.

Ένας συνδυασμός που είχε αποτέλεσμα να αυξηθεί σημαντικά η εξυπηρέτηση του χρέους σε ορισμένες χώρες, που αναγκάστηκαν σε ορισμένες περιπτώσεις να χρησιμοποιήσουν πάνω από το μισό του προϋπολογισμού τους.

Διαβάστε ακόμη: