Ο πληθωρισμός υποχωρεί, η ακρίβεια μένει. Η διαπίστωση είναι κοινή σε κάθε γωνιά της Ευρώπης. Το αποδεικνύει άλλη μια φορά η εκτίναξη στα ύψη του «δείκτη παέγια» που εισήγαγε το Bloomberg για να μετρήσει την ακρίβεια στο εθνικό φαγητό των Ισπανών – κάτι σαν τον «δείκτη Big Mac», που μετρά όμως την ακρίβεια από χώρα σε χώρα. Το αποδεικνύουν οι πολύ υψηλότερες του πληθωρισμού ανατιμήσεις των εθνικών φαγητών (ή των διάσημων «street foods») και άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Μεταξύ αυτών και του ελληνικού «τυλιχτού» βεβαίως.

Το κόστος αγοράς των βασικών συστατικών για την παρασκευή της ισπανικής παέγια εκτινάχθηκε κατά 19,1% υψηλότερα το Φεβρουάριο συγκριτικά με τον αντίστοιχο μήνα του 2022, σύμφωνα με τον «Paella Index» του πρακτορείου Bloomberg, που βασίζεται σε στοιχεία του Εθνικού Στατιστικού Ινστιτούτου της Ισπανίας. Πρόκειται για ποσοστό τριπλάσιο του πληθωρισμού στη χώρα, που είναι μόλις 6%.

Η εκτίναξη του κόστους παρασκευής της παέγια από τα νοικοκυριά – το Bloomberg διαπιστώνει ότι η αύξηση του κόστους παρασκευής στο σπίτι είναι υψηλότερη από την αυξημένη τιμή στην οποία βρίσκει κανείς το εθνικό πιάτο στα εστιατόρια – οφείλεται κυρίως στην αύξηση κατά 33,5% που κατεγράφη το τελευταίο 12μηνο στη λιανική τιμή του ελαιολάδου στην Ισπανία, στην αύξηση στις τιμές των λαχανικών κατά 23,6% και την αύξηση στην τιμή του ρυζιού κατά 21,2%.

Στο Θεό και η πίτσα

Με αφορμή τον εορτασμό της Εθνικής Ημέρας Πίτσας στις ΗΠΑ την 9η Φεβρουαρίου (ξεκίνησε ο εορτασμός από τους Ιταλούς μετανάστες και μετεξελίχθηκε σε εθνική γιορτή των Αμερικανών) η Eurostat διενήργησε έρευνα για τις ανατιμήσεις του εθνικού πιάτου της Ιταλίας στην Ευρώπη. Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι η αύξηση το μήνα που πέρασε ήταν κατά μέσον όρο 16% σε ετήσια βάση στους «27» – μιλάμε για την πίτσα που μπορεί να αγοράσει κανείς στο δρόμο ή να απολαύσει σε πιτσαρία.

Βεβαίως ο «πληθωρισμός της πίτσας» διαφέρει παρασάγγας από χώρα σε χώρα. Κατ’ αρχάς πρέπει να σημειωθεί ότι στην Ιταλία η τιμή σημείωσε ετήσια αύξηση «μόνο» κατά 10%. Ξεπερνά βέβαια την αύξηση του δείκτη τιμών καταναλωτή στη γειτονική χώρα, αλλά δεν μπορεί να συγκριθεί με την αύξηση κατά 46% που σημείωσε η τιμή της πίτσας στην Ουγγαρία, ή με τις αυξήσεις κατά 39% και 37% που καταγράφτηκαν στη Λιθουανία και τη Βουλγαρία.

Η μικρότερη αύξηση στην τιμή της πίτσας καταγράφτηκε στο Λουξεμβούργο (7%), στην Ιταλία (10%) και στη Γαλλία (13%) σε ετήσια βάση πάντα. Η Eurostat στην έρευνά της για την πίτσα σημειώνει ότι το Δεκέμβριο του 2022 ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη ήταν 9,2% (σε 12μηνη βάση πάντα), ενώ οι τιμές των τροφίμων, του αλκοόλ και των προϊόντων καπνού αυξήθηκαν κατά 13,8%.

Στην Ελλάδα η τιμή της πίτσας αυξήθηκε κατά 15%, λίγο λιγότερο δηλαδή από τον ευρωπαϊκό μέσον όρο.

Σταθεροποιείται το fish & chips

Ο διευθύνων σύμβουλος της μεγαλύτερης αλυσίδας καταστημάτων πώλησης fish & chips στη Βρετανία Τζέιμς Λίπσκομπ μιλώντας σε πρόσφατο ρεπορτάζ του Sky News προσπάθησε να καθησυχάσει τους Βρετανούς, αλλά μάλλον το αντίθετο κατάφερε.

Ο επικεφαλής του The Chesterford Group που «τρέχει» 38 εστιατόρια που σερβίρουν επί τόπου ή δίνουν σε πακέτο το αγαπημένο πιάτο των Βρετανών (τηγανιτό ψάρι πανέ με τηγανιτές πατάτες, σκέτη Κόλαση δηλαδή) δήλωσε ότι έπειτα από τρεις συνεχόμενους μήνες αποκλιμάκωσης των πληθωριστικών πιέσεων στη Βρετανία (10,1% τον Ιανουάριο) οι τιμές πώλησης του fish & chips εμφανίζουν κι αυτές τάσεις σταθεροποίησης.

Ο Τζέιμς Λίπσκομπ σε ένα κρεσέντο ειλικρίνειας μετά από όλα αυτά πρόσθεσε ότι προσωπική του εκτίμηση είναι ότι το κόστος ενός πιάτου fish & chips θα ξαναπάρει την ανιούσα. «Οι τιμές δεν έχουν πιάσει ακόμα την κορυφή», είπε συγκεκριμένα. Και εξήγησε γιατί: «Αγοράζουμε τον μπακαλιάρο κατά 50% ακριβότερα συγκριτικά με πέρυσι εξαιτίας και του νόμου της προσφοράς και της ζήτησης αλλά και του πολέμου στην Ουκρανία».

Ο βρετανός επιχειρηματίας εξήγησε ότι πριν από τον πόλεμο η Ρωσία προμήθευε το 40% της συνολικής ποσότητας των λευκών ψαριών που χρησιμοποιούσαν στη Βρετανία για την παρασκευή του εθνικού τους πιάτου. «Η βρετανική κυβέρνηση δασμολόγησε άγρια τις εισαγωγές από τη Ρωσία και μας ανάγκασε να στραφούμε σε άλλες αγορές κι αυτό είναι κάτι που ανεβάζει τις τιμές», είπε.

Σύμφωνα με τις τα στοιχεία του Sky News και της Forensics Unit, η τιμή του εθνικού πιάτου των Βρετανών είχε εκτιναχθεί κατά 21,7% υψηλότερα το 2022. Κατά δήλωση του Λίμπσκομπ η αύξηση της τιμής των fish & chips στην αλυσίδα που διευθύνει ήταν μόνο 14% «την ώρα που οι προμηθευτές μας αύξησαν τα κόστη κατά 40%», όπως χαρακτηριστικά είπε, προσθέτονας ότι «μόνο η τιμή του μαγειρικού λαδιού αυξήθηκε κατά 75%».

Το τυλιχτό και η αρχοντιά του

Οι άρχοντες είναι πρώτοι σε όλα και το σουβλάκι με γύρο χοιρινό και πίτα αλάδωτη (για απενοχοποίηση) είναι πρώτο σε όλα: σε γευστική απόλαυση (αφού όλοι το ομολογούν), σε διατροφική πληρότητα (αφού εμπεριέχει εσώκλειστη τη σαλάτα) και σε αύξηση της τελικής τιμής του προϊόντος (αφού μπορεί).

Σε ετήσια βάση και συγκεκριμένα το τελευταίο δωδεκάμηνο η αύξηση στην τιμή του τυλιχτού στην Αθήνα ξεπερνά το 25%. Η μέση τιμή είχε εκτιναχθεί ήδη από το 2,80 ευρώ στις αρχές του 2022 στα 3,30 ευρώ στις αρχές του περασμένου καλοκαιριού (είναι μείζον τουριστικό προϊόν το σουβλάκι). Και πλέον η μέση τιμή κυμαίνεται στα 3,50 ευρώ. Για δυο-τρεις μήνες βέβαια. Διότι η τουριστική κίνηση αναμένεται υψηλή και εφέτος.

Τα ρεπορτάζ των ξένων ειδησεογραφικών μέσων που έχουν για θέμα το σουβλάκι είναι αποκαλυπτικά. Τον περασμένο Ιούνιο το Reuters είχε καταγράψει αύξηση 30% της τιμής του τυλιχτού (στα 3,30 ευρώ) σε δωδεκάμηνη βάση, όταν ο πληθωρισμός «είχε φθάσει στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 28 χρόνων και κυμαινόταν γύρω από το 10%».

Γύρω στο 10% αυξήθηκε ο πληθωρισμός; Γύρω στο 30% αυξήθηκε ο γύρος. Το αποτέλεσμα; Το «φθηνότερο ελληνικό πιάτο», όπως το βαφτίζει το Reuters, να μην μπορούν πλέον να το απολαύσουν όλοι οι Έλληνες. Ή να το απολαμβάνουν με φειδώ.

«Ενώ στο παρελθόν αγόραζα δύο ή και τρία σουβλάκια, σήμερα αρκούμαι μόνο σε ένα γιατί έχει ακριβύνει πολύ και ο μισθός μου είναι κολλημένος στα 720 ευρώ», αποκαλύπτει στο Reuters η ηλικίας 58 ετών Μαρίνα Ντότση που εργάζεται ως καθαρίστρια – το ρεπορτάζ είχε γίνει πέρυσι τον Ιούνιο, στην αρχή της τουριστικής περιόδου και τον ίδιο μήνα θα υπάρξει και εφέτος δημοσιογραφικό ενδιαφέρον από τα ξένα μέσα ενημέρωσης.

Μόνο για Αμερικάνους

Το σουβλάκι είναι ένα σαφώς ανελαστικό προϊόν. Αλλά «οι Έλληνες πελάτες μας έχουν μειωθεί σημαντικά», παρατηρεί ο ηλικίας 79 ετών Θανάσης Γκόλας που διευθύνει «ένα από τα παλαιότερα σουβλατζίδικα στο Μοναστηράκι», όπως σημειώνει το βρετανικό πρακτορείο. Όσο για τον Σπύρο Μπαϊρακτάρη, «η οικογένεια του οποίου λειτουργεί εστιατόριο στην ίδια περιοχή πάνω από 140 χρόνια», θεωρεί ότι για όλα φταίει ο πόλεμος στην Ουκρανία. «Ελπίζω ο πόλεμος να τελειώσει σύντομα», δηλώνει στο Reuters.

Ευτυχώς για τους μαγαζάτορες του κέντρου της πρωτεύουσας – αλλά δυστυχώς για τον ντόπιο καταναλωτή του τυλιχτού – τον ρυθμό της ανόδου των τιμών τον δίνει ο ξένος επισκέπτης. «Θα πλήρωνα και 10 ευρώ γι’ αυτό το σουβλάκι, είναι η αποθέωση της γεύσης», είχε δηλώσει πέρυσι το καλοκαίρι στο ρεπορτάζ του Reuters ο Ντέιβ Ντάισις από τη Γεωργία των ΗΠΑ. Ωραία τιμή-στόχο έδωσε για εφέτος στους σουβλατζήδες! Ας σπεύσουν έστω και μέσα στη Σαρακοστή οι γηγενείς καταναλωτές για να κάνουν την αμαρτία τους, διότι όλα δείχνουν ότι το καλοκαίρι το τυλιχτό θα αφορά μόνο τους «Αμερικάνους».

Διαβάστε περισσότερα