Μια σειρά προτάσεων πολιτικής καταθέτει η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), που στόχο έχουν την αντιμετώπιση του προβλήματος ώστε να διασφαλιστεί η υπεραπόδοση των φορολογικών εσόδων, ανοίγοντας το δρόμο είτε για μείωση των φορολογικών βαρών είτε για περαιτέρω ενίσχυση των δημοσιονομικών αποθεμάτων. Πολλές από αυτές έχουν κατά καιρούς δημοσιευθεί στις εκθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, ενώ πολλές συμπίπτουν με τις πρόσφατες πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης.

1) Περαιτέρω διεύρυνση των ηλεκτρονικών συναλλαγών με την επέκταση της χρήσης των φορητών μηχανών διενέργειας συναλλαγών (POS) σε περισσότερες οικονομικές δραστηριότητες. Η αυξημένη χρήση ηλεκτρονικών συναλλαγών έχει συμβάλει καθοριστικά στη βελτίωση της απόδοσης των εσόδων ΦΠΑ. Οι ηλεκτρονικές συναλλαγές, σε αντίθεση με τις συναλλαγές με μετρητά, είναι ανιχνεύσιμες, γεγονός που διευκολύνει το έργο των ελεγκτικών μηχανισμών και περιορίζει τα περιθώρια φοροδιαφυγής.

Η αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών έχει οδηγήσει διαχρονικά σε θεαματική αύξηση της ελαστικότητας των εσόδων ΦΠΑ ως προς τη φορολογική βάση. Πριν από την επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων το 2015 και τη συνακόλουθη διεύρυνση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, μια αύξηση της φορολογικής βάσης κατά μία ποσοστιαία μονάδα εκτιμάται ότι οδηγούσε σε αύξηση των εσόδων ΦΠΑ κατά περίπου 0,8 ποσ. μον. (δηλαδή η ελαστικότητα των εσόδων ΦΠΑ ήταν 0,8). Στο τέλος του 2022 η ελαστικότητα των εσόδων ΦΠΑ εκτιμάται ότι είχε υπερβεί το 1,7. Λόγω της αυξημένης ελαστικότητας, η προβλεπόμενη μεγέθυνση της οικονομίας τα επόμενα έτη και η συνακόλουθη ενίσχυση του μεριδίου αγοράς των διαρκών αγαθών στην καταναλωτική δαπάνη αναμένεται ότι θα συνεχίσουν να ασκούν θετική επίδραση στα έσοδα ΦΠΑ.

2) Παροχή κινήτρων για πληρωμές μέσω χρεωστικών καρτών, αλλά και μέσω τραπεζών. Το μερίδιο της ιδιωτικής κατανάλωσης που δαπανάται μέσω καρτών πληρωμών αυξήθηκε από περίπου 20% το 2019 σε πάνω από 37% κατά τη διάρκεια του 2022. Παρά αυτή τη θεαματική αύξηση, το μερίδιο αυτό εξακολουθεί να υπολείπεται σημαντικά του μέσου όρου της ευρωζώνης, ο οποίος το 2021 ανερχόταν σε 46%. Μάλιστα, στοιχεία του ΟΟΣΑ δείχνουν ότι οι παρεμβάσεις με τις οποίες μειώθηκε το ανώτατο όριο πληρωμών με μετρητά για τις λιανικές συναλλαγές λειτούργησαν επιβοηθητικά προς τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, βελτιώνοντας την εισπραξιμότητα των εσόδων.

3) Παροχή κινήτρων με τη μορφή φοροαπαλλαγών για την αποκάλυψη συναλλαγών σε κλάδους υψηλής φοροδιαφυγής, που θα αποδυνάμωναν αντίστοιχα τα κίνητρα φοροδιαφυγής (π.χ. αποτελεσματικά φορο-κίνητρα για ηλεκτρονικές πληρωμές σε συγκεκριμένες επαγγελματικές κατηγορίες).

4) Συνέχιση της αναβάθμισης των ηλεκτρονικών εργαλείων της ΑΑΔΕ που διευρύνει τις δυνατότητες διαχείρισης και αξιοποίησης των πληροφοριών που συλλέγονται μέσω των ηλεκτρονικών συναλλαγών. Η εν εξελίξει διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τις φορολογικές αρχές θα συμβάλει θετικά προς την ίδια κατεύθυνση.

Ο ρόλος της ΑΑΔΕ είναι σημαντικός προς την κατεύθυνση της βελτίωσης της εισπραξιμότητας των φόρων καθώς δρομολογήθηκε σειρά δράσεων για την αναδιοργάνωση και τον εκσυγχρονισμό των μεθόδων ελέγχου και είσπραξης (π.χ. χρήση ανάλυσης κινδύνου για την επιλογή ελέγχων, διασταύρωση – τρίτες πηγές κ.λπ.), αποδίδοντας προτεραιότητα στις νέες φορολογικές υποθέσεις, στους μεγάλους οφειλέτες και στους στρατηγικούς κακοπληρωτές. Αυτό κατέστη δυνατόν χάρη στην αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών και την εισαγωγή νέων ηλεκτρονικών εργαλείων για την ανταλλαγή πληροφοριών σε πραγματικό χρόνο μέσω του κεντρικού πληροφοριακού συστήματος taxis της ΑΑΔΕ, (π.χ. εφαρμογή “myDATA”, ηλεκτρονική διασύνδεση συσκευών POS με ταμειακές μηχανές κ.λπ.).

5) Η σταθερότητα και περαιτέρω απλοποίηση του φορολογικού συστήματος θα διευκολύνει τη λειτουργία του φοροεισπρακτικού μηχανισμού. Ενδεικτικά αναφέρω ότι η κύρωση του επικαιροποιημένου και απλοποιημένου Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων ενίσχυσε την εισπραξιμότητα των δημοσίων εσόδων μειώνοντας το κόστος συμμόρφωσης, καθώς με το νέο κώδικα καταπολεμείται η πολυνομία, συστηματοποιούνται και αποσαφηνίζονται διάσπαρτες διατάξεις νόμων, ενώ παράλληλα καταργούνται παρωχημένες νομοθετικές ρυθμίσεις.

6) Τέλος, η εντατικοποίηση των προσπαθειών για τη δημιουργία φορολογικής συνείδησης και την καλλιέργεια φορολογικής παιδείας. Το ζήτημα της καλλιέργειας φορολογικής συνείδησης είναι κομβικό και συνδέεται άμεσα με τις ενέργειες για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Η φοροδιαφυγή θεωρείται πράξη παράνομη και αποτελεί έντονα αντικοινωνική συμπεριφορά. Η απόκρυψη εισοδημάτων με σκοπό την πληρωμή χαμηλότερου φόρου και η εμφάνιση πλαστών δαπανών αποτελούν κλοπή του δημόσιου πλούτου. Ο πολίτης που συνεχώς διαμαρτύρεται για ένα πιο οργανωμένο και δίκαιο κράτος οφείλει να αντιλαμβάνεται ότι και ο ίδιος κατέχει ουσιαστικό ρόλο στην ολοκλήρωση αυτού του στόχου. Από την άλλη πλευρά, η δημόσια διοίκηση πρέπει να χαρακτηρίζεται από τις αρχές της διαφάνειας και της λογοδοσίας ώστε να δημιουργείται ένα πλαίσιο εμπιστοσύνης ως προς τη διαχείριση των δημόσιων πόρων. Ο πολίτης με φορολογική κουλτούρα σε ένα τέτοιο περιβάλλον αντιλαμβάνεται ότι τα φορολογικά έσοδα της χώρας του επιστρέφουν σε αυτόν, είτε βελτιώνοντας το βιοτικό του επίπεδο, είτε επιβάλλοντάς του μελλοντικά χαμηλότερη φορολογία.

Διαβάστε ακόμη: