Την εκτίμηση ότι το 2023 είναι «πάρα πολύ κακή χρονιά» για τους παραγωγούς και τον ΕΛΓΑ κι αυτό έγινε αντιληπτό ήδη πριν από την εκδήλωση των καταστροφικών φαινομένων στη Θεσσαλία, τη Ρόδο και τον Έβρο, διατύπωσε ο αντιπρόεδρος του ΕΛΓΑ Γεώργιος Φερετζάνης.

Υπενθύμισε, δε, ότι τα τελευταία χρόνια ο Οργανισμός έχει συνολικά καταβάλει στους ανθρώπους του πρωτογενούς τομέα πάνω από 1 δισ. ευρώ, ποσό που επιβεβαιώνει ότι οι συνθήκες έχουν πλέον αλλάξει, λόγω και της κλιματικής κρίσης.

Μιλώντας από το βήμα του συνεδρίου του Economist στη Θεσσαλονίκη, στο πλαίσιο της 87ης ΔΕΘ, ο κ. Φερετζάνης προανήγγειλε ακόμα την εξαγορά δύο ραντάρ από τον ΕΛΓΑ για το πρόγραμμα αντιχαλαζικής προστασίας στη Βόρεια Ελλάδα, ενώ μίλησε και για συνεργασία με την Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία (ΕΜΥ) ως προς τη χρήση της δικής της σχετικής υποδομής. Προανήγγειλε, δε, την έναρξη προγράμματος αντιχαλαζικής προστασίας και με επίγεια μέσα.

Ο αντιπρόεδρος του Ελληνικού Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛΓΑ) έκανε επίσης λόγο για «ανεπαίσθητη έως μηδαμινή» παρουσία του ιδιωτικού τομέα στην ασφαλιστική κάλυψη ζημιών του αγροκτηνοτροφικού τομέα, κάτι όμως που -όπως είπε- δεν βλέπει να αλλάζει, καθώς η κλιμάκωση των φυσικών καταστροφών, εξαιτίας και της κλιματικής κρίσης, δρα αποτρεπτικά προς αυτή την κατεύθυνση.

Μπροστά σε ασυνήθιστες συνθήκες

Αναλυτικότερα, επικαλούμενος έκθεση ελβετικού ασφαλιστικού φορέα, ο κ. Φερετζάνης είπε πως μόνο στο πρώτο εξάμηνο του 2023, «οι ζημίες από φυσικές καταστροφές (παγκοσμίως) ανήλθαν σε 120 δισ. δολάρια». Το ποσό αυτό δείχνει, όπως είπε, πως πλέον έχουμε να κάνουμε με συνθήκες εξεζητημένες, που δεν ήταν συνήθεις μέχρι πρότινος. Κι αυτό διαπιστώθηκε και στην Ελλάδα, ήδη προ της κακοκαιρίας «Daniel», επισήμανε, αναφέροντας πως το 2022 δεν υπήρξε στη χώρα μας ο συνήθης χειμώνας, αφού το θερμόμετρο έδειχνε τον Δεκέμβριο 20 βαθμούς Κελσίου, ο Μάιος και ο Ιούνιος χαρακτηρίστηκαν από σχεδόν καθημερινές βροχοπτώσεις και ο Ιούλιος από έναν καύσωνα διαρκείας, που χαρακτηρίστηκε ως ο μεγαλύτερος των τελευταίων 30 ετών.

«Προάγγελος της φετινής κακής χρονιάς ήταν ο “Ιανός” πριν από λίγα χρόνια κι ακολούθησε ο παγετός του 2021, για τον οποίο δημιουργήθηκαν ad hoc προγράμματα κρατικών οικονομικών ενισχύσεων, που χρηματοδότησε υπουργείο Οικονομικών. Γενικά τα ακραία φαινόμενα δημιούργησαν συνθήκες που εκτροχίασαν τον προϋπολογισμό του ΕΛΓΑ. Αυτά τα τελευταία χρόνια, ο ΕΛΓΑ χρειάστηκε -με βάση είτε τον κανονισμό του, είτε τα προγράμματα κρατικών οικονομικών ενισχύσεων, είτε την Κρατική Αρωγή- να καταβάλει πάνω από 1 δισ. ευρώ στους παραγωγούς, επιβεβαιώνοντας ότι οι συνθήκες έχουν αλλάξει» είπε.

Εξαγορά δύο ραντάρ από τον ΕΛΓΑ και συνεργασία με την ΕΜΥ

Αναφερόμενος στην ενεργητική προστασία της φυτικής παραγωγής και του ζωικού κεφαλαίου υπενθύμισε ότι ο ΕΛΓΑ «τρέχει» επί δεκαετίες το εθνικό πρόγραμμα αντιχαλαζικής προστασίας στη Βόρεια Ελλάδα, όπου υπάρχουν δυναμικές καλλιέργειες και παρατηρούνται σημαντικές χαλαζοπτώσεις. Για τους σκοπούς του προγράμματος χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα δύο μισθωμένα ραντάρ και τρία αεροπλάνα, αλλά επίκεινται εξελίξεις.

«Μέχρι σήμερα έχουμε μια διαγωνιστική διαδικασία ανά πενταετία, για μίσθωση δύο ραντάρ και τριών αεροπλάνων. Όταν εντοπιστούν από τα τεχνολογικά μέσα και τα ραντάρ του ΕΛΓΑ χαλαζοφόρα νέφη, τα αεροπλάνα σηκώνονται από το Κέντρο Μετεωρολογικών Εφαρμογών του οργανισμού στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης και εκτοξεύουν στα σύννεφα φυσίγγια ιωδιούχου αργύρου, μετατρέποντας το χαλάζι σε βροχή. Θα εντάξουμε στο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ) του ΕΣΠΑ την εξαγορά, από τον ΕΛΓΑ, δύο ραντάρ για το πρόγραμμα αντιχαλαζικής προστασίας στη Βόρεια Ελλάδα. Σε αντίστοιχη εξαγορά, περισσότερων ραντάρ, θα προβεί και η ΕΜΥ και συναποφασίσαμε να καταστρώσουμε από κοινού τις προδιαγραφές, ώστε αμφότερες οι υπηρεσίες να έχουμε πληροφορία από όλα τα ραντάρ» είπε και πρόσθεσε πως, έτσι, ο ΕΛΓΑ δεν θα εξαντλεί τις δυνατότητές του στα δύο ραντάρ που διαθέτει στη Βόρεια Ελλάδα και θα έχει τη δυνατότητα να ασκήσει ευρύτερα την ενεργητική προστασία, χρησιμοποιώντας δεδομένα από ραντάρ που καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της επικράτειας.

Παράλληλα, προσεχώς πρόκειται να δρομολογηθεί πρόγραμμα αντιχαλαζικής προστασίας,χρηματοδοτούμενο σε ποσοστό 100% από το ΠΑΑ, που όμως αυτή τη φορά θα χρησιμοποιεί επίγεια και όχι εναέρια μέσα, κατά το πρότυπο αντίστοιχου προγράμματος, το οποίο έχει τρέξει με επιτυχία στο Μπορντό της Γαλλίας.

Θέμα εννοιολογικό κι όχι τεχνολογικό η μείωση του κινδύνου πυρκαγιών

Την πεποίθηση ότι όταν μιλάμε για την επικινδυνότητα των πυρκαγιών, η μείωση του κινδύνου δεν είναι -για τους επιστήμονες- θέμα τεχνολογικό, αφού η αναγκαία τεχνολογία υπάρχει, αλλά εννοιολογικό, εξέφρασε ο καθηγητής του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ Ιωάννης Γήτας και εξήγησε: «το πρόβλημα είναι οι έννοιες, το πώς αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα (…) Αν δεν αντιληφθώ ποια είναι η επικινδυνότητα της φωτιάς, δεν μπορώ να χαράξω πολιτικές για να αντιμετωπίσω το πρόβλημα».

Προκειμένου λοιπόν να λυθεί αυτός ο εννοιολογικός (και όχι μόνο) γρίφος, τα τελευταία δύο χρόνια, πάνω από 30 επιστημονικές ομάδες, κυρίως στην Ευρώπη, αλλά και την Αυστραλία, τον Καναδά και την Αμερική, προσπαθούν να ποσοτικοποιήσουν τον κίνδυνο της πυρκαγιάς, καταρτίζοντας -για πρώτη φορά ιστορικά- έναν ενιαίο δείκτη, που ποσοτικοποιεί την επικινδυνότητα και συνεκτιμά περιβαλλοντικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς παράγοντες. Αφού αναφέρθηκε στην προσπάθεια αυτή, με τίτλο «FirEUrisk» και αφότου εξήγησε πώς λειτουργούν και ποια είναι τα οφέλη των χαρτών καύσιμης ύλης, αλλά και των δεδομένων για τις κατοικίες σε περιαστικές περιοχές που βρίσκονται σε περιοχές αυξημένης επικινδυνότητας για πυρκαγιές ή ακουμπούν σε δέντρα, ο κ. Γήτας επισήμανε και το «μεγάλο πρόβλημα με τις γραμμές της ΔΕΗ, για τις οποίες πρέπει να υπάρχει επιτήρηση, π.χ., πότε ακουμπάνε τα καλώδια σε δέντρα και πού η τεχνολογία μπορεί να μας τα δείξει», διερωτώμενος «γιατί να πρέπει να κινδυνεύουμε από απλά πράγματα».

«Πρέπει να χαρτογραφούμε και οι χάρτες μας να είναι ενημερωμένοι» είπε, ενώ πρόσθεσε ότι τα διαχειριστικά σχέδια των δασών και οι δασικές μελέτες δεν νοείται να μην λαμβάνουν υπόψη την κλιματική αλλαγή.

 

Διαβάστε ακόμη: