Στις 27 Ιουλίου 2025, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, κ. Ντόναλντ Τραμπ κα ιη πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, κατέληξαν σε συμφωνία σχετικά με τους δασμούς και το εμπόριο. Πρόκειται για μια σημαντική πολιτική συμφωνία στο πιο υψηλό επίπεδο, με την οποία και απετράπη η επιβολή δασμών 30% από τις ΗΠΑ στις εξαγωγές της ΕΕ από την 1η Αυγούστου.
Όπως ανέφερε και ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, η συμφωνία βάζει τέλος σε μια αβεβαιότητα μηνών αναφορικά με το καθεστώς ίσως της πιο σημαντικής διμερούς εμπορικής σχέσης στην παγκόσμια οικονομία.Διασφαλίζει τη διατλαντική ενότητα, αποτρέπει ένα εμπορικό πόλεμο με αλυσιδωτές αρνητικές επιπτώσεις στο διεθνές εμπόριο και στις διεθνείς αλυσίδες διανομής και παραγωγής.
Επίσης, η συμφωνία ενισχύει την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρωπαϊκής οικονομίας στο προβλεπτό μέλλον. Από αυτή την οπτική γωνία, η εξέλιξη είναι θετική. Βεβαίως, η ελληνική κυβέρνηση θα ήθελε ένα χαμηλότερο ποσοστό δασμών, ιδανικά μηδενικό για το σύνολο των διατλαντικών εμπορικών ροών. Από την άλλη, το ποσοστό δασμών που ανακοινώθηκε είναι χαμηλότερο από αυτό που ήταν προγραμματισμένο να εφαρμοσθεί την 1η Αυγούστου.
Από την πλευρά της η τράπεζα Alpha Bank σημειώνει σε σχετική ανάλυση ότι, προκειμένου η πολιτική συμφωνία να καταστεί μία ολοκληρωμένη εμπορική συμφωνία θα πρέπει να διευθετηθούν με σαφήνεια όλες οι λεπτομέρειες που διέπουν τις οικονομικές συναλλαγές ανά κλάδο. Και τούτο επειδή ελλοχεύει ο κίνδυνος διαφορετικών ερμηνειών από τις δύο πλευρές κατά τη διάρκεια της εφαρμογής της, όπως φάνηκε αμέσως μετά τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ ΗΠΑ και Ιαπωνίας. Όμως, ακόμη και στις περιπτώσεις που οι ερμηνείες τους δεν διαφέρουν, η εφαρμογή των δασμών στους επιμέρους κλάδους και η διευθέτηση τεχνικών ζητημάτων μπορεί να απαιτήσει εύλογο χρόνο, όπως αποδεικνύεται στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου.
Σε κάθε περίπτωση, η διατλαντική εταιρική σχέση αποτελεί βασική αρτηρία του παγκόσμιου εμπορίου και είναι η σημαντικότερη διμερής εμπορική και επενδυτική σχέση στον κόσμο. Το εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών ΕΕ-ΗΠΑ διπλασιάστηκε την τελευταία δεκαετία, ξεπερνώντας τα 1,6 τρισ. ευρώ το 2024, με 867 δισ. ευρώ εμπορίου αγαθών και 817 δισ. ευρώ εμπορίου υπηρεσιών. Αυτό αντιστοιχεί σε πάνω από4,2 δισ. ευρώ αγαθών και υπηρεσιών που διασχίζουν τον Ατλαντικό καθημερινά. Αυτή η βαθιά και ολοκληρωμένη εταιρική σχέση υποστηρίζεται από αμοιβαίες επενδύσεις. Το 2022 οι επιχειρήσεις της ΕΕ και των ΗΠΑ επένδυσαν εκατέρωθεν 5,3 τρισ. Ευρώ στις αγορές τους.

Τι περιλαμβάνει η συμφωνία ΗΠΑ – Ε.Ε.

Σύμφωνα με σχετικό ενημερωτικό σημείωμα της Κομισιόν, οι βασικές δεσμεύσεις και των δύο πλευρών περιλαμβάνουν,μεταξύ άλλων:
Θέσπιση ενιαίου, χωρίς αποκλεισμούς ανώτατου δασμολογικού ορίου των ΗΠΑ ύψους 15 % για τα εμπορεύματα της ΕΕ. Από την 1η Αυγούστου, οι ΗΠΑ θα εφαρμόζουν αυτόν τον ανώτατο δασμό στη συντριπτική πλειονότητα των εξαγωγών της ΕΕ. Πρόκειται για έναν συνολικό δασμολογικό συντελεστή και αντιπροσωπεύει ένα ανώτατο όριο, συμπεριλαμβανομένου του δασμού του μάλλον ευνοούμενου κράτους (MFN) των ΗΠΑ, ο οποίος προηγουμένως στοιβαζόταν επιπλέον των πρόσθετων δασμών που εισήγαγαν οι ΗΠΑ.
Το ανώτατο όριο του 15 % ισχύει για όλες σχεδόν τις εξαγωγές της ΕΕ που υπόκεινται επί του παρόντος σε αμοιβαίους δασμούς (εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες ο δασμός ΜΕΚ των ΗΠΑ υπερβαίνει το 15 %, οπότε εφαρμόζεται μόνο ο δασμός ΜΕΚ χωρίς πρόσθετους δασμούς).
Το ανώτατο όριο του 15 % ισχύει επίσης για τα αυτοκίνητα και τα ανταλλακτικά αυτοκινήτων, τα οποία επί του παρόντος υπόκεινται σε δασμό έως 25 % με πρόσθετο δασμό ΜΕΚ 2,5 %, παρέχοντας άμεση δασμολογική απαλλαγή.
Το ανώτατο όριο του 15 % θα ισχύει επίσης για τυχόν μελλοντικούς δασμούς σε φαρμακευτικά προϊόντα και ημιαγωγούς, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που βασίζονται στο άρθρο 232. Μέχρις ότου οι ΗΠΑ αποφασίσουν εάν θα επιβάλουν πρόσθετους δασμούς στα προϊόντα αυτά σύμφωνα με το άρθρο 232, θα εξακολουθήσουν να υπόκεινται μόνο στους δασμούς ΜΕΚ των ΗΠΑ.
Παροχή ειδικής μεταχείρισης για στρατηγικά προϊόντα. Από την 1η Αυγούστου 2025, οι δασμοί των ΗΠΑ σε αεροσκάφη και εξαρτήματα αεροσκαφών της ΕΕ, ορισμένα χημικά προϊόντα, ορισμένα γενόσημα φάρμακα ή φυσικούς πόρους θα επανέλθουν στα επίπεδα πριν από τον Ιανουάριο. Αυτό θα παράσχει άμεση δασμολογική ελάφρυνση για βασικές βιομηχανίες της ΕΕ, ενώ η ΕΕ και οι ΗΠΑ συμφώνησαν να συνεχίσουν να εργάζονται για την προσθήκη περισσότερων προϊόντων στον κατάλογο αυτό.
Συνένωση δυνάμεων για την προστασία των τομέων του χάλυβα, του αλουμινίου και του χαλκού από τον αθέμιτο και στρεβλωτικό ανταγωνισμό. Η παγκόσμια πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα απειλεί εξίσου τη βιομηχανία της ΕΕ και των ΗΠΑ. Από κοινού, η ΕΕ και οι ΗΠΑ θα καθορίσουν δασμολογικές ποσοστώσεις για τις εξαγωγές της ΕΕ σε ιστορικά επίπεδα, μειώνοντας τους ισχύοντες δασμούς κατά 50 %, διασφαλίζοντας παράλληλα από κοινού τον θεμιτό παγκόσμιο ανταγωνισμό.
Εξασφάλιση αξιόπιστης πρόσβασης σε κρίσιμες πηγές ενέργειας και μελλοντοστραφείς προμήθειες. Η ΕΕ προτίθεται να προμηθευτεί από τις ΗΠΑ υγροποιημένο φυσικό αέριο, πετρέλαιο και προϊόντα πυρηνικής ενέργειας με αναμενόμενη απορρόφηση ύψους 750 δισ. δολαρίων ΗΠΑ (περίπου 700 δισ. ευρώ) κατά τα επόμενα τρία έτη. Αυτό θα συμβάλει στην αντικατάσταση του ρωσικού φυσικού αερίου και πετρελαίου στην αγορά της ΕΕ. Η ΕΕ προτίθεται επίσης να αγοράσει μικροκυκλώματα ΤΝ αξίας 40 δισ. ευρώ, τα οποία είναι απαραίτητα για τη διατήρηση του τεχνολογικού πλεονεκτήματος της ΕΕ.
Προώθηση και διευκόλυνση των αμοιβαίων επενδύσεων και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Οι εταιρείες της ΕΕ έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον να επενδύσουν τουλάχιστον 600 δισ. δολάρια ΗΠΑ (περίπου 550 δισ. ευρώ) σε διάφορους τομείς στις ΗΠΑ έως το 2029, ενισχύοντας περαιτέρω τις ήδη σημαντικές υφιστάμενες επενδύσεις ύψους 2,4 τρισ. Ευρώ.

Τα “θολά” σημεία της συμφωνίας

Σύμφωνα με την ανάλυση της τράπεζας Alpha Bank, ένας παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη και αυξάνει την αβεβαιότητα για την Ευρώπη είναι ότι η σημερινή συμφωνία περιλαμβάνει μεγάλες υποσχέσεις της ΕΕ, πέραν των δασμών. Η ΕΕ φαίνεται να έχει δεσμευτεί να αγοράσει προϊόντα ενέργειας από τις ΗΠΑ αξίας 750 δισ. δολαρίων, ενώ θα επενδύσει 600 δισ. δολάρια στις ΗΠΑ.
Δεν έχει διευκρινιστεί αν θα πρόκειται για ευρωπαϊκά κονδύλια ή θα εμπλακεί και ο ιδιωτικός τομέας της κάθε χώρας-μέλους. Επιπλέον, οι υποσχέσεις της ΕΕ για μεγάλης κλίμακας αγορές αμερικανικών όπλων ενέχουν μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας, αφού οι στρατιωτικές αποφάσεις για τις δαπάνες εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των κρατώνμελών και όχι της ΕΕ, ενώ το νέο ταμείο της ΕΕ για κοινές στρατιωτικές προμήθειες περιλαμβάνει αυστηρές διατάξεις για αγορά ευρωπαϊκών αμυντικών όπλων.
Σε κάθε περίπτωση η αποτροπή ενός εμπορικού πολέμου είναι ένα πολύ θετικό αποτέλεσμα. Επίσης, ο ενιαίος δασμός ύψους 15% εκτιμάται ότι είναι διαχειρίσιμος από την πλευρά της Ευρώπης. Σε αυτό το πλαίσιο, ποιες θα μπορούσαν να είναι οι αναμενόμενες επιπτώσεις των αμερικανικών δασμών στην ευρωπαϊκή οικονομία; Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες , η επίπτωση πιθανόν να μην είναι ιδιαίτερα μεγάλη για τις χώρες της ΕΕ (από 0% έως 0,5% του ΑΕΠ).
Σε κάθε περίπτωση, όμως, ανεξάρτητα από το μέγεθός της, η επίπτωση αυτή θα διαφέρει τόσο μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών, όσο και μεταξύ των κλάδων. Σε επίπεδο χωρών, η Ιρλανδία, η Γερμανία, η Ιταλία, η Γαλλία και η Ολλανδία συγκαταλέγονται μεταξύ αυτών που είναι πιο εκτεθειμένες στους δασμούς επειδή οι εξαγωγές τους προς τις ΗΠΑ το 2024, σε όρους αξίας, ήταν πολύ υψηλές (Γερμανία: 161,2 δισ. ευρώ, Ιρλανδία: 72,1 δισ. ευρώ, Ιταλία: 64,8 δισ. ευρώ, Γαλλία: 47,1 δισ. ευρώ, Ολλανδία 43,4 δισ. ευρώ).
Σε επίπεδο κλάδων, οι επιπτώσεις αναμένεται να είναι άνισες, κυρίως λόγω των διαρθρωτικών διαφορών των αγορών τους, όπως ο βαθμός εξάρτησης από τις αμερικανικές αγορές. Τα φαρμακευτικά προϊόντα, η αυτοκινητοβιομηχανία, τα μηχανήματα και ο εξοπλισμός αποτελούν τους κλάδους με την υψηλότερη εξαγωγική δραστηριότητα προς τις ΗΠΑ. Τούτο, σημαίνει ότι οι χώρες που εξάγουν αυτά τα αγαθά στις ΗΠΑ, όπως η Ιρλανδία, το Βέλγιο και η Γερμανία, αντιμετωπίζουν δυσανάλογους κινδύνους.Oι δασμολογικές επιπτώσεις φαίνεται να είναι διαχειρίσιμες για την οικονομία της ΕΕ, η οποία διατηρεί ορισμένα εργαλεία για την καλύτερη αντιμετώπισή τους. Ένα τέτοιο εργαλείο είναι ο Μηχανισμός Αποτροπής Μέτρων Εξαναγκασμού (Anti Coercion Instrument- ACI) που επιτρέπει στην EE να επιβάλλει κυρώσεις σε χώρες που θεωρείται ότι υιοθετούν εχθρικές οικονομικές πολιτικές.

Η εικόνα της ελληνικής οικονομίας

Η εμπορική συμφωνία ΗΠΑ – Ε.Ε. βρίσκει την ελληνική οικονομία σε μια κατάσταση όπου, παρά την επιβάρυνση του διεθνούς περιβάλλοντος λόγω της ανόδου του εμπορικού προστατευτισμού και των γεωπολιτικών αναταράξεων με επίκεντρο την Μέση Ανατολή, εμφανίζει θετικές επιδόσεις, με ανάπτυξη ΑΕΠ που υπερβαίνει τον μέσο όρο της ευρωζώνης, σταθερή μείωση της ανεργίας και ενίσχυση της δημοσιονομικής εικόνας, με πρωτογενή πλεονάσματα και φθίνουσα πορεία του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ. Η εμπιστοσύνη ενισχύεται περαιτέρω από την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και την πρόοδο στις ψηφιακές μεταρρυθμίσεις.
Πιο συγκεκριμένα, ο ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης εξακολουθεί να είναι υψηλότερος από τους Ευρωπαϊκούς μέσους όρους. Το πρώτο τρίμηνο του 2025 το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,2% σε ετήσια βάση έναντι 1,5% του μέσου όρου της Ευρωζώνης και 1,6% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ27). Η οικονομική δραστηριότητα στη χώρα μας αυξάνεται με ρυθμό υψηλότερο έναντι των ευρωπαϊκών μέσων όρων από το τρίτο τρίμηνο του 2021, έχοντας ως βασικό μοχλό ανάπτυξης την ιδιωτική κατανάλωση παρά τον επίμονο πληθωρισμό.
Κινητήριοι μοχλοί είναι η ιδιωτική κατανάλωση, οι επενδύσεις και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών.Ειδικά το ποσοστό της ιδιωτικής κατανάλωσης στο ΑΕΠ υπερέβη το 70% στην Ελλάδα το πρώτο τρίμηνο, το οποίο ήταν το υψηλότερο ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ-27. Η θετική αυτή πορεία της ελληνικής οικονομίας ενισχύεται από τη σημαντική συμβολή του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), από το οποίο έχουν αντληθεί άνω των 21 δισ. ευρώ έως τον Ιούνιο του 2025. Παράλληλα, η ανεργία υποχωρεί σταδιακά, με το ποσοστό να προβλέπεται στο 9,7% το 2025.
Από την άλλη, η δημοσιονομική απόδοση το 2024 ήταν ισχυρή, με πρωτογενές πλεόνασμα 4,8% του ΑΕΠ και συνολικό πλεόνασμα 1,3% του ΑΕΠ. Οι δημοσιονομικές προοπτικές για το 2025 παραμένουν θετικές, με την Ετήσια Έκθεση Προόδου 2025 να προβλέπει τη συνέχιση των πρωτογενών πλεονασμάτων. Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, το πρώτο πεντάμηνο του 2025 το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης (ΓΚ) διαμορφώθηκε σε 5,4 δισ. ευρώ, δυόμισι φορές μεγαλύτερο έναντι του αντίστοιχου περυσινού (2,1 δισ. ευρώ). Παράλληλα, το συνολικό ισοζύγιο της ΓΚ, συμπεριλαμβανομένων τόκων, διαμορφώθηκε σε πλεόνασμα ύψους 2,1 δισ. ευρώ έναντι ελλείμματος 1,6 δισ. ευρώ το πρώτο πεντάμηνο του 2024. Η αύξηση των εσόδων είναι μεγαλύτερη από την αντίστοιχη των δαπανών, με την αύξηση των εσόδων από φόρους να σχετίζεται με την άνοδο της απασχόλησης, του διαθέσιμου εισοδήματος αλλά και με τις μεταρρυθμίσεις που έχουν εφαρμοστεί για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.

Η αντιμετώπιση των προκλήσεων

Πάντως, το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο (ΕΔΣ), στην πρόσφατη έκθεσή του επισημαίνει ότι, η τρέχουσα περίοδος χαρακτηρίζεται από αυξημένη αβεβαιότητα λόγω των συνεχιζόμενων γεωπολιτικών εντάσεων, στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, αλλά και λόγω της ασάφειας στο διεθνές εμπόριο. Η ελληνική οικονομία καλείται να ισορροπήσει τις αυξημένες αμυντικές δαπάνες με την ενίσχυση των παραγωγικών επενδύσεων σε κλάδους υψηλής προστιθέμενης αξίας, δίνοντας έμφαση στις τεχνολογίες αιχμής, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, οι οποίες αποτελούν κινητήριο δύναμη για τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Με τη σειρά της, η ανάπτυξη αυτή θα επιτρέψει τη βιώσιμη αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων, τη διεύρυνση της δυνατότητας χρηματοδότησης κοινωνικών πολιτικών, καθώς και τη μείωση του υψηλού ποσοστού του δημοσίου χρέους. Παράλληλα, η συνέχιση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και η στρατηγική μείωσης του χρέους παραμένουν ζωτικής σημασίας για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα και την περεταίρω ενίσχυση της εμπιστοσύνης των αγορών.
Αναλυτικότερα, η γεωπολιτική αστάθεια που προκαλούν οι πολεμικές συρράξεις στην ευρύτερη περιοχή αυξάνουν την αβεβαιότητα, γεγονός που σίγουρα θα επηρεάσει αρνητικά την ελληνική οικονομία. Η γεωπολιτική αστάθεια ωθεί σε αυξημένες αμυντικές δαπάνες με δημοσιονομικές επιπτώσεις. Αξίζει να αναφερθεί ότι η ελληνική οικονομία μέσω της European Defence Industry Programme (2025–2027) δύναται λάβει κονδύλια προκειμένου να χρηματοδοτήσει τις υποδομές παραγωγής αμυντικών συστημάτων και να ενισχύσει συνεπώς της εγχώρια αμυντική βιομηχανία και μέσω νέων start-up στον αμυντικό τομέα.
Από την άλλη, το πώς θα εξελιχθεί ο νέος χάρτης του παγκόσμιου εμπορίου και η θέση της ευρωπαϊκής οικονομίας σε αυτόν παραμένει ένα ανοικτό ζήτημα. Σύμφωνα και με το ΙΟΒΕ, για μια οικονομία όπως η δική μας, που έχει έντονη ανάγκη μεγέθυνσης μέσω εξαγωγών υψηλής αξίας οι αλλαγές που λαμβάνουν χώρα ή αναμένονται δεν φέρνουν μόνο πιέσεις και προκλήσεις αλλά δημιουργούν και σημαντικές ευκαιρίες. Τόσο στο χώρο των προϊόντων όσο και των υπηρεσιών, η επιλεκτική ή γενικευμένη επιβολή δασμών και άλλων Ευκαιρίες για εξαγωγές σε αλυσίδες υψηλότερης αξίας περιορισμών στις εισαγωγές σε διαφορετικές οικονομίες απαιτεί εγρήγορση για εκμετάλλευση σχετικών κενών και στρατηγική τοποθέτηση σε χώρους όπου υπάρχουν ελλείμματα.
Το ΙΟΒΕ σημειώνει ότι πολλές ελληνικές επιχειρήσεις απέδειξαν ανθεκτικότητα κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους και πολλές από αυτές έχουν ενδυναμωθεί σημαντικά στη συνέχεια. Μόνο όμως με ενίσχυση της παρουσίας τους σε αγορές υψηλής αξίας και τοποθέτησης στις κατάλληλες αλυσίδες προσφοράς θα μπορούν να βρίσκονται σταθερά σε μια δυναμική πορεία. Παράλληλα, η ανταπόκριση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις εξελίξεις, με προσαρμογή και νέα στόχευση και των προγραμμάτων χρηματοδότησης, δημιουργεί επίσης ευκαιρίες για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Συνολικά, είναι συνθήκη ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας η στροφή προς παραγωγή υψηλότερης αξίας, με προϊόντα και υπηρεσίες ποιότητας και εξειδίκευσης. Μια τέτοια εξέλιξη είναι αναγκαία και για την σταδιακή εξομάλυνση του ανησυχητικού εμπορικού ισοζυγίου.