Η διαρκώς αυξανόμενη αλληλεξάρτηση των οικονομιών ανά τον κόσμο τις δεκαετίες που μεσολάβησαν και η συνεχής άνοδος της Κίνας με την τεχνολογική και επιστημονική της αναβάθμιση, τείνουν να κλονίσουν σήμερα την τεχνολογική ηγεμονία της υπερδύναμης. Μολονότι οι ΗΠΑ διατηρούν την πρωτοκαθεδρία στην υψηλή τεχνολογία αιχμής, το Πεκίνο δεν κρύβει την πρόθεσή του να την αμφισβητήσει, κλιμακώνοντας τον μεταξύ τους ανταγωνισμό. Εναν ανταγωνισμό που έγινε περισσότερο ορατός με τον εμπορικό πόλεμο του προηγούμενου προέδρου των ΗΠΑ και τις κυρώσεις σε κινεζικές εταιρείες υψηλής τεχνολογίας, αλλά και από πλευράς του Πεκίνου με το πρόγραμμα Made in China 2025, κεντρικός στόχος του οποίου είναι η ανάδειξη της Κίνας σε παγκόσμια υπερδύναμη στην Τεχνητή Νοημοσύνη, στη ρομποτική, στο Ιντερνετ και σε κάθε τεχνολογία αιχμής.

Bloomberg- Αγώνας δρόμου στην Κίνα για επεξεργαστές 3ης γενιάς

Ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ έχει αναθέσει στον «τσάρο» της κινεζικής οικονομίας, αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και υπερυπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, Λιου Χε, να αναλάβει πρωτοβουλίες για να ενισχύσει την εγχώρια βιομηχανία επεξεργαστών και να τη βοηθήσει να αναπτυχθεί παρακάμπτοντας τα προβλήματα που της δημιουργούν οι αμερικανικές κυρώσεις. Το χαρτοφυλάκιο του Λιου Χε εκτείνεται από το εμπόριο μέχρι τα θέματα χρηματοοικονομικής και την τεχνολογία και από τα μέσα του έτους έχει αναλάβει να βρει τρόπους για να δώσει ώθηση στην ανάπτυξη των επεξεργαστών τρίτης γενιάς.

Εχει αναλάβει έτσι τον σχεδιασμό ευρέος φάσματος πολιτικών που θα στηρίξουν την τεχνολογία των επεξεργαστών. Οπως σχολίασε πρόσφατα ο Γκου Βενζούν, επικεφαλής του τομέα αναλύσεων στην ερευνητική εταιρεία ICwise, «η Κίνα είναι πρώτη στον κόσμο στη χρήση επεξεργαστών, γι’ αυτό και είναι πρώτη της προτεραιότητα να διασφαλίσει την εφοδιαστική της αλυσίδα στον κλάδο». Ο ίδιος πρόσθεσε πως «δεν είναι δυνατόν για καμία χώρα να ελέγχει συνολικά την εφοδιαστική αλυσίδα, αλλά σίγουρα είναι πολύ πιο αποτελεσματική η προσπάθεια μιας χώρας από τις προσπάθειες μιας εταιρείας». Ο Κινέζος πρόεδρος βασίζεται στον στενό σύμβουλό του πιστεύοντας πως θα βοηθήσει την Κίνα να αποκρούσει τις απειλές των ΗΠΑ, που επιδιώκουν να ανακτήσουν την αλλοτινή υπεροχή τους στη βιομηχανία επεξεργαστών. Η προηγούμενη κυβέρνηση των ΗΠΑ υπό τον Ντόναλντ Τραμπ επέβαλε κυρώσεις σε κινεζικούς κολοσσούς, από τη Huawei μέχρι τη SMIC, αποκλείοντάς τες από την αμερικανική τεχνολογία και από τις προμήθειες εξαρτημάτων κρίσιμων για τον σχεδιασμό και την παραγωγή επεξεργαστών προηγμένης λογικής.
Το γεγονός ότι αναλαμβάνει να ασχοληθεί με το θέμα ένας από τους στενότερους και πιο έμπιστους συνεργάτες του προέδρου Σι καταδεικνύει τη σημασία που αποδίδει το Πεκίνο στην πρωτοβουλία αυτή, όταν την ίδια στιγμή το ζήτημα αποτελεί προτεραιότητα για τους ανταγωνιστές της Κίνας, από τις ΗΠΑ μέχρι την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα.

Ολες αυτές οι χώρες έχουν αποδυθεί σε έναν αγώνα να οικοδομήσουν τη δική τους βιομηχανία επεξεργαστών. Ο Κινέζος πρόεδρος έχει ζητήσει από τον σύμβουλό του και απόφοιτο του Χάρβαρντ να αντιμετωπίσει δυναμικά τα θέματα εθνικής ασφάλειας, καθιστώντας τον παράλληλα κύριο διαπραγματευτή στις επαφές με τις ΗΠΑ και πρόεδρο της Επιτροπής Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Από την άνοιξη ο κ. Λιου έχει ηγηθεί της ομάδας εργασίας για θέματα τεχνολογίας που έχει αναλάβει να αναπτύξει την επόμενη γενιά τεχνολογίας επεξεργαστών. Ο 69χρονος αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, που από το 2018 ηγείται των προσπαθειών για τεχνολογική μεταρρύθμιση της χώρας, εποπτεύει παράλληλα τα προγράμματα που ίσως πρόκειται να οδηγήσουν σε μεγάλα βήματα μπροστά σχετικά με την παραγωγή επεξεργαστών. Ανάμεσα σε αυτά μπορεί να είναι μια επιτυχία της Κίνας να αναπτύξει δικό της λογισμικό για τον σχεδιασμό επεξεργαστών και μηχανών υπεριώδους λιθογραφίας.

Bloomberg- Κόντρα μεταξύ βιομηχανιών στις ΗΠΑ για το «πακέτο» Μπάιντεν 52 δισ. δολαρίων

Μεγάλη ένωση αμερικανικών βιομηχανιών καλεί την Ουάσιγκτον να επιτρέψει την επιδότηση, όχι μόνο των αμερικανικών εταιρειών, αλλά και των ασιατικών –όπως των TSM και Samsung– από το «πακέτο» των 52 δισ. δολαρίων που προβλέπει η κυβέρνηση Μπάιντεν για την παραγωγή επεξεργαστών εντός των ΗΠΑ.
Σύμφωνα με τον Μπέρτραντ Λόι, πρόεδρο της SEMI, της οποίας μέλη είναι 2.400 βιομηχανίες επεξεργαστών, αν η υπερδύναμη θέλει να οικοδομήσει ένα ισχυρό «οικοσύστημα» στην επικράτειά της πρέπει να είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση και οι Taiwan Semiconductor Manufacturing (TSM) και Samsung Electronics . Οι δύο βιομηχανίες, η ταϊβανέζικη TSM και η νοτιοκορεατική Samsung, οικοδομούν ήδη νέες μονάδες παραγωγής στην Αμερική για να αυξήσουν την παραγωγική τους δυνατότητα στη χώρα. Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην αρχή της εβδομάδας, ο κ. Λόι διευκρίνισε πως «η βιομηχανία επεξεργαστών είναι ένα ιδιαιτέρως περίπλοκο οικοσύστημα που βασίζεται σε εταιρείες από Ιαπωνία, Ευρώπη, Βόρεια Αμερική, Ταϊβάν και Κίνα. Γι’ αυτό, αν η κυβέρνηση των ΗΠΑ θέλει να ανθήσει η βιομηχανία αυτή στη χώρα πρέπει να διαθέσει τις επιδοτήσεις σε όλους τους παράγοντες, αδιακρίτως χώρας προέλευσης».

 

Η κυβέρνηση Μπάιντεν προτίθεται να διαθέσει 52 δισ. δολάρια για την ενίσχυση της εγχώριας βιομηχανίας επεξεργαστών. Τόσο οι ΗΠΑ όσο και οι περισσότερες μεγάλες οικονομίες ανά τον κόσμο σπεύδουν να ενισχύσουν την εγχώρια εφοδιαστική αλυσίδα επεξεργαστών για να αποφύγουν μια επανάληψη της έλλειψής τους, που έχει πλήξει τις βιομηχανίες. Το σχετικό νομοσχέδιο για τη χρηματοδότηση των εγχώριων βιομηχανιών εντάσσεται σε ευρύτερη δέσμη νομοθετικών πρωτοβουλιών που στοχεύει στην ανάσχεση της Κίνας και ψηφίστηκε από τη Γερουσία τον Ιούνιο. Εκτοτε το σχετικό νομοσχέδιο έχει «κολλήσει» στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Τον Νοέμβριο ο επικεφαλής της Γερουσίας, Τσακ Σούμερ, και η πρόεδρος της Βουλής, Νάνσι Πελόσι, ανακοίνωσαν ότι συμφώνησαν σε μια εκδοχή του νομοσχεδίου που μπορεί να εγκριθεί και από τα δύο σώματα του αμερικανικού Κογκρέσου.

Εως τώρα δεν έχουν προκύψει σχετικές προτάσεις. Στο μεταξύ, χωρίς να έχει ακόμη εγκριθεί η χρηματοδότηση του κλάδου, οι εταιρείες διαγκωνίζονται για το ποια πληροί τις προϋποθέσεις για τα κίνητρα που προβλέπει το σχετικό νομοσχέδιο. Ο διευθύνων σύμβουλος της Intel Corp, Πατ Γκέλσινγκερ, έχει επανειλημμένως υποστηρίξει πως οι Αμερικανοί φορολογούμενοι πρέπει να επιδοτήσουν μόνο τις εγχώριες βιομηχανίες, ενώ ο πρόεδρος της ταϊβανέζικης TSM, Μαρκ Λιου, επιμένει πως κάτι τέτοιο θα ήταν «αρνητικό» για την Αμερική. Και ο κ. Λόι, προεδρεύων της SEMI αλλά και διευθύνων σύμβουλος της βιομηχανίας προμηθειών Entegris Inc, που προμηθεύει με πρώτες ύλες τις αμερικανικές βιομηχανίες επεξεργαστών, υπογραμμίζει πως πρέπει οι επιδοτήσεις να είναι στη διάθεση και στις βιομηχανίες εξοπλισμού και πρώτων υλών, καθώς αυτές διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην εφοδιαστική αλυσίδα.

Οπως τονίζει, «αν δεν προσφερθούν κίνητρα και στις εταιρείες πρώτων υλών και εξοπλισμού, θα δημιουργήσετε κενά στην εφοδιαστική αλυσίδα» και προσθέτει πως «είναι προς το συμφέρον όλων να προσφερθούν κίνητρα σε ευρύ φάσμα εταιρειών και σε όλο το οικοσύστημα του κλάδου».

Ο ανταγωνισμός

Υπογραμμίζοντας τον εντεινόμενο παγκόσμιο ανταγωνισμό για την επάρκεια και κυριαρχία στον τομέα των επεξεργαστών, σε σχετική συνεδρίαση που διοργανώθηκε ψηφιακά την άνοιξη, ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν τόνισε πως το Πεκίνο «σχεδιάζει επιθετικά να κυριαρχήσει στην εφοδιαστική αλυσίδα επεξεργαστών και δαπανά πολλά χρήματα».

Ο στόχος

Πριν από τρία χρόνια, το φθινόπωρο του 2018, ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ χαρακτήρισε «μεγαλύτερο κρυφό κίνδυνο για τη χώρα τις εξαρτήσεις της από το εξωτερικό σε κρίσιμες και κεντρικές τεχνολογίες» και όρισε την αλλαγή αυτής της κατάστασης ως κεντρικό στόχο του προγράμματος του Πεκίνου για τα επόμενα χρόνια.

Θέμα κυριαρχίας


Ανακοινώνοντας το ευρωπαϊκό νομοσχέδιο για τους επεξεργαστές, η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν τόνισε πως «το μερίδιο της Ευρώπης, από τον σχεδιασμό έως τη δυνατότητα παραγωγής, έχει μειωθεί και εξαρτώμεθα από την Ασία για τους προηγμένους επεξεργαστές. Γι’ αυτό δεν είναι μόνο θέμα ανταγωνιστικότητας, αλλά και εθνικής κυριαρχίας στην τεχνολογία».