Οι αυξήσεις επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που θα ξεκινήσουν από τον Δεκέμβριο, ενισχύουν το story ανάκαμψης των ελληνικών τραπεζών, σύμφωνα με τη Morgan Stanley. Ο οίκος εξακολουθεί να θεωρεί ότι η Eurobank είναι ο καλύτερος τρόπος για να ποντάρει κανείς στο ελληνικό «recovery story».
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Morgan Stanley, η ΕΚΤ θα αυξήσει τα επιτόκια κατά 10 μονάδες βάσης τον Δεκέμβριο και θα ακολουθήσουν δύο αυξήσεις 20 μονάδων βάσης έκαστη στις δύο επόμενες συνεδριάσεις της, που θα φέρουν το επιτόκιο στο 0% έως τον Μάρτιο του 2023.
Σύμφωνα με τη Morgan Stanley, το 85% (Alpha) έως 90% (Eurobank και Πειραιώς) των δανείων των ελληνικών τραπεζών είναι κυμαινόμενου επιτοκίου. Από την άλλη πλευρά, το 73% (Eurobank) έως 78-79% (Alpha Bank και Πειραιώς) των καταθέσεων είναι σε τρεχούμενους λογαριασμούς, κάτι που σημαίνει ότι οι πιέσεις για επανατιμολόγηση είναι λιγότερο άμεσες.
Έτσι, ο οίκος υπολογίζει ότι κάθε αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης προσθέτει περίπου 2% στα καθαρά επιτοκιακά έσοδα του 2023 για Alpha και Πειραιώς και περίπου 4% για τη Eurobank, κάτι που μεταφράζεται σε θετική επίδραση περίπου 6%, 8% και 10% για τα καθαρά έσοδα του 2023.
Όμως, η Morgan Stanley τονίζει ότι οι θέσεις των ελληνικών τραπεζών στα κρατικά ομόλογα είναι επίσης ένας σημαντικός παράγοντας, καθώς η διεύρυνση του spread κατά 50 μονάδες βάσης έχει επίδραση 7-12 μονάδων βάσης στους δείκτες κεφαλαίων CET1, με δεδομένο ότι το 7-11% του συνολικού ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών είναι τοποθετημένο σε κρατικά ομόλογα. Πάντως, ο οίκος τονίζει ότι με το CET1 στα επίπεδα του 9,9%-13,9%, τα επίπεδα των κεφαλαίων είναι άνετα πάνω από τις ελάχιστες απαιτήσεις.
Σε αυτό το περιβάλλον, η Eurobank παραμένει πρώτη επιλογή της Morgan Stanley, με τον οίκο να βλέπει περιθώρια ανόδου 29% από τα τρέχοντα επίπεδα.