Οι ευρωπαϊκές εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) αυξήθηκαν κατά 63% το 2022, ώστε να αντισταθμιστεί η διακοπή της ροής από τους ρωσικούς αγωγούς, σύμφωνα με μια έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΔΟΕ) που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.

Αυτή η ισχυρή ζήτηση εκ μέρους της Ευρώπης ώθησε προς τα επάνω τις τιμές, οδηγώντας την παγκόσμια αγορά LNG να διπλασιαστεί σε αξία, φτάνοντας το ποσό-ρεκόρ των 450 δισεκατομμυρίων δολαρίων, μολονότι σε όγκο δεν αυξήθηκε παρά μόνο κατά 6%. Για το 2023, ο ΔΟΕ προβλέπει περαιτέρω ανάπτυξη της παγκόσμιας αγοράς κατά 4,3%.

Η Ευρώπη ήταν η βασική κινητήρια δύναμη για την αύξηση της ζήτησης LNG, καθώς απομακρύνθηκε από τους ρωσικούς αγωγούς φυσικού αερίου. «Τα φορτία LNG που παραδόθηκαν στην Ευρώπη αυξήθηκαν κατά 63% πέρσι», υπογραμμίζει ο ΔΟΕ.

Ο όγκος του LNG που εισήχθη στην Ευρώπη αυξήθηκε έτσι κατά 66 δισεκ. κυβικά μέτρα, κάτι που ωφέλησε κατά κύριο λόγο τις ΗΠΑ, χώρα η οποία παρείχε τα δύο τρίτα (43 δισεκ. κυβικά μέτρα) αυτού του επιπρόσθετου όγκου. Η Ευρώπη συμπλήρωσε τις ποσότητες που αναζητούσε από άλλους παρόχους: το Κατάρ (5 δισεκ. κυβικά μέτρα), την Αίγυπτο (5 δισεκ. κυβικά μέτρα), τη Νορβηγία (3 δισεκ. κυβικά μέτρα), την Αγκόλα (2 δισεκ. κυβικά μέτρα) και το Τρίνινταντ και Τομπάγκο (2 δισεκ. κυβικά μέτρα). Άλλα 2 δισεκ. κυβικά μέτρα προήλθαν από τη Ρωσία.

Στα τέλη του έτους, στο απόγειο αυτής της κούρσας εξασφάλισης LNG, μολονότι οι αποθήκες ήταν γεμάτες και ο χειμώνας ήπιος, «περισσότερα από 30 δεξαμενόπλοια μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου» περίμεναν «να συνδεθούν σε εγκαταστάσεις αεριοποίησης στην Ευρώπη αντί να πάνε να πουλήσουν το φορτίο τους φθηνότερα αλλού», σχολίασε ο ΔΟΕ.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία εκτόξευσε επίσης τις ανάγκες για τερματικούς σταθμούς υποδοχής υγροποιημένου φυσικού αερίου και για δεξαμενόπλοια μεταφοράς. Οι παραγγελίες για τάνκερ υπερδιπλασιάστηκαν (+130% σε σύγκριση με το 2021) και έφτασαν τον αριθμό ρεκόρ 165 το 2022, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας οικονομικών δεδομένων Refinitiv, τα οποία επικαλείται ο ΔΟΕ. Κινεζικά ναυπηγεία εξασφάλισαν πάνω από το ένα τρίτο των παγκόσμιων παραγγελιών.

Συνολικά, η παγκόσμια κατανάλωση φυσικού αερίου (σε μορφή LNG ή μέσω αγωγών) μειώθηκε κατά 1,6% το 2022, πέφτοντας στα 4,042 τρισεκατομμύρια κυβικά μέτρα. Φέτος ο ΔΟΕ εκτιμά ότι θα μείνει στάσιμη, επισημαίνοντας τις αβεβαιότητες που υπάρχουν στην αγορά αυτή και, κυρίως, στην κινεζική οικονομία.

Μείωση των εσόδων της Ρωσίας από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο

Την ίδια ώρα, τα έσοδα της Ρωσίας από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου μειώθηκαν σχεδόν κατά 40% τον Ιανουάριο καθώς το ανώτατο όριο τιμών (πλαφόν) και οι δυτικές κυρώσεις συρρίκνωσαν τα κέρδη από τις πιο επικερδείς εξαγωγές της Μόσχας, ανακοίνωσε ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ).

Τα έσοδα της Ρωσίας από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου ανήλθαν στα 18,5 δισεκατομμύρια δολάρια τον Ιανουάριο, 38% λιγότερα από τα έσοδα των 30 δισ. δολαρίων του Ιανουαρίου του 2022, ένα μήνα πριν την εισβολή της στην Ουκρανία , σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΕΑ που ο διεθνής οργανισμός μοιράστηκε με το Reuters.

O εκτελεστικός διευθυντής του ΙΕΑ Φατίχ Μπιρόλ, δήλωσε ότι τα δυτικά μέτρα βάζοντας στο στόχαστρο τις εξαγωγές της ενεργειακές εξαγωγές της Ρωσίας έχουν πετύχει τους στόχους τους σταθεροποιώντας τις αγορές πετρελαίου και περιορίζοντας τα έσοδα της Μόσχας από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου.

«Η προσδοκία μας είναι ότι αυτή η μείωση των εσόδων από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο θα είναι πιο απότομη τους ερχόμενους μήνες. Και ακόμη πιο απότομη μεσοπρόθεσμα, ως ένα αποτέλεσμα στην έλλειψη πρόσβασης στις τεχνολογίες και τις επενδύσεις», δήλωσε ο Μπιρόλ στο Reuters.

Οι διεθνείς κυρώσεις που επιβλήθηκαν στην Ρωσία ως απάντηση στον πόλεμο στην Ουκρανία, περιλαμβανομένου του ανώτατου ορίου των 60 δολαρίων το βαρέλι αργού πετρελαίου που επέβαλλε η Ομάδα των επτά πιο ανεπτυγμένων χωρών του κόσμου (G7), έχουν αφήσει την ρωσική μάρκα Ural να πωλείται σε μεγάλη έκπτωση σε σχέση με το Brent.

Οι 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν επίσης απαγορεύσει από τον Δεκέμβριο τις εξαγωγές ρωσικού πετρελαίου δια θαλάσσης, και έχουν επιβάλλει κυρώσεις στις εξαγωγές τεχνολογιών στην Ρωσία που απαιτούνται για την διύλιση πετρελαίου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βρετανία έχουν επίσης επιβάλλει κυρώσεις στις εξαγωγές ρωσικού πετρελαίου.

Η Μόσχα χρησιμοποίησε τα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο – τον περασμένο χρόνο περίπου 11,6 τρισεκατομμύρια ρούβλια ( 154,68 δισεκατομμύρια δολάρια) – για να καλύψει τις δημοσιονομικές της δαπάνες, και αναγκάστηκε να αρχίσει να πουλάει τα διεθνή συναλλαγματικά της αποθέματα για να καλύψει το έλλειμμα που δημιουργήθηκε από το κόστος της εισβολής της στην Ουκρανία.

Η Ευρώπη την ίδια ώρα προσπαθεί να απεξαρτηθεί από το ρωσικό φυσικό αέριο, αφότου η Μόσχα σταμάτησε τις αποστολές φυσικού αερίου προ της ΕΕ μετά την στρατιωτική εισβολή της στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να εκτιναχθούν οι ευρωπαϊκές τιμές φυσικού αερίου σε ύψη ρεκόρ, και οι χώρες να επιδοθούν σε έναν αγώνα αναζήτησης εναλλακτικών προμηθειών και να δρομολογήσουν μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας.

Ο Μπιρόλ είπε ότι οι χώρες της ΕΕ σημείωσαν πρόοδο στην επίτευξη ενεργειακής ασφάλειας τον περασμένο χρόνο, περιλαμβανομένων της ραγδαίας επέκτασης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των αντλιών θερμότητας για τη μείωση της ανάγκης για ορυκτά καύσιμα.

Αλλά οι κίνδυνοι παραμένουν είπε ο ίδιος και οι χώρες χρειάζεται να συνεχίσουν τις προσπάθειες για εξοικονόμηση ενέργειας και διασφάλισης του εφοδιασμού. Η ικανότητα της Ευρώπης να εξασφαλίσει αρκετό φυσικό αέριο θα μπορούσε να αμφισβητηθεί από την αυξανόμενη ζήτηση από την Κίνα, ή αν η Ρωσία διακόψει το φυσικό αέριο που εξακολουθεί να στέλνει στην Ευρώπη. «Έχουμε κάθε λόγο να δουλέψουμε το ίδιο σκληρά όπως κάναμε πέρυσι» δήλωσε ο Μπιρόλ.

Διαβάστε περισσότερα