Το γεγονός ότι η ποντοπόρος ναυτιλία πλέει σε πελάγη ευτυχίας επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία που δείχνουν πως από τον Ιανουάριο μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2021 έχουν αγοραστεί παγκοσμίως 721 φορτηγά πλοία, ενώ ολόκληρο το 2020 ο αριθμός ήταν συνολικά 529. Αντίστοιχα, οι προσδοκίες για την πορεία των ναύλων στα πλοία μεταφοράς κοντέινερ ενισχύονται σε σχέση με όσους έβλεπαν πτώση των ναύλων από τα ιστορικά υψηλά, δημιουργώντας «φουρτούνες» στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Με δεδομένο μάλιστα ότι τα κέρδη των πλοίων κινούνται ακόμη ψηλότερα, η πρόβλεψη για υποχώρηση των ναύλων περιορίζεται και η πρόβλεψη για καθυστερήσεις και ελλείψεις πρώτων υλών και προϊόντων ενισχύεται.
Από την αρχή του έτους, οι ελληνικές ναυτιλιακές εταιρίες επένδυσαν πάνω από 4,8 δισ. δολάρια για την αγορά 274 φορτηγών πλοίων και είναι στην κορυφή της λίστας των αγοραστών με τις κινέζικες να ακολουθούν με αγορές 221 πλοίων αξίας 2,9 δισ. δολαρίων. Συγκεκριμένα, το οκτάμηνο του 2021 οι Έλληνες αγόρασαν, μεταξύ άλλων, 173 bulkers αξίας 2,84 δισ. δολαρίων, 64 tankers αξίας 1,29 δισ., 27 containers αξίας 360 εκατ. δολαρίων και τέσσερα LNG/LPG αξίας 230 εκατ. δολαρίων, ενώ πέρυσι το αντίστοιχο οκτάμηνο αγόρασαν 108 πλοία επενδύοντας 1,72 δισ. δολάρια.
Οι Έλληνες πλοιοκτήτες είναι οι πιο δραστήριοι και ελέγχουν το 19,42% της παγκόσμιας χωρητικότητας σε τόνους και ανά κλάδο δραστηριότητας ελέγχουν το 30,25% του παγκόσμιου στόλου δεξαμενοπλοίων, το 14,64% του στόλου μεταφοράς χημικών και παραγώγων πετρελαίου, το 15,58% των υγραεριοφόρων, το 20,04% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς χύδην ξηρού φορτίου, το 9,53% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων. Ο ελληνόκτητος στόλος συνεχίζει να αυξάνεται με νέα και ενεργειακά αποδοτικά πλοία, με τη μέση ηλικία τα 9,5 έτη, που είναι χαμηλότερη από τη µέση ηλικία του παγκόσμιου στόλου των 9,9 ετών.
Στην Ε.Ε. – «27» ο ελληνόκτητος στόλος αντιπροσωπεύει το 58%, αποτελώντας στρατηγικό κεφάλαιο για την ευρωπαϊκή ναυτιλία, ενώ ο Πειραιάς είναι το μεγαλύτερο λιμάνι της Μεσογείου και το τέταρτο μεγαλύτερο στην Ευρώπη. Στην Ελλάδα μάλιστα λειτουργούν περισσότερα από 200 ναυλομεσιτικά γραφεία πλοίων, ενώ δραστηριοποιούνται πάνω από 800 επιχειρήσεις εφοδιασμού, επισκευής και υποστήριξης της παγκόσμιας ναυτιλίας. Η ισχυρή ναυτιλιακή και λιμενική δραστηριότητα έχει καταστήσει την Ελλάδα σε ένα από τους σημαντικότερους διαμετακομιστικούς κόμβους, μεταξύ Ασίας και Ευρώπης, με δυναμική παρουσία και μεγάλη ανάπτυξη των εταιριών logistics.
Η αναστάτωση, όμως, που έχει προκαλέσει η πανδημία στα δρομολόγια των πλοίων μεταφοράς κοντέινερ και η αδιάκοπα αυξανόμενη ζήτηση καταναλωτικών προϊόντων έχει δημιουργήσει μια χαοτική κατάσταση στα εμπορικά λιμάνια του κόσμου. Το «μποτιλιάρισμα» έξω από τα λιμάνια, κυρίως της Κίνας και των ΗΠΑ, φτάνει τα 584 ακινητοποιημένα πλοία, ενώ οι καθυστερήσεις επιδεινώνουν τις διαδικασίες φόρτωσης, μεταφοράς, εκφόρτωσης και αποθήκευσης.
Η εφοδιαστική αλυσίδα αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα και δέχεται πλήγματα σε χρόνο και χρήμα, ενώ η περίπλοκη κατάσταση δεν αναμένεται να αποκλιμακωθεί πριν την άνοιξη του 2022. Μάλιστα με στόχο να ξεπεράσουν τα σοβαρά προβλήματα στην εφοδιαστική, μεγάλες πολυεθνικές αλυσίδες του λιανεμπορίου σε ΗΠΑ και Ευρώπη δεν διστάζουν να ναυλώσουν πλοία, που έχουν την ικανότητα μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων για να αποφύγουν τις συνέπειες της διακοπής των ροών σε προϊόντα, ειδικά τη περίοδο των Χριστουγέννων. Τέλος, παρά την παγκόσμια αρρυθμία, στα ευρωπαϊκά λιμάνια με εξαίρεση ίσως τη Μ. Βρετανία, δεν παρατηρούνται ουρές πλοίων, αλλά παρατηρούνται ανησυχητικές ελλείψεις στη βιομηχανία και το εμπόριο.