Το Wayang, η παραδοσιακή τέχνη του κουκλοθέατρου σκιάς της Ινδονησίας, αποτελεί μια από τις πιο παλιές και ζωντανές μορφές αφήγησης στον κόσμο. Με βαθιές ρίζες στη μυθολογία, τη φύση και την κοινωνική ζωή της Νοτιοανατολικής Ασίας, το Wayang δεν είναι απλώς θέαμα, αλλά ένα πνευματικό και πολιτισμικό φαινόμενο που συνοδεύει τελετές και γιορτές, κρατώντας ζωντανές ιστορίες και αξίες αιώνων.
Ο μαριονετίστας, πέρα από καλλιτέχνης, γίνεται ένας οδηγός για το κοινό, ένας φάρος μέσα στη σκοτεινιά της νύχτας που φωτίζει τα μεγάλα ερωτήματα της ζωής.
Ο φωτογράφος Κωνσταντίνος Κορσοβίτης, που ζει ανάμεσα σε Αθήνα και Αυστραλία, αφιέρωσε πάνω από είκοσι χρόνια στην παρατήρηση και καταγραφή αυτού του μοναδικού κόσμου. Από την πρώτη του επαφή με το διεθνές φεστιβάλ Wayang στην Τζακάρτα το 1999, ξεκίνησε ένα μακρύ ταξίδι εξερεύνησης όχι μόνο των παραστάσεων, αλλά κυρίως των ανθρώπων πίσω από αυτές — των μαριονετιστών, των κοινοτήτων τους, της καθημερινότητάς τους. Με μια προσέγγιση που ξεφεύγει από τα κλισέ της σκηνής, ο Κορσοβίτης επιχειρεί να αφαιρέσει το πέπλο της παράστασης και να αποκαλύψει την αυθεντικότητα, τον άνθρωπο και την ψυχή που κρύβεται πίσω από τις φιγούρες.
Σε μια εποχή όπου οι παραδοσιακές τέχνες κινδυνεύουν να χαθούν μέσα σε έναν κόσμο που ομογενοποιείται, το έργο του φωτίζει τη σημασία της διατήρησης και της κατανόησης των πολιτισμικών διαφορών και ομοιοτήτων, δίνοντας φωνή σε μια τέχνη που είναι ταυτόχρονα μοναδική και συλλογική, τοπική και πανανθρώπινη. Μέσα από τις φωτογραφίες, τα αρχεία και το ντοκιμαντέρ του, ανοίγεται ένας διάλογος για την ταυτότητα, την εξουσία, τη φωνή και την παράδοση, που μας καλεί να δούμε τον κόσμο με μεγαλύτερη ενσυναίσθηση.
Οι παραδοσιακές τέχνες είναι η κόλλα που κρατά τα πάντα ενωμένα, που διατηρεί την πολιτιστική μας κληρονομιά και αποτελεί ένα παράθυρο στην ιστορία
Η παρουσίαση του βιβλίου του καλλιτέχνη έγινε στην γκαλερί Blank Wall στην Κυψέλη στην οδό Φ. Νέγρη 55, έναν νέο χώρο που επικεντρώνεται στη σύγχρονη φωτογραφία.
-Κωνσταντίνε, τι ήταν αυτό που σας τράβηξε αρχικά στο παραδοσιακό θέατρο σκιών Wayang και πώς γεννήθηκε η ιδέα του πρότζεκτ;
-Αυτό που με τράβηξε στο θέατρο σκιών ήταν οι πνευματικές του πτυχές και οι μυστικιστικές του ιδιότητες, καθώς και η ικανότητα του δασκάλου να με κάνει να ονειρεύομαι και να εισέρχομαι στα αρχαία Ινδουιστικά βασίλεια.
Με τράβηξε το φως και με μεθούσε η ενέργεια που ερχόταν από την οθόνη. Η αιώνια μάχη μεταξύ καλού και κακού. Η ιδέα για το μακροπρόθεσμο έργο γεννήθηκε στην Τζακάρτα το 1999, όταν με προσκάλεσε η Senawangi να φωτογραφίσω το διεθνές φεστιβάλ Wayang.
Αποφάσισα να επιστρέψω στο πανεπιστήμιο για να κάνω το μεταπτυχιακό μου και να επικεντρώσω τις μακροπρόθεσμες φιλοδοξίες μου στο θέατρο σκιών.

-Από το 1999 μέχρι σήμερα, πώς έχει εξελιχθεί η σχέση σας με τους μαριονετίστες και τις κοινότητες που καταγράφετε;
– Αρχικά, οι κουκλοπαίκτες δίσταζαν να εμπιστευτούν κάποιον ξένο, αλλά με τον καιρό, αυτός ο σκεπτικισμός μετατράπηκε σε εμπιστοσύνη και αυτή σε μια μακρά φιλία. Επισκεπτόμουν πολλούς από αυτούς για 20 χρόνια. Ήθελα το θέμα μου να έχει απόλυτη εμπιστοσύνη σε αυτό που κάνω και να αποκαλύψει τα εσωτερικά του μυστικά. Ο φωτογράφος, το θέμα και αυτή η αρμονική ενέργεια μεταξύ μας.
–Γιατί επιλέξατε να φωτογραφίσετε τους μαριονετίστες στο προσωπικό τους περιβάλλον και όχι πάνω στη σκηνή;
-Επέλεξα αυτό το σκηνικό για να μπορέσω να απογυμνώσω αυτό το επίπεδο ερμηνείας, να αφαιρέσω τη μάσκα του ηθοποιού. Ήθελα να τους δείξω ως καθημερινούς άνδρες και γυναίκες. Ήθελα επίσης κάτι βαθύτερο, κάτι με το οποίο οι θεατές μπορούν να συνδεθούν.
Διαβάστε την συνέντευξη στο ArtViews.gr