Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης ενισχύθηκε σημαντικά τον Ιανουάριο καθώς διαμορφώνεται στις –41,4 μονάδες έναντι -47,9 μονάδες τον Δεκέμβριο, επίπεδο οριακά χαμηλότερο εκείνου πριν ένα χρόνο (-40,5 μονάδες).

Σύμφωνα με τις επισημάνσεις του ΙΟΒΕ, η προεκλογική περίοδος πλησιάζει και όπως συμβαίνει πάντα οι προσδοκίες των καταναλωτών βελτιώνονται. Μέρος αυτής της βελτίωσης αποδίδεται και στα μέτρα ενίσχυσης οικονομικού χαρακτήρα που συνήθως προωθούνται αυτή την περίοδο. Μάλιστα για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια εμφανίζονται άλλοι πολίτες ως οι περισσότερο απαισιόδοξοι στην ΕΕ, καθώς οι καταναλωτές στην Ουγγαρία με επίπεδο δείκτη – 44,7 είναι οι περισσότερο απαισιόδοξοι για τον μήνα Ιανουάριο.

Χαρακτηριστικό πάντως των αποτελεσμάτων το τελευταίο διάστημα και συγκεκριμένα από την αρχή του 2022, είναι ότι πλέον καμιά χώρα δεν βρίσκεται στο θετικό πεδίο τιμών. Οι μέσοι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -22,2 μονάδες στην ΕΕ και στις -20,9 μονάδες στην Ευρωζώνη. Αναλυτικά:

  • Σημαντική βελτίωση στις εκτιμήσεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών τους τελευταίους 12 μήνες. Οι αρνητικές εκτιμήσεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους τους προηγούμενους 12 μήνες αποκλιμακώνονται αισθητά τον Ιανουάριο στις -43,9 μονάδες (έναντι -51,5). Το 61% (από 66%) των νοικοκυριών εκτίμησε ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ μόλις το 3% θεωρεί πως επήλθε μικρή βελτίωση. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -21,4 και -20,9 μονάδες αντίστοιχα.
  • Λιγότερο απαισιόδοξες και οι προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών Οι προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους τους προσεχείς 12 μήνες βελτιώθηκαν τον Ιανουάριο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -36,1 (από -44,4) μονάδες τον Δεκέμβριο. Το 54% (από 58%) των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 10% (από 4%) προβλέπει μικρή βελτίωση. Οι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -12,6 και -11,1 μονάδες αντίστοιχα.
  • Περισσότερο αισιόδοξες και οι προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση της χώρας. Ο αρνητικός δείκτης των προβλέψεων των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας τους το προσεχές 12-μηνο παρουσίασε σημαντική υποχώρηση τον Ιανουάριο και διαμορφώθηκε στις -37,6 (από –48,6) μονάδες. Το 58% (από 63%) των καταναλωτών προέβλεψε ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, έναντι του 20% το οποίο αναμένει σταθερότητα. Οι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -35,0 και -30,1 μονάδες αντίστοιχα.
  • Οριακή επιδείνωση στην πρόθεση για μείζονες αγορές. Η πρόθεση των καταναλωτών για σημαντικές αγορές τους προσεχείς 12 μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.) υποχώρησε οριακά με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -48,0 (από -47,4) μονάδες. Το 59% των καταναλωτών (από 57%) προέβλεψε ότι θα προβεί σε λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες, ενώ το 6% αναμένει το αντίθετο. Οι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -20,0 μονάδες στην ΕΕ και στις -21,4 μονάδες στην Ευρωζώνη.

Μικρή βελτίωση της πρόθεσης για αποταμίευση

Ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες ενισχύθηκε ελαφρά τον Ιανουάριο και διαμορφώθηκε στις –64,1 μονάδες (από -69,2). Το 83% (από 86%) των νοικοκυριών δεν θεωρεί πιθανή την αποταμίευση στο επόμενο 12μηνο, ενώ το 16% τη θεωρεί πιθανή ή πολύ πιθανή. Οι σχετικοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -0,7 μονάδες στην ΕΕ και στις -0,8 μονάδες στην Ευρωζώνη.

  • Σημαντική βελτίωση στις προβλέψεις για την ανεργία. Ο δείκτης πρόβλεψης για την εξέλιξη της ανεργίας τους προσεχείς 12 μήνες υποχώρησε τον Ιανουάριο, στις +16,7 μονάδες, από +32,4 τον Δεκέμβριο. Το ποσοστό των νοικοκυριών που προέβλεψε μικρή ή αισθητή άνοδο της ανεργίας υποχώρησε στο 42% (από 51%), με το 21% (από 11%) των ερωτηθέντων να αναμένει ελαφρά μείωσή της. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις +22,4 και +18,3 μονάδες.
  • Μικρή ενίσχυση των προβλέψεων για άνοδο των τιμών. Ο θετικός δείκτης για τις προβλέψεις μεταβολών στις τιμές τους προσεχείς 12 μήνες ενισχύθηκε ήπια τον Ιανουάριο και διαμορφώθηκε στις +31,4 μονάδες, έναντι +28,6 μονάδων τον Δεκέμβριο. Το 60% (από 55%) των νοικοκυριών προέβλεψε άνοδο τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό και το 17% αναμένει σταθερότητα. Οι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις +18,2 και 17,7 μονάδες αντίστοιχα.
  • Οριακή ενίσχυση του ποσοστού που «μόλις τα βγάζει πέρα». Σχετικά με τις εκτιμήσεις για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού, το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα» ενισχύθηκε οριακά στο 61% (από 60%), ενώ στο 13% διατηρήθηκε το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους. Οι καταναλωτές που δήλωσαν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ αποτελούν το 18% του συνόλου, ενώ το ποσοστό όσων δήλωσαν ότι «έχουν χρεωθεί» υποχώρησε οριακά στο 7%.
  • Εξασθένιση του ποσοστού των νοικοκυριών που είναι αβέβαια για τη μελλοντική οικονομική κατάστασή τους. Στο ερώτημα το οποίο αξιολογεί το βαθμό αβεβαιότητας των νοικοκυριών ως προς τις μελλοντικές οικονομικές εξελίξεις, το 58% έκρινε τον Ιανουάριο ότι η οικονομική κατάστασή του μπορεί να προβλεφθεί δύσκολα ή σχετικά δύσκολα, ποσοστό χαμηλότερο σε σχέση με το 61% του προηγούμενου μήνα. Τον Ιανουάριο, εξετάζονται σε τριμηνιαία βάση στην έρευνα καταναλωτών τρία πρόσθετα ζητήματα, τα οποία εξειδικεύουν περισσότερο την πρόθεση για μείζονες αγορές διαρκών καταναλωτικών αγαθών (αυτοκίνητο, κατοικία) και έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως πρόδρομοι δείκτες για την ιδιωτική κατανάλωση. Αναλυτικά:
  • Μικρή βελτίωση παρουσίασε τον Ιανουάριο η πρόθεση αγοράς αυτοκινήτου εντός των επόμενων 12 μηνών, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -88,2 (από -92,6 τον Οκτώβριο) μονάδες. Αυτή η επίδοση παραμένει αισθητά δυσμενέστερη από τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς δείκτες, οι οποίοι διαμορφώθηκαν στις -68,4 (από -70,1) και – 70,9 (από -73,6) μονάδες, στην ΕΕ και την Ευρωζώνη αντίστοιχα. Το 95,9% (από 96,9%) των καταναλωτών στην Ελλάδα δηλώνει ότι δεν είναι πιθανό να αγοράσει αυτοκίνητο εντός του προσεχούς 12μήνου.
  • Βελτίωση σημειώθηκε και στην πρόθεση για αγορά ή κατασκευή κατοικίας εντός των επόμενων 12 μηνών, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -91,8 (από -94,4) μονάδες, ισοζύγιο επίσης αρκετά χειρότερο από τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς δείκτες, καθώς αυτός διαμορφώθηκε στην ΕΕ στις -79,3 (από -80,4) και στην Ευρωζώνη στις -80,8 (από – 81,8) μονάδες. Το 3,9% (από 2,2%) των νοικοκυριών εγχωρίως δηλώνει ότι ίσως να προβεί σε αγορά ή κατασκευή κατοικίας τον επόμενο χρόνο.
  • Μικρή εξασθένιση καταγράφηκε στο δείκτη της πρόθεσης πραγματοποίησης σημαντικών δαπανών για βελτίωση/ανανέωση της κατοικίας εντός των επόμενων 12 μηνών, ο οποίος διαμορφώθηκε τον Ιανουάριο στις -75,4 (από -73,8) μονάδες. Οι ευρωπαϊκοί δείκτες αντίθετα βελτιώθηκαν και διαμορφώθηκαν στις -50,5 (από -53,5) μονάδες στην ΕΕ και στις -52,4 (από -55,1) μονάδες στην Ευρωζώνη. Το ποσοστό των νοικοκυριών στην Ελλάδα που δηλώνει ότι είναι αρκετά ή πολύ πιθανό να πραγματοποιήσει σημαντικές δαπάνες αυτού του είδους εντός ενός έτους υποχώρησε στο 10,8% (από 11,5%).

Διαβάστε ακόμη: