Η εξέλιξη της υγειονομικής κρίσης, εγχωρίως και διεθνώς, οι παρεμβάσεις πολιτικής για την ανάσχεση των επιπτώσεων της πανδημίας και η αξιοποίηση της αυξημένης ρευστότητας (τραπεζικές χορηγήσεις-Ταμείο Ανάκαμψης), θα είναι οι πλέον καθοριστικοί παράγοντες του ΑΕΠ φέτος.
Αυτό επισημαίνει το ΙΟΒΕ στην τριμηνιαία έκθεσή του ΙΟΒΕ για την ελληνική οικονομία που παρουσιάστηκε νωρίτερα σήμερα.
Όπως αναφέρεται η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί ταχύτερα από ό,τι αναμενόταν νωρίτερα φέτος, με ρυθμό 5,0-5,5% με βάση το βασικό σενάριο εξελίξεων, που καταγράφει το ΙΟΒΕ. Ωστόσο αναφέρει ότι ο ρυθμός αυτός προϋποθέτει ότι δεν θα σημειωθεί νέα έξαρση της πανδημίας στο δεύτερο εξάμηνο του 2021, ότι η ανάκαμψη της Ευρωζώνης θα είναι ταχύτερη της αναμενόμενης στην αρχή του έτους και ότι οι παρεμβάσεις στήριξης, όπως και οι πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης, θα διαμορφωθούν υψηλότερα από ό,τι στον προϋπολογισμό.
AΕΠ
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ η αύξηση του ΑΕΠ θα προέλθει κυρίως από άνοδο των εξαγωγών (+12% με +15%) και της ιδιωτικής κατανάλωσης (+3,5% με +5,5%). Αύξηση θα σημειωθεί και στις επενδύσεις (+14% με +17%). Η δημόσια κατανάλωση επίσης θα ενισχυθεί, από 3,0% έως 4,5%. Η ισχυρά ανερχόμενη εγχώρια ζήτηση θα αποτυπωθεί στη ζήτηση για εισαγωγές (+10% με +13%). Εφόσον σημειωθεί νέα έξαρση της πανδημίας, εγχωρίως και διεθνώς, που θα επενεργήσει αρνητικά στην τουριστική περίοδο, αλλά και στην ανάκαμψη της Ευρωζώνης, διευρύνοντας ωστόσο περαιτέρω τις παρεμβάσεις στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών, η ανάπτυξη θα συγκρατηθεί στην περιοχή του 2,5-3,0%.
Παράλληλα το ΙΟΒΕ αναφέρει ότι η ταχύτητα ανάκαμψης των χωρών θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από παράγοντες που σχετίζονται με την πανδημία, όπως τυχόν εξάπλωση μεταλλάξεων του ιού, η ταχύτητα του εμβολιασμού, αλλά και από διαρθρωτικά χαρακτηριστικά των οικονομιών (π.χ. βαθμός εξάρτησής τους από τον τουρισμό, το διεθνές εμπόριο). Συνισταμένη των τάσεων κατά το τρέχον έτος και των αναμενόμενων εξελίξεων, αποτελεί η πρόβλεψη για ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας φέτος με ρυθμό στην περιοχή του 5,5-6,0%, υπερβαίνοντας την ύφεσή της πέρυσι (4,4%).
Ανεργία
Το ποσοστό της ανεργίας στο βασικό σενάριο μακροοικονομικών εξελίξεων για το 2021 θα διαμορφωθεί στην περιοχή του 16-16,3%, δηλαδή κοντά στο περυσινό επίπεδο, ενώ στο εναλλακτικό σενάριο θα ενισχυθεί ελαφρώς (17,0-17,3%).
Παράλληλα, σύμφωνα με όσα ανέφερε στην παρουσίαση της Έκθεσης, ο καθηγητής Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, σε περίπτωση θετικής εξέλιξης της πανδημίας, εκτιμάται ότι η ανάκαμψη των οικονομιών θα γενικευθεί στους επόμενους μήνες. Στην Ευρώπη, η ύφεση κατά το πρώτο τρίμηνο ήταν χαμηλότερη από αυτή που αναμενόταν, ενώ οι προβλέψεις αφορούν πλέον ισχυρότερη μεγέθυνση στο σύνολο του έτους.
Σύμφωνα με τον κ. Βέττα, επιπλέον, η ελληνική οικονομία έχει την προοπτική ισχυρής ανάκαμψης. Η ύφεση κατά τις μετρήσεις του πρώτου τριμήνου ήταν χαμηλότερη της αρχικά αναμενόμενης, με τους επιμέρους δείκτες να κινούνται θετικά. Η μεγέθυνση για το σύνολο του έτους αναμένεται ισχυρή, ενδεχομένως ανώτερη του 5%, εφόσον, βέβαια, υπήρξε ισχυρή ύφεση κατά το προηγούμενο έτος, άνω του 8%.
Η Οικονομία
Συνολικά, πάντως, κατά την επόμενη πενταετία, οι ρυθμοί μεγέθυνσης της οικονομίας είναι πιθανό να γίνουν ισχυροί και να υπερβούν υπό προϋποθέσεις το 3%, κατά μέσο όρο. Σε αυτό συνεπιτελεί σειρά παραγόντων, όπως το κόστος χρηματοδότησης που πρόκειται να παραμείνει χαμηλό λόγω των πολιτικών των κεντρικών τραπεζών, η μειωμένη αβεβαιότητα και η εισροή πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και άλλα προγράμματα της ΕΕ, επεσήμανε ο κ. Βέττας.
Το μεγάλο επενδυτικό κενό είναι πιθανό σταδιακά να ελαττωθεί όπως και η ανεργία, δίνοντας τροφή στην ανάπτυξη, με την οικονομία να πλησιάζει τις μεσοπρόθεσμες παραγωγικές δυνατότητές της. Στο διάστημα αυτό, η ελληνική οικονομία έχει τη δυνατότητα να μεγεθυνθεί περισσότερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Υπάρχουν, ωστόσο, κρίσιμα ερωτήματα και απαραίτητες συνθήκες, ούτως ώστε αφ’ ενός η μεγέθυνση να είναι πράγματι ισχυρή και αφ’ ετέρου να εξακολουθήσει να υφίσταται και μετά την πρώτη περίοδο. Πρόκειται για ζητήματα που αφορούν την ενίσχυση της δομής και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Όπως, υπογράμμισε ο καθηγητής, βασική προϋπόθεση είναι η εφαρμογή ουσιαστικών δομικών μεταρρυθμίσεων στο δημόσιο τομέα και τις αγορές.
Τέλος, εξέφρασε την εκτίμηση ότι η πρόοδος στις προαναφερθείσες πτυχές της οικονομίας, είναι προϋπόθεση προκειμένου να εκμεταλλευθεί το κύμα ανάκαμψης μετά την πανδημία και να μην κυριαρχήσουν τα υπόγεια ρεύματα της οικονομίας, που εκφράζονται από εσωστρεφή παραγωγή, αναποτελεσματική δημόσια διοίκηση και χαμηλή ανταγωνιστικότητα. Πρέπει, επιπροσθέτως, να συμβεί σε συνθήκες που θα αντιστρέφουν τα τρέχοντα δημοσιονομικά ελλείμματα, ούτως ώστε να υπάρχει αξιόπιστη πορεία της οικονομίας, προϋπόθεση και για την ανάπτυξή της.