Ήλθε η ώρα της κρίσης για τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες, τα νοικοκυριά και τους καταναλωτές, αναφορικά με την απόφαση απεξάρτησης από τις ενεργειακές προμήθειες της Ρωσίας.
Από χθες (11/07) έχει ανασταλεί η λειτουργία του αγωγού Nord Stream 1, με την αγωνία να εντείνεται αναφορικά με τις προθέσεις της Gazprom και το ενδεχόμενο να αφήσει κλειστές τις βάνες και την τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου.
Ήδη, στην οικονομία της Γερμανίας επικρατεί ατμόσφαιρα εγρήγορσης αλλά και διαρκούς ανησυχίας. Ο Υπουργός Οικονομικών, Ρόμπερτ Χάμπεκ, προειδοποιεί την κοινή γνώμη για την πιθανότητα διαχείρισης «μίας πρωτόγνωρης δοκιμασίας», ενώ εύχεται να αποφευχθεί η πλήρης ενεργοποίηση του έκτακτου μηχανισμού ενεργειακής ασφάλειας, ο οποίος μπορεί «να εξωθήσει στα άκρα, την κοινωνική αλληλεγγύη».
Αν οι στρόφιγγες κλείσουν, η Γερμανία έρχεται αντιμέτωπη με τον κίνδυνο ύφεσης.
Παράλληλα, η Υπουργός Εξωτερικών, Αναλένα Μπέρμποκ, εκφράζει την αγωνία της με τη φράση «η Ρωσία είναι απρόβλεπτη». H Μόσχα επιμένει πως θα αυξήσει την παροχή αερίου προς την Ευρώπη και θα ανοίξει κανονικά ο Nord Stream, όταν επιστρέψει η τουρμπίνα του αγωγού που βρίσκεται στον Καναδά για επισκευή.
Από προχθές (10/07), ο Καναδάς έχει ανακοινώσει ότι επισκεύασε την τουρμπίνα και την επιστρέφει στη Γερμανία, κατ’ εξαίρεσιν των κυρώσεων. Οικονομικά ινστιτούτα, διεθνείς οργανισμοί και οικονομολόγοι προειδοποιούν για την ύφεση, στην οποία θα «βυθισθεί» σχεδόν αυτομάτως η «ατμομηχανή» της ευρωπαϊκής οικονομίας, η Γερμανία, όταν οι βιομηχανίες θα αναγκαστούν να μειώσουν ή και να διακόψουν εντελώς την παραγωγή.
Στις προειδοποιήσεις προστίθενται και οι δυσοίωνες εκτιμήσεις της Goldman Sachs, που προεξοφλεί ότι εάν το Κρεμλίνο λάβει την απόφαση πλήρους διακοπής της ροής του αερίου, το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας θα γίνει απρόσιτο για τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά, καθώς θα «αναρριχηθεί» σε δυσθεώρητα επίπεδα, της τάξεως των 500€. Περίπου το 40% της κατανάλωσης φυσικού αερίου στην Ευρώπη, αφορά τα νοικοκυριά και κυρίως τη θέρμανσή τους.
«Φωτιά» στα τιμολόγια ρεύματος και αερίου
Το σενάριο είναι εφιαλτικό για τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά. Ο επενδυτικός «κολοσσός» υπολογίζει πως σε εκείνη την περίπτωση, θα καταστεί απρόσιτο και απαγορευτικό το κόστος του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς θεωρεί αναπόφευκτη νέα «εκτόξευση» των τιμών του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, προκειμένου να παραμείνουν βιώσιμες και κερδοφόρες οι εταιρείες – πάροχοι.
Προβλέπει, συγκεκριμένα, αύξηση του ενεργειακού κόστους κατά περίπου 65% πάνω από τα σημερινά –ήδη ασύλληπτα– επίπεδα που υπερβαίνουν τα 170€ ανά μεγαβατώρα.
Το αποτέλεσμα, θα είναι η αντίστοιχη «εκτόξευση» των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας.
Όπερ σημαίνει πως το μέσο ευρωπαϊκό νοικοκυριό που καταναλώνει ετησίως περίπου τρεις μεγαβατώρες ηλεκτρικής ενέργειας και δεκαπέντε μεγαβατώρες φυσικού αερίου, θα πρέπει να πληρώσει σε ένα έτος περίπου 5.650€ συνολικά, ήτοι περίπου 470€ έως και 500€.
Αν συγκριθεί το προβλεπόμενο απαγορευτικό κόστος με το αντίστοιχο που ίσχυε το καλοκαίρι του 2020, εντοπίζεται αύξηση των τιμολογίων της τάξεως σχεδόν του 300% για τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά. Με προφανείς τις αναλογίες με τα ελληνικά νοικοκυριά, η εταιρεία αναφέρει ως «ιδιαιτέρως ευάλωτα» εκείνα της Ιταλίας.
«Εκτίναξη» κατά 65% του κόστους για τις βιομηχανίες
Η εκτίμηση διατηρεί αμετάβλητα τα κέρδη των επιχειρήσεων. Σε σύγκριση με το 2020, το συνολικό κόστος για τις βιομηχανίες έχει αυξηθεί κατά σχεδόν 200%. Η περαιτέρω εκτόξευση της ενέργειας θα συμπιέσει τα περιθώρια κέρδους των ευρωπαϊκών βιομηχανιών εντάσεως ενέργειας, φερειπείν των χημικών και εκείνες των γυαλιού, χάρτου, χάλυβα, τσιμέντου, κεραμικών.
Το αυξημένο κόστος των προμηθειών για τις βιομηχανίες θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε μείωση της ζήτησης. Η πρόσφατη «εκτόξευση» της τιμής του αερίου, του άνθρακα και της ηλεκτρικής ενέργειας, έχει ήδη αυξήσει σημαντικά το κόστος της ενέργειας για τις βιομηχανίες.
Το 2019, η ζήτηση από τις βιομηχανίες αντιπροσώπευε περίπου το 35% της συνολικής κατανάλωσης φυσικού αερίου στην Ευρώπη.
Οι χημικές βιομηχανίες, τροφίμων και ποτών, μετάλλων, χάλυβα, μηχανολογικού εξοπλισμού και χάρτου είναι οι πλέον ενεργοβόρες στην Ευρώπη. Ως εκ τούτου, αποτελούν εκείνες που θα πληγούν τα μέγιστα σε περίπτωση σημαντικών ελλείψεων φυσικού αερίου και σύμφωνα με τη Goldman Sachs, διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο μείωσης της παραγωγής τους.