Η Ευρώπη βιώνει μία από τις σοβαρότερες περιόδους πληθωριστικών πιέσεων, με τις αποκλίσεις μεταξύ κρατών να βρίσκονται στα επίπεδα της προηγούμενης κρίσης.
Η Γερμανία μάλιστα αντιμετωπίζει μια ασυνήθιστη κατάσταση όπου ο πληθωρισμός της είναι υψηλότερος από χώρες όπως η Ελλάδα, κι αυτό απειλεί τη σταθερότητα της Ευρωζώνης με ντόμινο που μπορεί να παρασύρει εν τέλει όλες τις χώρες σε δίνη αυξήσεων. Έως πότε θα ανεχτούν τον υψηλό πληθωρισμό οι Γερμανοί, αναρωτιέται το Bloomberg, σε εκτενές αφιέρωμά του για τη δοκιμασία που περνά η Ευρωζώνη (αλλά και ο υπόλοιπος πλανήτης).
Όπως γράφει το πρακτορείο ειδήσεων, “πέραν από την διαρκή ένταση των πληθωριστικών πιέσεων στην Ευρωζώνη, το πρόβλημα επιτείνεται και από το γεγονός ότι καταγράφονται και οι ιστορικά μεγαλύτερες αποκλίσεις που ανάμεσα στα κράτη-μέλη εδώ και χρόνια, περιπλέκοντας έτσι περαιτέρω τα πράγματα για την ΕΚΤ και το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων κατά της πανδημίας”, επισημαίνοντας ότι σε αυτό το σημείο είναι ιδιαίτερα διαφορετική η περίπτωση της Ευρωζώνης από αυτήν τον ΗΠΑ και το πρόβλημα του Τζερόμ Πάουελ στη Fed.
Οι υψηλότερες αποκλίσεις από την κρίση του 2008
Οι αποκλίσεις είναι σημαντικές: Στην Εσθονία, όπου αυξάνεται ανεξέλεγκτα το κόστος της ενέργειας, ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 4% για το σύνολο του 2021, στη Γερμανία έφτασε το 4,5% ενώ σε άλλες χώρες οι πιέσεις είναι μικρότερες, όπως στην Ελλάδα όπου περιορίζεται στο 0,1% λόγω κρατικής παρέμβασης.
Το θέμα δυσαρεστεί περισσότερο τη Γερμανία με την παραδοσιακή απέχθειά της για τον πληθωρισμό, καθώς οι τιμές στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης αυξάνονται με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων τριών δεκαετιών.
Αιτία, βέβαια, οι ρωγμές στην εφοδιαστική αλυσίδα που έχουν πλήξει τη βιομηχανική παραγωγή. Ο πολιτικός που μάλλον θα αναλάβει υπουργός Εθνικής Οικονομίας στη νέα κυβέρνηση κρούει τον κώδωνα του κινδύνου.
Οι πολιτικές εξελίσσεις στην Γερμανία για τη συγκρότηση κυβέρνησης συνασπισμού
Οι Γερμανοί Πράσινοι φέρονται σύμφωνα με δημοσίευμα της FAZ και του εγκρίτου Der Spiegel διατεθειμένοι να παραδώσουν το υπουργείο Οικονομικών στον Christian Lindner των Ελεύθερων Δημοκρατών, εξασφαλίζοντας το υπουργείο Εξωτερικών για τη συμπρόεδρο των Πρασίνων, Annalena Baerbock.
Σύμφωνα με το δημοσιεύματα που έσπασαν τον κανόνα της μυστικότητας των διαπραγματεύσεων, στη μελλοντική κυβέρνηση, με καγκελάριο τον σοσιαλδημοκράτη Olaf Scholz: οι Πράσινοι θα διεκδικήσουν έξι υπουργεία, στα οποία δεν περιλαμβάνεται ούτε το υπουργείο Οικονομικών ούτε το υπουργείο Εσωτερικών.
Παρότι το Κόμμα των Πρασίνων επιθυμούσε διακαώς να αναλάβει το χαρτοφυλάκιο της Οικονομίας και να ελέγξει τη χρήση των κονδύλίων ύψοςυ 50 δισ. ευρώ που σχετίζονται με την πράσινη μετάβαση, η υποχώρηση έλαμε χώρα με τονν υπολογισμό ότι εάν ο Christian Lindner των Φιλελευθέρων δεν αναλάβει το υπουργείο Οικονομικών, θα εκφράσει τόση έντονη δυσαρέσκεια, που θα θέσει σε κίνδυνο τη σταθερότητα της κυβέρνησης.
H γραμμή των φιλελευθερων
Ετσι, προτιμάται ένα σενάριο που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη σταθερότητα της Ευρωζώνης, με τον Lindner, που θεωρούσε τη γραμμή του Wolfgang Schäuble στη διαχείριση της κρίσης της Ευρωζώνης «μετριοπαθή», να αναλαμβάνει τώρα τη θέση του στο Eurogroup.
Τρεις είναι οι βασικές συνιστώσες της πολιτικής με ιδιατερο ενδιαφέρον: Πρώτον, ο Christian Lindner ανήκει στη μερίδα των Γερμανών πολιτικών που… έχουν ενσωματώσει στην οικονομική του σκέψη την καταστροφή του εκρηκτικού πληθωρισμού της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, όπου το μάρκο είχε μικρότερη αξία από το χαρτί που τυπωνόταν.
Και συνεπώς δεν θα αδιαφορήσει για την ένταση των πληθωριστικών φαινόμενων που κατατρώνε τα εισοδήματα των νοικοκυριών, τα οποία μάλιστα δεν είναι καθόλου διατεθειμένος να αναπληρώσει με αυξήσεις (που θα ήθελαν οι Πράσινοι και λιγότερα πρόθυμα το SPD) καθώς στην σκέψη του θα τροφοδοτούσε κυκλικά τις πληθωριστικές πιέσεις.
Δεύτερον, παρά τονευρω-κεντρικό και μη λαΙκιστικό χαρακτήρα του κόμματός του δεν επιθυμεί τη διαμόρφωση ενός μόνιμου μηχανισμού κοινού δανεισμού στη ΕΕ σε εξέλιξη του ESM και δεν βλέπει άμεσα το ενδεχόμενο για κοινό ευρωπαϊκό υπουργείο Οικονομικών (στο Βερολίνο βεβαίως…)
Τρίτον, δεν θα θελήσει να δώσει μήνυμα στις αγορές για υπερβολική χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων στο νέο σύμφωνα καθώς δεν στοχεύσει σε μόνιμη άρση του συνταγματικού «φρένου χρέους» στο εσωτερικό αλλά και την υπέρβαση της εντολής της ΕΚΤ όπως έχει δοθεί από τις Συνθήκες και το Ενωσιακό Δίκαιο καθώς θα έχει στο επίκεντρο της πολιτικής του την αναγκαιότητα μείωση τυ τεράστιου χρέους που έχει σωρευθεί και την διατήρηση του κόστους εκυπηρέτησής του σε βιώσιμα επίπεδα.
Ο (γερμανικός) εφιάλτης…
Στο 4,5% επιβεβαιώθηκε ο πληθωρισμός στη Γερμανία τον Οκτώβριο, σύμφωνα με τα στοιχεία της Destatis.
Οι τιμές καταναλωτή ανήλθαν στο 4,5% σύμφωνα με τα εθνικά πρότυπα και 4,6% σύμφωνα με τα εναρμονισμένα με την ΕΕ.
Οι τιμές καταναλωτή ανήλθαν στο 0,5% σε μηνιαία βάση.
Οι τιμές των αγαθών αυξήθηκαν 7% σε ετήσια βάση τον Οκτώβριο.
Οι τιμές ενεργειακών προϊόντων αυξήθηκαν 18,6% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Επιπλέον, οι επιπτώσεις που σχετίζονται με την κρίση, όπως τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα και οι αξιοσημείωτες αυξήσεις των τιμών στα προηγούμενα στάδια της οικονομικής διαδικασίας – που αντικατοπτρίζονται επίσης στον δείκτη τιμών καταναλωτή – γίνονται ισχυρότερες καθιστώντας για το οικονομικό επιτελείο επείγουσα την ανάσχεση του κύματος των ανατιμήσεων.
Οι πιέσεις στην Christine Lagarde
Οπως σχολιάζει σχετικά η Gertrud R. Traud οικονομολόγος της Helaba στη Φρανκφούρτη, «εντείνονται οι πιέσεις στην ΕΚΤ». Το πρόβλημα είναι ότι με την εκτόξευση που σημειώνουν τώρα οι τιμές «κανείς δεν γνωρίζει κατά πόσον θα είναι παροδικός ο πληθωρισμός ή θα έχει διάρκεια».
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Christine Lagarde δηλώνει «βέβαιη» πως η πρόσφατη εκτόξευση του πληθωρισμού δεν θα υπαγορεύσει αύξηση των επιτοκίων εντός του επόμενου έτους, αλλά αντιθέτως θα αποκλιμακωθεί μόλις αρχίσουν να επιλύονται τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Είναι, ωστόσο, γεγονός ότι οι πληθωριστικές πιέσεις στην Ευρωζώνη αποδεικνύονται ήδη πολύ μακροβιότερες από όσο είχε αρχικά εκτιμηθεί.
«Μακρά περίοδος πληθωριστικών πιέσεων»
Τώρα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει πως οι τιμές στην Ευρωζώνη θα αυξηθούν κατά 2,2% το επόμενο έτος, υπερβαίνοντας τον στόχο της τράπεζας για 2%.
Ο διοικητής της τράπεζας της Αυστρίας και μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ, Robert Holzmann, δήλωσε μέσα στην εβδομάδα ότι δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο «μια μακράς περιόδου με υψηλό πληθωρισμό».
Η Γερμανία ζει μια ασυνήθιστη κατάσταση. Η προηγούμενη φορά που είχε πληθωρισμό υψηλότερο από τις τέσσερις μεγαλύτερες χώρες της Ευρωζώνης ήταν πριν από μία δεκαετία.
Δεδομένου ότι τον Οκτώβριο έφτασε ήδη στο 4,6% πλήττοντας τόσο όσους Γερμανούς αποταμιεύουν αλλά και τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, η εφημερίδα Bild δεν έχασε την ευκαιρία για να κατηγορήσει την άκρως αναπτυξιακή νομισματική πολιτική της ΕΚΤ.
Το κόμμα του Lindner προ ημερών προειδοποίησε πως ο κίνδυνος του πληθωρισμού και των παρενεργειών του υποτιμάται «συστηματικά» στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης.
Αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της ΕΚΤ
Οι δημόσιες αντιπαραθέσεις σχετικά με το πού οδεύουν οι τιμές καταγράφονται μόλις πέντε εβδομάδες πριν από τη συνεδρίαση της ΕΚΤ, στο πλαίσιο της οποίας θα επανεξετάσει τα προγράμματα αγοράς ομολόγων. Το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων κατά της πανδημίας μάλλον θα τερματισθεί τον Μάρτιο, όπως είχε, άλλωστε, σχεδιασθεί.
Δεν έχει, όμως, διαμορφωθεί συναίνεση ως προς το τι πρέπει να γίνει με το παλαιότερο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, που σήμερα προβλέπει μηνιαίες αγορές ομολόγων αξίας 20 δισ. ευρώ.
Το λάθος του Jean-Claude Trichet
Δεδομένου ότι τον Νοέμβριο αναμένεται να επιταχυνθεί περαιτέρω ο πληθωρισμός, έχει ανοίξει μια συζήτηση για το θέμα ανάμεσα στα στελέχη της επιτροπής νομισματικής πολιτικής. Ο Πορτογάλος κεντρικός τραπεζίτης Mario Canteno, προειδοποιεί πως μια εσπευσμένη αύξηση του κόστους δανεισμού θα ανακόψει την πορεία της οικονομίας προς την ανάκαμψη.
Στο πίσω μέρος του μυαλού όλων υπάρχουν πάντα οι εσφαλμένες κινήσεις του παρελθόντος και ιδιαιτέρως το λάθος που έκανε το 2011 ο τότε πρόεδρος της ΕΚΤ, Jean-Claude Trichet, σπεύδοντας να αυξήσει τα επιτόκια του ευρώ δύο φορές, για να δει τον διάδοχό του, Mario Draghi, να τα επαναφέρει στα πρότερα επίπεδά τους.
Οπως τονίζει η Societe Generale, «η ΕΚΤ πρέπει να σκεφθεί το σύνολο της Ευρωζώνης» και επισημαίνει πως «μέχρι τώρα τα έχει καταφέρει αρκετά καλά να διαχειριστεί τις μεγάλες αποκλίσεις».
Επιμένουν οι τραπεζίτες: «Σπάνιος και προσωρινός ο πληθωρισμός»