Το Κέντρο Μελετών Ευρωπαϊκής Πολιτικής (CEPS), ένα από τα πιο επιδραστικά think tanks των Βρυξελλών, προειδοποιεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να αναβαθμίσει τον ρόλο της ως ρυθμιστής των διεθνών αγορών, εάν θέλει να αντέξει τις πιέσεις από την εμπορική σύγκρουση Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας.

Η παρέμβαση του CEPS έρχεται σε αντίστιξη με τον απαισιόδοξο τόνο του Μάριο Ντράγκι, ο οποίος χαρακτήρισε το 2025 «έτος κατάρρευσης των ψευδαισθήσεων» για την ισχύ της ΕΕ. Ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ υποστηρίζει ότι η Ένωση δεν μπορεί πλέον να επαναπαύεται στη ρυθμιστική της ισχύ και πρέπει να αποτινάξει τον «βαρύ ζυγό» των κανονισμών, κυρίως στις νέες τεχνολογίες.

Αντίθετα, οι αναλυτές του CEPS θεωρούν ότι το λεγόμενο «φαινόμενο των Βρυξελλών» –η ικανότητα των ευρωπαϊκών κανόνων να μετατρέπονται σε διεθνή πρότυπα– παραμένει το ισχυρότερο όπλο της Ένωσης. Από τον GDPR έως τους κανόνες για την αποψίλωση των δασών, η ΕΕ έχει δείξει ότι μπορεί να επιβάλλει παγκόσμια στάνταρ, ακόμη και σε ανταγωνίστριες χώρες όπως η Κίνα.

Βέβαια, η στρατηγική αυτή δεν είναι πανάκεια. Ρυθμίσεις όπως ο Μηχανισμός Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα έχουν προκαλέσει αντιδράσεις ακόμη και σε εταίρους της ΕΕ, ενώ το Πεκίνο διεκδικεί όλο και μεγαλύτερο ρόλο στη διαμόρφωση διεθνών προτύπων, με στρατηγικές όπως το China Standards 2035.

Το CEPS πάντως επιμένει: ακόμη κι αν η Ευρώπη δεν διαθέτει τη βιομηχανική υπεροπλία ΗΠΑ και Κίνας, η μακρόχρονη εμπειρία της σε θεσμούς, συμμαχίες και ρυθμιστικά πλαίσια παραμένει συγκριτικό πλεονέκτημα. «Για να παραμείνει ανταγωνιστική και ανεξάρτητη, η ΕΕ πρέπει να αξιοποιήσει τα πιο ισχυρά χαρτιά της –την τεχνογνωσία και την κανονιστική της δύναμη– ιδίως στις κρίσιμες τεχνολογίες του μέλλοντος», υπογραμμίζει η ανάλυση.

Το διακύβευμα είναι σαφές: χωρίς ενεργό ρυθμιστικό ρόλο, η Ένωση κινδυνεύει να μείνει θεατής στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Με αυτόν, μπορεί ακόμη να διαμορφώνει τους κανόνες του παιχνιδιού.

Διαβάστε ακόμη: