«Αναμένουμε ότι η αναπτυξιακή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα καθυστερήσει αλλά δεν θα εκτροχιαστεί από την εκτίναξη των τιμών της ενέργειας λόγω της εισβολής στην Ουκρανία», εξηγεί η Goldman Sachs σε ειδικό report της για τη χώρα.
Η παρούσα έκθεση, αναφέρει η τράπεζα, τεκμηριώνει την τρέχουσα πίεση που ασκείται στην ελληνική κυβέρνηση από την τιμή της ενέργειας και συσχετίζει τη διαθέσιμη πολιτική στήριξη του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, υπό το πρίσμα των διαρθρωτικών αδυναμιών της ελληνικής οικονομίας, με την πορεία της Ελλάδας προς την επανένταξη στις αγορές κρατικών ομολόγων.
Όπως και άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, η Ελλάδα αντιμετωπίζει μια έξαρση του πληθωρισμού λόγω της αύξησης των τιμών της ενέργειας, οι οποίες ευθύνονται για περισσότερο από το ήμισυ της συνολικής αύξησης του συνολικού πληθωρισμού από τις αρχές του 2022, εξηγεί η Goldman Sachs.
Η πληθωριστική πίεση έχει παρακινήσει πρόσθετες δημοσιονομικές παρεμβάσεις από την ελληνική κυβέρνηση, προκειμένου να θωρακίσει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και να διατηρήσει τη δυνατότητα κεφαλαιουχικών δαπανών του ελληνικού ιδιωτικού τομέα.
Η Ελλάδα αντιμετωπίζει ένα επίμονο επενδυτικό κενό από την κρίση του δημόσιου χρέους ενώ παράλληλα οι ιδιωτικές επενδύσεις είναι ιδιαίτερα αδύναμες. Η τελευταία αύξηση των τιμών της ενέργειας προκαλεί την έναρξη ενός εκτεταμένου επενδυτικού κύκλου, που βασίζεται στην ανάκαμψη της παγκόσμιας ζήτησης για υπηρεσίες και τη στήριξη του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, η οποία ανέρχεται κοντά στο 17% του ελληνικού ΑΕΠ.
Η Ελληνική οικονομία είναι προικισμένη
Κοιτάζοντας πέρα από την τρέχουσα ενεργειακή κρίση, συνεχίζει η Goldman Sachs, η ελληνική οικονομία είναι προικισμένη με σταθερό συνδυασμό πολιτικής στήριξης και πολιτικής δέσμευσης για την αντιμετώπιση της περιορισμένη συσσώρευση φυσικού κεφαλαίου και την αναντιστοιχία του ανθρώπινου κεφαλαίου.
Σε αντίθεση με την υπόλοιπη ΕΕ, η ελληνική κυβέρνηση έχει δεσμεύσει ολόκληρο το μερίδιο των δανείων (σχεδόν 6,5% του ΑΕΠ) για τη μείωση του χρηματοοικονομικού κόστους για τους ιδιώτες επενδυτές. Εν τω μεταξύ, η ελληνική κυβέρνηση σημειώνει πρόοδο όσον αφορά την υιοθέτηση εργασιακών μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας για την αντιμετώπιση της αναντιστοιχίας του ανθρώπινου κεφαλαίου.
Η GS τονίζει επίσης πως η Ελλάδα προετοιμάζεται για μια πιο εκτεταμένη επιστροφή στις αγορές του δημοσίου χρέους, καθώς το ελληνικό Δημόσιο συνεχίζει να συμμετέχει σε ανταλλαγές δανείων για την έξοδο από διάφορα προγράμματα οικονομικής βοήθειας – με πιο πρόσφατο παράδειγμα το ΔΝΤ. Το ακριβές χρονοδιάγραμμα για αυτό θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της Ελλάδας να διατηρήσει την αναπτυξιακή της προοπτική.
Οι απλές ασκήσεις ευρωστίας γύρω από τις προβλέψεις της κυβέρνησης υποδηλώνουν ότι μια αύξηση της τάξης των 0,5 ποσοστιαίων μονάδων της μακροχρόνιας πραγματικής ανάπτυξης μειώνει τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ κατά σχεδόν 3 ποσοστιαίες μονάδες το 2030. Η προσθήκη 100 μ.β. στις μακροπρόθεσμες αποδόσεις του 10ετούς ομολόγου αυξάνει τον λόγο κατά σχεδόν 1 ποσοστιαία μονάδα, καταλήγει η αμερικανική επενδυτική τράπεζα.