Σε μία αγορά που χαρακτηρίζεται από αστάθεια, η διάθεση των millennials (όσων γεννήθηκαν μεταξύ 1981 και 1996) ευρωπαίων επενδυτών για πιο τολμηρές επενδύσεις, είναι υψηλότερη σε σχέση με τις παλαιότερες γενιές. Αυτό προκύπτει από την πιο πρόσφατη έκδοση της παγκόσμιας έκθεσης της EY, Global Wealth Research Report, καθώς οι νεότεροι ηλικιακά επενδυτές ανταποκρίνονται πιο ενεργά στους εξωτερικούς παράγοντες της αγοράς και επηρεάζονται από αυτούς. Η έκθεση, η οποία καταγράφει τις απόψεις περισσότερων από 2.600 πελατών υπηρεσιών διαχείρισης περιουσίας παγκοσμίως – συμπεριλαμβανομένων 600 από την Ευρώπη – διαπίστωσε ότι πάνω από το ένα τρίτο των ευρωπαίων millennials (38%) προχωρούν σε επενδύσεις αυξημένου ρίσκου, σε σύγκριση με μόλις το ένα τέταρτο (24%) των baby boomers (όσων γεννήθηκαν μεταξύ 1946 και 1964). Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι περισσότεροι από τους μισούς (57%) millennials, σε σύγκριση με το 35% των baby boomers, δήλωσαν ότι οι επενδυτικές τους ανάγκες έχουν γίνει πιο σύνθετες.
Αυξάνεται η ζήτηση για χρηματοοικονομικές συμβουλές
Εν μέσω της παρατεταμένης οικονομικής αβεβαιότητας, αυξάνεται η ζήτηση για επαγγελματικές συμβουλές, για την κατανόηση των διαταραχών στην οικονομία, τις αγορές και το πολιτικό περιβάλλον. Ωστόσο, η ζήτηση αυτή, υπολείπεται στην Ευρώπη σε σχέση με τον παγκόσμιο μέσο όρο. Η έρευνα διαπίστωσε ότι το 38% των ευρωπαίων millennials και το 34% των baby boomers, αναζητούν ενεργά συμβουλές από τον χρηματοοικονομικό τους σύμβουλο, για να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της πολιτικής αστάθειας ή αβεβαιότητας, σε σύγκριση με 42% και 33%, αντίστοιχα, σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η έκθεση διαπίστωσε, επίσης, ότι περισσότεροι από τους μισούς (51%) ευρωπαίους millennials αναζητούν τακτικά πρόσθετες ανεξάρτητες χρηματοοικονομικές συμβουλές, ως απάντηση στην αστάθεια που επηρεάζει το χαρτοφυλάκιό τους, σε σύγκριση με το 58% σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα παγκοσμίως.
Σε ό,τι αφορά τα κανάλια που προτιμούν για τη λήψη συμβουλών, το 47% όλων των ευρωπαίων επενδυτών θέλουν να μιλούν με τους συμβούλους τους διαδικτυακά, το 30% επιλέγουν την προσωπική επαφή, και το 23% στρέφονται σε εφαρμογές. Το εύρημα αυτό, διαφοροποιείται σημαντικά σε σχέση με την προηγούμενη έκδοση της έκθεσης το 2021, σύμφωνα με την οποία, τις διαδικτυακές συμβουλές επέλεγαν μόλις το 14% των ευρωπαίων πελατών.
Οι millennials επενδυτές κάνουν την αλλαγή
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έκθεσης, η διάθεση για την αλλαγή παρόχου διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων ή τη μετακίνηση χρημάτων από έναν πάροχο σε άλλον, είναι υψηλότερη μεταξύ των νεότερων ηλικιακών ομάδων. Οι millennials στις ευρωπαϊκές αγορές, έχουν σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες να αλλάξουν πάροχο, να προσθέσουν έναν νέο πάροχο διαχείρισης περιουσίας ή να μετακινήσουν χρήματα (71%), από ό,τι οι baby boomers (32%). Η ίδια διαπίστωση ισχύει και σε παγκόσμιο επίπεδο, με το 73% των millennials να σχεδιάζουν να αλλάξουν, να προσθέσουν έναν νέο πάροχο ή να μετακινήσουν χρήματα από τον τρέχοντα πάροχο, τα επόμενα τρία χρόνια, σε σύγκριση με το 29% των baby boomers.
Οι επενδύσεις σε νεότερες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων – όπως ψηφιακά προϊόντα και κρυπτονομίσματα – βρίσκονται σε ανοδική πορεία, καθώς οι ευρωπαίοι επενδυτές στρέφονται σε τεχνολογικές και καινοτόμες υπηρεσίες μέσω FinTech και εναλλακτικών προϊόντων. Η ζήτηση για επαγγελματικές συμβουλές για αυτές τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων είναι, επίσης, υψηλότερη από ό,τι στις παραδοσιακές κατηγορίες, ενώ η εμπλοκή των επενδυτών με τις FinTech εταιρείες αναμένεται να αυξηθεί κατά 12% τα επόμενα τρία χρόνια.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας, ο κ. Γιώργος Πουλόπουλος, Εταίρος και Επικεφαλής Τομέα Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών της ΕΥ Ελλάδος, δήλωσε: «Σε ένα ρευστό και συνεχώς μεταβαλλόμενο οικονομικό περιβάλλον, οι νεότερες γενιές επενδυτών φαίνονται περισσότερο πρόθυμες να αναλάβουν ρίσκο. Επενδύουν, επίσης, σε καινοτόμες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων, όπως τα ψηφιακά προϊόντα, αλλά και τα crypto. Την ίδια ώρα, ωστόσο, και παρά την πιο ενεργή προσέγγιση στη διαχείριση της περιουσίας τους, οι millennials αναζητούν υποστήριξη από εξειδικευμένους συμβούλους, είτε μέσω διαδικτύου ή με προσωπική επαφή, προκειμένου να επιτύχουν τους οικονομικούς τους στόχους, οι οποίοι εμφανίζονται πιο σύνθετοι. Για να ανταποκριθούν στον ρόλο τους, οι πάροχοι υπηρεσιών διαχείρισης περιουσίας θα πρέπει να διαθέτουν τις δεξιότητες, τις τεχνολογικές υποδομές και την τεχνογνωσία για να προσφέρουν υπηρεσίες, προϊόντα και συμβουλές υψηλής προστιθέμενης αξίας, τόσο όσον αφορά τις παραδοσιακές, όσο και τις αναδυόμενες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων».