«Είναι αδιαφιλονίκητο ότι οι συνθήκες πλέον στην Ελλάδα έχουν μεταβληθεί και είναι και ο λόγος που εμείς, ως όμιλος επενδυτών, έχουμε τα τελευταία δύο χρόνια επενδύσει στη χώρα άνω των 500 εκατ.». Αυτό υπογράμμισε από το βήμα του Economist στη Θεσσαλονίκη ο αντιπρόεδρος ΔΣ και διευθύνων σύμβουλος της Intrakat Αλέξανδρος Εξάρχου.

Οπως επεσήμανε, η οικονομική κρίση στην Ελλάδα δημιούργησε ευκαιρίες, υπό την έννοια ότι τα assets που επιβίωσαν είχαν φτηνές τιμές και άρα είχαν την προοπτική να προσφέρουν υπεραξία στους επενδυτές που θα τα αποκτούσαν.

Τράπεζα Αττικής – Παγκρήτια

Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στο project συγχώνευσης της Τράπεζας Αττικής με την Παγκρήτια Τράπεζα, που έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία του πέμπτου τραπεζικού πυλώνα: «Ήταν δύο τράπεζες με κακή φήμη και με κακά οικονομικά που οδηγούσαν σε σενάρια για πτωχεύσεις, γεγονός που δημιουργούσε την εικόνα μιας οικονομίας η οποία παρέπεμπε στην περίοδο προγενέστερα της κρίσης. Οι τράπεζες αυτές στην πραγματικότητα αφέθηκαν στην τύχη τους για να διασωθούν οι 4 συστημικές. Τι μας έκανε να επενδύσουμε; Ακριβώς ο ρυθμός ανάπτυξης της χώρας. Δεν είναι δυνατόν μια οικονομία όπως η Ελλάδα, που έχει ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα και επιθυμεί να δημιουργήσει ένα περιβάλλον ευνοϊκής ανάπτυξης, να στηριχθεί μόνο σε 4 τράπεζες. Δεν υπάρχει άλλη χώρα στην Ευρώπη που να το κάνει αυτό, να στηρίζεται σε έναν τόσο περιορισμένο αριθμό τραπεζών».

Ο κ. Εξάρχου σχολίασε ότι η άσκηση διάσωσης των δύο τραπεζών, με επένδυση ύψους 330 εκατ. ευρώ, «δεν ήταν φτηνή». Πρόσθεσε όμως ότι το τελικό αποτέλεσμα δημιουργεί ένα επαρκώς κεφαλαιοποιημένο σχήμα, το οποίο δεν στηρίζεται σε αναβαλλόμενο φόρο, φέρει μη εξυπηρετούμενα δάνεια κάτω του 3%, και λόγω της συγχώνευσης μπορεί να είναι παρεμβατικό σε όλη την επικράτεια.

«Θα είναι σε θέση να αυξήσει ουσιωδώς τις δυνατότητες νέων εταιρειών να αναπτυχθούν όπως θα αναπτύσσονταν σε άλλες χώρες της Ευρώπης», συμπλήρωσε ο κ. Εξάρχου, ο οποίος αναφέρθηκε εκτενώς στις λεπτομέρειες του deal: «Όταν άκουσα για πρώτη φορά ότι η συμφωνία των μετόχων της Τράπεζας Αττικής θα περάσει από τη Βουλή, εξεπλάγην και δεν μπορούσα να καταλάβω για ποιον λόγο. Στη συνέχεια παραδέχθηκα, και σας πήρα τηλέφωνο κ. Χατζηδάκη (σ.σ. βρισκόταν επίσης στο πάνελ) και σας είπα ότι είχατε απόλυτο δίκιο.

»Η συμφωνία πέρασε από τη Βουλή για να αποδειχθεί και να ακουστεί το προφανές. Θα σας πω δυο νούμερα. Τι ήταν η Παγκρήτια πριν τη συγχώνευση; Είχε 53% μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Άρα θα έπρεπε να κάνει προβλέψεις ύψους 350 εκατ. από μόνη της (…) έχοντας ήδη κεφαλαιοποιηθεί με 200 εκατ. Απαιτούσε δηλάδή για να διατηρηθεί στη ζωή στο μέγεθος στο οποίο βρίσκεται τουλάχιστον άλλα 500 εκατ. Και αυτά χωρίς να αντιμετωπίσει στην πραγματικότητα το ζήτημα των “κόκκινων” δανείων με τον Ηρακλή γιατί η υπαγωγή της απαιτούσε κεφάλαια ύψους 750 εκατ. (…) Ήταν προφανές ότι δεν υπήρχε κανείς που θα έβαζε σε αυτήν την τράπεζα τέτοια ποσά (…) Άρα η Παγκρήτια δεν είχε τύχη και οδηγούνταν στο να κλείσει».

Το «Ηρακλής»

«Η Τράπεζα Αττικής δεν ήταν σε καλύτερη κατάσταση. Είχε ήδη περάσει δύο αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου -η πρώτη 220 εκατ. και η δεύτερη 450 εκατ. ευρώ- και έπρεπε να κάνει προβλέψεις άλλα 300 εκατ. για να καλύψει τα “κόκκινα” δάνεια – τις προβλέψεις που απαιτούσε ο επόπτης, όχι για να μπει στον ‘Ηρακλή’ (…) Ήταν σαφές ότι έπρεπε να μπουν τα κεφάλαια που απαιτούνταν για την ένταξη στον ‘Ηρακλή’. Και ιδιωτικά κεφάλαια για να μπουν διακριτά στις δύο αυτές τράπεζες δεν υπήρχαν (…) Ήταν καλό το deal; Εμείς θα το θέλαμε πολύ καλύτερο και επιχειρήσαμε μάλιστα να διαπραγματευτούμε με το υπουργείο καλύτερους όρους. Διότι διακινδυνεύσαμε κεφάλαια πριν τον ‘Ηρακλή’.

»Με τη συμφωνία επιτεύχθηκε μια ισορροπία η οποία προφανώς δεν μας απελπίζει, αλλά δεν είναι αυτή που επιδιώκαμε, σας το λέω ευθέως. Και τα οφέλη που έχει για την ελληνική οικονομία μας κάνει περήφανους (…) Από την ημέρα που δημοσιοποιήθηκε η συμφωνία, έχουμε καθημερινά μεγάλα funds και ξένες τράπεζες που εκφράζουν ενδιαφέρον και θα δείτε ότι σε επόμενα placements η συμμετοχή τους θα σας εκπλήξει».

Διαβάστε ακόμη: