Η μεταποιητική δραστηριότητα της Κίνας αναπτύχθηκε πιο αργά τον Ιούνιο, έδειξε έρευνα του ιδιωτικού τομέα τη Δευτέρα, επιβεβαιώνοντας τα επίσημα στοιχεία της περασμένης εβδομάδας που έδειχναν αδυναμία της ανάπτυξης στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο.
Ο δείκτης υπευθύνων αγορών Caixin/S&P Global υποχώρησε στο 50,5 τον Ιούνιο από 50,9 τον Μάιο.
Οι οικονομολόγοι ανέμεναν ότι η ένδειξη θα αγγίξει το 50,2 για τον Ιούνιο, σύμφωνα με δημοσκόπηση του Reuters. Το σημάδι των 50 πόντων διαχωρίζει τη επέκταση από τη συρρίκνωση.
Το Εθνικό Γραφείο Στατιστικής της Κίνας δημοσίευσε στοιχεία την περασμένη Παρασκευή που έδειξαν ότι ο επίσημος παραγωγικός PMI της χώρας έφτασε στο 49,0 τον Ιούνιο — έναντι 48,8 τον Μάιο.
«Ένα πλήθος πρόσφατων οικονομικών δεδομένων υποδηλώνει ότι η ανάκαμψη της Κίνας δεν έχει βρει ακόμη σταθερές βάσεις, καθώς εξακολουθούν να υπάρχουν εξέχοντα ζητήματα όπως η έλλειψη εσωτερικών παραγόντων ανάπτυξης, η ασθενής ζήτηση και οι εξασθενημένες προοπτικές», δήλωσε ο ανώτερος οικονομολόγος στην Caixin Insight Group.
«Τα προβλήματα που αντανακλώνται στον κατασκευαστικό PMI της Caixin China του Ιουνίου, που κυμαίνονται από μια ολοένα και πιο δεινή αγορά εργασίας έως την αυξανόμενη αποπληθωριστική πίεση και την φθίνουσα αισιοδοξία, οδηγούν επίσης στο ίδιο συμπέρασμα».
Σημειώνεται ότι η ερευνά Caixin manufacturing PMI γίνεται σε περίπου 650 ιδιωτικούς και κρατικούς κατασκευαστές που τείνουν να είναι περισσότερο προσανατολισμένοι στις εξαγωγές και βρίσκονται στις παράκτιες περιοχές της Κίνας, ενώ η επίσημη PMI ερευνά 3.200 εταιρείες σε ολόκληρη την Κίνα.
Μερικά από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει επι της παρούσης η κινεζική οικονομία περιλαμβάνουν, την επιχειρηματική εμπιστοσύνη στην Κίνα που τον Ιούνιο έφτασε σε χαμηλό οκτώ μηνών. Οι τιμές των εισροών μειώθηκαν επίσης με τον ταχύτερο ρυθμό τους από τον Ιανουάριο του 2016, λόγω της ασθενέστερης από το αναμενόμενο ζήτησης και της βελτιωμένης προσφοράς.
Η έρευνα της Caixin διαπίστωσε επίσης ότι η οριακή ανάπτυξη της μεταποίησης τον Ιούνιο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις βελτιωμένες εγχώριες πωλήσεις, καθώς οι νέες εξαγωγικές δραστηριότητες παρέμειναν σε γενικές γραμμές αμετάβλητες καθώς οι αδύναμες οικονομικές συνθήκες περιόρισαν τη ζήτηση από το εξωτερικό.