Επενδυτικό ενδιαφέρον που θα μπορούσε να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για μετατόπιση από τα ακίνητα στις χρηματοοικονομικές τοποθετήσεις καταγράφουν συμβουλευτικές με οδηγό τα ερωτήματα που συγκεντρώνουν από κατόχους κεφαλαίων. Αφορμή φαίνεται να προσφέρουν τα νέα δεδομένα στην εργαλειοθήκη του ελληνικού προγράμματος «χρυσή βίζα».

«Εν μέσω της υψηλής αύξησης των επενδύσεων στα ακίνητα, υπάρχει μια στροφή του ενδιαφέροντος μέσα από τα ερωτήματα δυνητικών αιτούντων του προγράμματος που θέλουν να εξερευνήσουν τις επιλογές στα χρηματοοικονομικά μέσα. Μέχρι στιγμής, το δημοφιλέστερο από αυτά είναι το Option Προθεσμιακής Κατάθεσης (όριο 500.000 ευρώ). Ακολουθεί η επένδυση σε κρατικά ομόλογα (επίσης 500.000 ευρώ)», αναφέρει στην «Κ» ο Μάριος Ραφαήλ, επικεφαλής της Henley & Partners στο γραφείο της Γενεύης, υπεύθυνος για το χαρτοφυλάκιο της Ελλάδας· η πολυεθνική, η οποία φέρεται να έχει αντλήσει παγκοσμίως 12 δισ. ευρώ για ανάλογους τύπους επενδύσεων, έχει συμβουλευτικό ρόλο στην κυβέρνηση ως προς τη διαχείριση του προγράμματος «χρυσή βίζα» στην Ελλάδα.

Οι βασικοί λόγοι που κατά τα φαινόμενα ωθούν τους επενδυτές να διερευνήσουν τις δυνατότητες στο χρηματοοικονομικό σκέλος, έστω σε ένα αρχικό στάδιο ενδιαφέροντος, θεωρούνται οι εξής:

• Η αύξηση του ελάχιστου ορίου επένδυσης –σε 800.000 και 400.000 ευρώ– στην αγορά ακινήτων για τη χορήγηση «χρυσής βίζας» στρέφει το βλέμμα των επενδυτών σε άλλα εργαλεία του προγράμματος.

• Οι αναβαθμίσεις στην πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας και δη η επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα καθιστούν πιο ελκυστικές τις επενδύσεις στα ελληνικά χρηματοοικονομικά προϊόντα, όπως τα κρατικά ομόλογα.

• Υπάρχουν επενδυτές που προτιμούν να αποφύγουν το Real Estate και τα logistics, τα οποία συνοδεύουν τη συντήρηση ενός ακινήτου.

Μιλώντας πάντα για το πρόγραμμα «χρυσή βίζα», θα δούμε άρα μείωση των επενδύσεων στα ακίνητα και αύξηση των συμμετοχών στον χρηματοοικονομικό τομέα; «∆ύσκολο να πει κανείς, καθώς η αγορά του Real Estate παράγει ελκυστικές αποδόσεις και η τάση πιθανώς θα συνεχιστεί. Ομως από την άλλη πλευρά η ελληνική κυβέρνηση, δεδομένης της εκθετικής αύξησης των αιτούντων επενδυτών στο Real Estate, θέλει να ενισχύσει επιθετικά τις επενδύσεις στα χρηματοοικονομικά εργαλεία», μας είπε το στέλεχος της Henley & Partners. Αυτή τη στιγμή το ελληνικό πρόγραμμα προσφέρει τις ακόλουθες επιλογές επένδυσης:

1. Δεκαετή χρονομεριστική χρήση ή σύμβαση μίσθωσης για ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις ή επιπλωμένες τουριστικές κατοικίες, με ελάχιστο όριο τα 400.000 ή τα 800.000, ανάλογα με τη ζώνη της επένδυσης.

2. Προθεσμιακή κατάθεση τουλάχιστον 500.000 ευρώ σε ελληνικό πιστωτικό ίδρυμα.

3. Εισφορά κεφαλαίου τουλάχιστον 500.000 ευρώ στις εξής περιπτώσεις: ανώνυμη εταιρεία ακινήτων που επενδύει αποκλειστικά στην Ελλάδα αυξάνοντας το μετοχικό της κεφάλαιο, εταιρεία επενδύσεων κλειστού τύπου, αμοιβαίο κεφάλαιο, εταιρεία με έδρα την Ελλάδα για την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, ομόλογα που εκδόθηκαν για διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενες ελληνικές αγορές ή πολυμερείς εγκαταστάσεις συναλλαγών.

4. Αγορά ελληνικών κρατικών ομολόγων αξίας τουλάχιστον 500.000 ευρώ με εναπομένουσα διάρκεια τουλάχιστον τριών ετών, μέσω ελληνικού πιστωτικού ιδρύματος.

5. Αγορά μετοχών, εταιρικών ομολόγων ή ελληνικών κρατικών ομολόγων που διαπραγματεύονται σε ρυθμιζόμενες ελληνικές αγορές ή πολυμερείς εγκαταστάσεις συναλλαγών, με αξία κτήσης τουλάχιστον 800.000 ευρώ.

6. Αγορά μεριδίων ή μετοχών με αξία κτήσης τουλάχιστον 350.000 ευρώ σε αμοιβαίο κεφάλαιο που επενδύει αποκλειστικά σε μετοχές, εταιρικά ομόλογα ή ελληνικά κρατικά ομόλογα (που διαπραγματεύονται σε οργανωμένες αγορές ή πολυμερείς εμπορικές εγκαταστάσεις στην Ελλάδα) ή σε ταμείο εναλλακτικών επενδύσεων που ιδρύθηκε στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε., αν είναι αποκλειστικά αφιερωμένο να επενδύσει στην Ελλάδα.

Το υψηλό κίνητρο από το αρχικά χαμηλό όριο επένδυσης στο Real Estate, σε μια χώρα που διανύει τουριστική άνθηση, και η μέχρι πρότινος ελλιπής προσφορά χρηματοοικονομικών εργαλείων, τα οποία βρίσκονται τώρα στο τραπέζι υπό ευνοϊκότερες συνθήκες, θεωρούνται οι κύριες αιτίες για τις οποίες η πλάστιγγα του προγράμματος έγειρε προς τα ακίνητα. Η κυβέρνηση έχει βρεθεί στο στόχαστρο κριτικής για την υποστήριξη της δυναμικής της «χρυσής βίζας» παρά την εκτόξευση των τιμών στην πρώτη κατοικία. Στον βαθμό που θα ενισχύσει τα κίνητρα για τοποθετήσεις σε χρηματοοικονομικά προϊόντα, πιθανώς θα αμβλύνει τις επιπτώσεις του προγράμματος, που συντελούν με τη σειρά τους στο στεγαστικό ζήτημα.

Από την άλλη, η «χρυσή βίζα» εξακολουθεί να διατίθεται τόσο για την αγορά ακινήτων όσο και για την τοποθέτηση σε εγκαταστάσεις που μπορούν να έχουν τα χαρακτηριστικά τουριστικών καταλυμάτων. Εξάλλου, στον πυρήνα της κοινωνικής διάστασης των επενδύσεων στο Real Estate ιδανικά βρίσκεται η ανάγκη όχι για μπλόκο στα ξένα κεφάλαια που εισρέουν στη χώρα, αλλά για ενίσχυση της συνολικής προσφοράς των διαθέσιμων ακινήτων με «επιστράτευση» και των αναξιοποίητων.

Διαβάστε ακόμη