Στα τέλη της δεκαετίας του 2000 οι ελληνικές τράπεζες μετά από μία μακρά περίοδο επέκτασης μέσω οργανικής ανάπτυξης και εξαγορών στο εξωτερικό, είχαν καταστεί πολυεθνικές, με δραστηριότητα στις περισσότερες χώρες της ΝΑ Ευρώπης.

Εκείνη την περίοδο λειτουργούσαν ένα δεύτερο παράλληλο δίκτυο εκτός συνόρων, από το οποίο προερχόταν ένα σημαντικό τμήμα της κερδοφορίας τους.

Οι τράπεζες και τα πακέτα στήριξης

Η χρεοκοπία του ελληνικού δημοσίου ωστόσο άλλαξε πλήρως τα δεδομένα. Οι εγχώριοι όμιλοι υποστηρίχθηκαν κεφαλαιακά από τα πακέτα στήριξης που συνόδευσαν τα μνημόνια και έθεσαν σε εφαρμογή ένα ευρύ φάσμα μετασχηματισμού, που ως κύριο στόχο είχε τον περιορισμό των κινδύνων.

Μεταξύ αυτών, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έβλεπε την δραστηριοποίησή τους σε πλήθος αγορών, οι οποίες εποπτεύονταν από πολυάριθμές εθνικές αρχές και διέπονταν από διαφορετική νομοθεσία.

Όπως σημειώνει τραπεζική πηγή που συμμετείχε στην ανώτατη διοίκηση συστημικού ομίλου εκείνη την εποχή, «στη Φρανκφούρτη ποτέ δεν είδαν με καλό μάτι την επέκταση των ελληνικών τραπεζών στις οικονομίες των Βαλκανίων και ευρύτερα της ΝΑ Μεσογείου. Το ξέσπασμα της δημοσιονομικής κρίσης λοιπόν έδωσε το έναυσμα για τη συρρίκνωσή τους».

Η φάση της ανασυγκρότησης

Πράγματι, μέσα σε λίγα χρόνια οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι που αναδείχθηκαν μετά το κούρεμα του ελληνικού χρέους, αποχώρησαν από όλες ή τις περισσότερες οικονομίες, στις οποίες είχαν παρουσία.

Δεν ήταν όμως μόνο οι εγχώριες τράπεζες που περιόρισαν τη διασυνοριακή τους δραστηριότητα. Κατά την περασμένη δεκαετία υπήρξε σημαντική κάμψη των συγχωνεύσεων και εξαγορών στον ευρωπαϊκό τομέα, για μία σειρά από λόγους.

Η αλήθεια είναι πως κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης προτεραιότητα των εθνικών κυβερνήσεων αποτέλεσε η υποστήριξη των σημαντικών πιστωτικών ιδρυμάτων στις δύσκολες συνθήκες που επικρατούσαν στις αγορές. κατανάλωση

Η διαφύλαξη των τοπικών τραπεζικών δικτύων άλλωστε αποτελούσε συνθήκη αναγκαία για την οικονομική ενίσχυση των εγχώριων μεγάλων επιχειρήσεων και των τοπικών οικονομιών.

Επιπλέον, όσες ευρωπαϊκές τράπεζες επιχείρησαν να επεκταθούν μέσω εξαγορών εκτός των συνόρων αντιμετώπισαν μία σειρά από προβλήματα που ανέκοψαν τα σχέδιά τους.

Κι αυτό διότι η αγορά της Γηραιάς Ηπείρου, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ διέπεται μεταξύ άλλων από διαφορετικές κανονιστικές ρυθμίσεις, φορολογική και εργατική νομοθεσία και πλαίσιο για τη αφερεγγυότητα, γεγονός που δημιουργεί εμπόδια στην ανάπτυξη διασυνοριακών συνενώσεων.

Η κοινή εποπτεία

Το πρώτο βήμα για την επίλυση αυτών των ζητημάτων έγινε το 2014 με τη δημιουργία του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ.

Το φιλόδοξο εγχείρημα της ευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης για την προληπτική πολιτική σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) ξεκίνησε με την ενίσχυση του εποπτικού ρόλου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Η κοινή εποπτεία αποτέλεσε το πρώτο αναγκαίο βήμα για την άμβλυνση των επιπτώσεων της κρίσης χρέους στον χρηματοπιστωτικό τομέα.

Ωστόσο, ακόμη το έργο της τραπεζικής ένωσης δεν έχει ολοκληρωθεί, καθώς δεν υφίσταται ένα κοινό σύστημα εγγύησης καταθέσεων.

Στα θέματα αυτά αναφέρθηκε και στην τελευταία έκθεσή του για την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ ο Μάριο Ντράγκι, υπογραμμίζοντας το γεγονός ότι το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα είναι σε μεγάλο βαθμό κατακερματισμένο και η ικανότητά του να αντλήσει επαρκή κεφάλαια και ρευστότητα για τη χρηματοδότηση εμβληματικών έργων, συμπεριλαμβανομένης της κλιματικής μετάβασης, παραμένει περιορισμένη.

Εκτιμάται συνεπώς ότι θα απαιτηθεί η αναμόρφωση του ευρωπαϊκού πλαισίου διαχείρισης κρίσεων και η ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης.

Το μέγεθος είναι αυτό που μετράει σήμερα, υποστηρίζει και η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία με κάθε ευκαιρία καθιστά σαφή τη στήριξή της σε συγχωνεύσεις μεταξύ τραπεζών στην ζώνη του ευρώ.

Με τον τρόπο αυτό εκτιμά ότι θα δημιουργηθούν όμιλοι με μέγεθος ικανό να ανταγωνιστούν τους κολοσσούς του τομέα σε διεθνές επίπεδο. 

Οι ελληνικές τράπεζες και η επάρκεια κεφαλαίων

Η τρέχουσα συγκυρία βρίσκει τις ελληνικές τράπεζες ισχυροποιημένες και σε φάση μεγέθυνσης του ενεργητικού τους, μετά από την πολυετή περιπέτεια των μνημονίων.

Με επαρκή κεφάλαια και ρευστότητα βρίσκονται σε συνεχή αναζήτηση ευκαιριών, με νόημα για τους μετόχους τους, καθώς οι δυνατότητες παραγωγής κερδοφορίας από τη μικρή ελληνική οικονομία είναι συγκεκριμένες.

Τα πρώτα βήματα επέκτασης στο εξωτερικό και σύναψης στρατηγικών συνεργασιών έχουν ήδη γίνει, ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί το σενάριο τα επόμενα χρόνια να βρεθούν οι ίδιες στο στόχαστρο μίας εξαγοράς.

Στο τέλος Ιουνίου το ενεργητικό τους στο εξωτερικό ανερχόταν σε 37,7 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 8,2% σε σύγκριση με το Δεκέμβριο του 2023, ενώ το μερίδιο των διεθνών δραστηριοτήτων στο συνολικό ενεργητικό σε ενοποιημένη βάση αυξήθηκε στο 11,8% από 11,0% στα τέλη του 2023.

Σε αυτή τη φάση οι διοικήσεις του επικεντρώνονται στην υλοποίηση του σχεδιασμού τους. Συγκεκριμένα:

Η Eurobank

Η Eurobank μετά τη ριζική αναδιάρθρωση της παρουσίας της στο εξωτερικό διαθέτει συστημικό εκτόπισμα σε Ελλάδα, Βουλγαρία και Κύπρο.

Μάλιστα, στη Μεγαλόνησο απέκτησε πρόσφατα πλειοψηφικό πακέτο μετοχών στην Ελληνική Τράπεζα, η οποία θα ενισχύσει σημαντικά τη συμβολή των θυγατρικών του εξωτερικού στα καθαρά της αποτελέσματα.

H Alpha Bank

Η Alpha Bank προχώρησε πέρυσι στη σύναψη στρατηγικής συμφωνίας με τη UniCredit, ενός από τους μεγαλύτερους ευρωπαϊκούς τραπεζικούς ομίλους.

Το ιταλικό πιστωτικό ίδρυμα δημιουργεί ένα εκτεταμένο δίκτυο για την εξυπηρέτηση των πελατών του σε πλήθος ευρωπαϊκών χωρών και η Alpha Bank είναι πλέον μέρος του, γεγονός που δημιουργεί προοπτικές σημαντικής ενίσχυσης των εργασιών της.

Μεταξύ άλλων θα συμμετέχει με 10% περίπου στην τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα στη Ρουμανία, που θα δημιουργηθεί από τη συγχώνευση των θυγατρικών τους.

Η Τράπεζα Πειραιώς

Η Τράπεζα Πειραιώς, η οποία δεν έχει παρουσία στο εξωτερικό αυτήν την στιγμή, θα λανσάρει την ερχόμενη χρονιά την ψηφιακή τράπεζα Snappi, η οποία σε βάθος λίγων ετών θα ξεκινήσει τη δραστηριότητά της σε 4 – 5 ευρωπαϊκές αγορές.

Θα επιχειρήσει με τον τρόπο αυτό ο ελληνικός όμιλος να αποκτήσει εκ νέου παρουσία εκτός συνόρων, με τη δύναμη της τεχνολογίας και χωρίς φυσικό δίκτυο καταστημάτων.

Η Εθνική Τράπεζα

Η Εθνική Τράπεζα διαθέτει αυτήν τη στιγμή τα μεγαλύτερα αποθέματα κεφαλαίων και μένει να φανεί προς ποια κατεύθυνση θα διοχετευτούν από τη διοίκησή της.

Σήμερα η μόνη ουσιαστική παρουσία στο εξωτερικό βρίσκεται στη Βόρεια Μακεδονία, ενώ ο όμιλος είναι σε διαρκή αναζήτηση ευκαιριών για συμμετοχή σε διεθνείς κοινοπρακτικές εκδόσεις ομολόγων.

Διαβάστε ακόμη: