Κέρδη 1,09 δισ. ευρώ παρουσίασαν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες το α’ τρίμηνο του 2024, ενισχυμένα κατά 40% έναντι του αντίστοιχου περσινού τριμήνου, ενώ συνολικά η κερδοφορία των 110 συστημικών τραπεζών που εποπτεύει ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός της ΕΚΤ ανήλθε στα 43,5 δισ. ευρώ έναντι 40,7 δισ. ευρώ το α’ τρίμηνο του 2023.
Αυτό προκύπτει από τα συγκεντρωτικά στοιχεία που δημοσίευσε ο SSM και επεξεργάστηκε η Ελληνική Ένωση Τραπεζών (ΕΕΤ), βάσει των οποίων η Ελλάδα υπολείπεται σε αριθμό συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων έναντι των μεγάλων χωρών της Ευρωζώνης, όπως η Γερμανία που διαθέτει 24, η Ιταλία 12, η Γαλλία 11, η Ισπανία 10, η Ολλανδία 7, η Αυστρία 6, η Ιρλανδία και το Βέλγιο που διαθέτουν από 5.
Αντίθετα έχει μεγαλύτερο αριθμό συστημικών τραπεζών έναντι των υπόλοιπων 10 χωρών, όπως η Εσθονία, η Φινλανδία, η Σλοβενία, η Πορτογαλία, το Λουξεμβούργο, η Λετονία και η Λιθουανία, που διαθέτουν από 3, η Κύπρος και η Μάλτα, που διαθέτουν 2 και η Βουλγαρία με 1.
Το ενεργητικό των 110 συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων αυξήθηκε κατά 0,8% έναντι του α’ τριμήνου του 2023 – στα 26,6 τρισ. ευρώ έναντι 26,4 τρισ. ευρώ και αντιστοιχεί στο 84,3% του συνολικού ενεργητικού του Ευρωπαϊκού Τραπεζικού Τομέα.
Αντίστροφη ήταν η εικόνα στην Ελλάδα, όπου το ενεργητικό των 4 συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων ανήλθε σε 302,4 δισ. ευρώ το α’ τρίμηνο του 2024 έναντι 304,8 δισ. το α’ τρίμηνο του 2023, σημειώνοντας μείωση κατά -0,8%.
Σε ότι αφορά τις πηγές κερδοφορίας
• Τα έσοδα από προμήθειες (Net fee and commission income) ως ποσοστό στα συνολικά λειτουργικά έσοδα (Operating income) διαμορφώθηκαν:
– στο 28,8% για τα 110 συστημικά πιστωτικά ιδρύματα και
– στο 16,2% για τα 4 συστημικά πιστωτικά ιδρύματα της Ελλάδας.
• Τα έσοδα από τόκους (Net interest income) ως ποσοστό στα συνολικά λειτουργικά έσοδα (Operating income) διαμορφώθηκαν:
– στο 60,5% για τα 110 συστημικά πιστωτικά ιδρύματα,
– στο 79% για τα 4 συστημικά πιστωτικά ιδρύματα της Ελλάδας.
Καλύτεροι του ευρωπαϊκού μέσου όρου είναι οι βασικότεροι δείκτες απόδοσης των συστημικών τραπεζών της Ελλάδας με:
• το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο να διαμορφώνεται στο 3,37% για τις ελληνικές τράπεζες έναντι 1,62% μέσου όρου των ευρωπαϊκών συστημικών τραπεζών
• τον δείκτη κόστους προς έσοδα να υποχωρεί στο 32,07% για τις ελληνικές τράπεζες έναντι 55,94% μέσου όρου των ευρωπαϊκών συστημικών τραπεζών
• το κόστος κινδύνου να διαμορφώνεται στο 0,38% για τις ελληνικές τράπεζες έναντι 0,50% μέσου όρου των ευρωπαϊκών συστημικών τραπεζών
• την απόδοση ιδίων κεφαλαίων να διαμορφώνεται στο 13,92% έναντι 9,67% μέσου όρου των ευρωπαϊκών συστημικών τραπεζών και
• την απόδοση ενεργητικού να διαμορφώνεται στο 1,44% έναντι 0,65% μέσου όρου των ευρωπαϊκών συστημικών τραπεζών
• ο συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (Total Capital ratio) βελτιώθηκε στο 19,10% για τις ελληνικές συστημικές τράπεζες έναντι 19,81% μέσου όρου των ευρωπαϊκών συστημικών τραπεζών, με τον βασικό κεφαλαιακό δείκτη (CET1) να διαμορφώνεται στο 15,47% έναντι 15,74% αντίστοιχα.
Όπως παρατηρεί η ΕΕΤ 78, μεταξύ των οποίων και τα 4 ελληνικά, από τα συνολικά 110 συστημικά πιστωτικά ιδρύματα είχαν, την 31/3/2024 δείκτη CET1 μεταξύ 10% και 20%. Τα υπόλοιπα 32 συστημικά πιστωτικά ιδρύματα είχαν δείκτη CET1 υψηλότερο του 20%.
Το ποσοστό δανείων προς καταθέσεις διαμορφώθηκε στο 60,59% για τα 4 συστημικά πιστωτικά ιδρύματα της Ελλάδας και στο 102,78% για τα 110 συστημικά πιστωτικά ιδρύματα της Ε.Ε.
Για τα 110 συστημικά πιστωτικά ιδρύματα, παρατηρείται αύξηση του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο σύνολο του δανειακού τους χαρτοφυλακίου σε σχέση με το α’ τρίμηνο του 2023 (2,31% έναντι 2,24%).
Αντίθετα για τα 4 συστημικά πιστωτικά ιδρύματα της Ελλάδας, παρατηρείται μείωση του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο σύνολο του δανειακού τους χαρτοφυλακίου σε σχέση με το α’ τρίμηνο του 2023 (4,60% έναντι 5,89%). Στην Ευρώπη τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανήλθαν σε 354,81 δισ. ευρώ και στην Ελλάδα διαμορφώθηκαν στα 7,29 δισ. ευρώ.
Τέλος οι ελληνικές τράπεζες «υπερέχουν» και ως προς το ποσοστό κάλυψης των μη εξυπηρετούμενων δανείων που διαμορφώνεται κατά 13,75% υψηλότερο έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου (στο 45,48% έναντι 39,98%).
Τέλος στον μέσο ευρωπαϊκό μέσο όρο είναι και το ποσοστό των δανείων με σημαντική αύξηση του πιστωτικού κινδύνου στην Ελλάδα (9,53% έναντι 9,50% στην Ε.Ε.), με εντυπωσιακή βελτίωση σε σχέση με το α’ τρίμηνο του 2023, όπου το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 11,24%.