Ευκαιρίες σε νέες υπηρεσίες, όπως αυτές των τηλεπικοινωνιών, αλλά και του Buy Now Pay Later (BNPL), που εμφανίζουν αυξανόμενο βαθμό αθετήσεων, αναζητούν οι εταιρείες διαχείρισης, σε μία προσπάθεια να διαφοροποιήσουν τις πηγές εσόδων τους μετά και την κατακόρυφη πτώση των συναλλαγών «κόκκινων» δανείων από τα υψηλά του 2019.

Πιο αναλυτικά, όπως προκύπτει από το τριετές business plan της doValue spa το στοκ των «κόκκινων» μη τραπεζικών ανοιγμάτων στην Ελλάδα «άγγιξε» πέρυσι τα δύο με τέσσερα δισ. ευρώ για τις τηλεπικοινωνίες και τους λογαριασμούς κοινής ωφέλειας και τα δύο με τρία δισ. ευρώ για τις αγορές BNPL, με το συνολικό απόθεμα στις αγορές, στις οποίες δραστηριοποιείται (Ιταλία, Ισπανία, Ελλάδα και Κύπρος) να διαμορφώνεται πέρυσι στα περίπου 25 δισ. ευρώ. Ειδικά για την ελληνική περιοχή ο Όμιλος υπολογίζει σε περίπου 10 δισ. ευρώ τις ετήσιες εισροές των επίμαχων ανοιγμάτων, στοχεύοντας να αξιοποιήσει τη συγκεκριμένη ευκαιρία.

Στις νέες αγορές που ανοίγονται για τους servicers είχε αναφερθεί προσφάτως και ο κ. Γιώργος Γεωργακόπουλος, Global Head of Servicing της Intrum και διευθύνων σύμβουλος της Intrum στην Ελλάδα. «Νέες συναλλαγές και επενδύσεις σε χαρτοφυλάκια απαιτήσεων όλων των κατηγοριών και μεγεθών αναμένονται σε όλη την Ευρώπη και σε πολλούς κλάδους, όχι μόνο τον τραπεζικό, αλλά και τις υπηρεσίες κοινής ωφελείας, το e-commerce, τις υπηρεσίες BNPL», ανέφερε χαρακτηριστικά, στο πλαίσιο τοποθέτησής του στο NPL Europe 2024, εκτιμώντας πως οι συναλλαγές που θα ενταθούν από το β’ και γ’ τρίμηνο του τρέχοντος έτους δεν θα φθάσουν το επίπεδο του 2021 – 2022 σε μεγέθη, αλλά θα είναι αξιοσημείωτες.

Αξίζει να αναφερθεί πως στη Νότια Ευρώπη, οι συναλλαγές «κόκκινων» δανείων κυμάνθηκαν το 2023 στα 60 δισ. ευρώ έναντι 82 δισ. ευρώ τον αμέσως προηγούμενο χρόνο και 149 δισ. ευρώ το 2019, οπότε καταγράφηκε και η υψηλότερη κινητικότητα. Για την επόμενη τριετία δε, οι επίμαχες συναλλαγές αναμένεται να διαμορφωθούν στα ίδια πάνω – κάτω επίπεδα, τόσο πρωτογενώς, όσο και στη δευτερογενή, αλλά και την αγορά των reperforming δανείων, ήδη στο pipeline βρίσκονται πολλές συναλλαγές, όπως τα projects Pronto και Frontier III από την Εθνική Τράπεζα, τα χαρτοφυλάκια Delta και Monza από την Τράπεζα Πειραιώς, το Gaia από την Alpha Bank και το Leon από τη Eurobank. Στόχος των τεσσάρων Ομίλων, άλλωστε, που διαθέτουν σήμερα ένα στοκ «κόκκινων» δανείων, ύψους περίπου έξι δισ. ευρώ (από 1,3 δισ. ευρώ οι Τράπεζα Πειραιώς και Εθνική Τράπεζα, 1,5 δισ. ευρώ ή 200 εκατ. ευρώ μετά από προβλέψεις η Eurobank και 2,2 δισ. ευρώ η Alpha Bank) είναι σε βάθος τριετίας να έχουν προσεγγγίσει τον δείκτη NPE της Ευρώπης και συγκεκριμένα:

Η Τράπεζα Πειραιώς προσβλέπει σε δείκτη κάτω από 3,5% εφέτος, περίπου 3% το 2025 και 2,5% το 2026.
Η Alpha Bank σε 5% το 2024 – από 6% το 2023 – και 4% τη διετία 2025 – 2026.
Η Eurobank αναμένει ότι ο δείκτης NPE θα κλείσει στο 3,5% το 2024 και στο 3% το 2026 και
Η ΕΤΕ στο 3,5% το 2024 από 3,7% το 2023 και κάτω από 3% το 2026.

«Για το μέλλον υπάρχει μία σειρά από ευνοϊκές εξελίξεις στην αγορά, τις οποίες η doValue είναι καλά τοποθετημένη για να εκμεταλλευτεί: 1) τα ποσοστά αθέτησης αναμένεται να αυξηθούν, οδηγώντας στο σχηματισμό νέων NPEs και η ανάπτυξη των ποσοστών των δανείων του Σταδίου 2 (πάνω από 25% τα τελευταία τέσσερα χρόνια) συνηγορεί σε αυτό, 2) η εξυπηρέτηση των NPEs θα παραμείνει ελκυστική, καθώς ομαλοποιείται προς τη ‘σταθερή κατάσταση’, με τις τράπεζες να προσπαθούν να διατηρήσουν χαμηλά ποσοστά NPEs, 3) πολύ σημαντικές ευκαιρίες πέραν των NPEs (αξίας 530 δισ. ευρώ), όπως οι πρόωρες καθυστερήσεις (αξίας περίπου 30 – 40 δισ. ευρώ) και τα εξυπηρετούμενα δάνεια (αξίας περίπου πέντε τρισ. ευρώ) και 4) μεγάλα χαρτοφυλάκια κρατικών φορέων ή κρατικών εγγυήσεων αναμένεται να ανατεθούν είτε σε εξωτερικούς συνεργάτες είτε να πωληθούν στην ελεύθερη αγορά», τονίζει η doValue.

Διαβάστε ακόμη: