Το στίγμα που άφησε ο πληθωρισμός στις καταναλωτικές συνήθειες και τις αγοραστικές τάσεις στην αμερικανική αγορά καταγράφει σε πρόσφατη έρευνά της η Deloitte.

Σύμφωνα με τις προοπτικές της αμερικανικής λιανικής βιομηχανίας για το 2024, τρεις στους τέσσερις καταναλωτές εξακολουθούν να ανησυχούν για την αύξηση των τιμών, ακόμη και όταν ο πληθωρισμός μετριάζεται.

Οι καταναλωτές εξετάζουν ποια προϊόντα μπορούν να αντικαταστήσουν με άλλα πιο οικονομικά, δοκιμάζουν τον ανταγωνισμό και αναζητούν τις καλύτερες προσφορές για να έχουν το μέγιστο όφελος στον προϋπολογισμό τους.

Στο επίκεντρο η τιμή

Η έκθεση διαπίστωσε ότι τα μισά στελέχη λιανικής αναμένουν από τους καταναλωτές να κινηθούν με βάση την τιμή καιόχι την πιστότητά τους σε ένα προϊόν τη φετινή χρονιά. Ενώ το 64% των στελεχών αναμένει επίσης από τους κουρασμένους από τον πληθωρισμό καταναλωτές να αγοράζουν λιγότερα αγαθά.

Όσον αφορά το ποιος κερδίζει σε ένα καταναλωτικό περιβάλλον πιο αργής ανάπτυξης και πληθωρισμού, η έκθεση επικαλείται δεδομένα από την Affinity Solutions, που υποδηλώνουν ότι οι πωλητές λιανικής με έκπτωση προηγούνται, με τους μαζικούς εμπόρους και τα καταστήματα κλαμπ να προωθούν επίσης εξειδικευμένες μορφές. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι οι καταναλωτικές δαπάνες στα εκπτωτικά καταστήματα αυξήθηκαν κατά 26% σε σύγκριση με το 2023. 

Ναι μεν, αλλά

Η οικονομική πρόβλεψη της Deloitte κάνει λόγο για συνεχή αύξηση των καταναλωτικών δαπανών με ρυθμό ελαφρώς χαμηλότερο από την αύξηση του ΑΕΠ λόγω της πτώσης του πληθωρισμού, της χαμηλής ανεργίας και της αυξανόμενης αύξησης της παραγωγικότητας.

Ενώ ο απόηχος της πανδημίας οδήγησε σε μια αλλαγή στα πρότυπα καταναλωτικών δαπανών, η πρόβλεψη υποδηλώνει  μια πιο αργή τροχιά ανάπτυξης για τις δαπάνες διαρκών αγαθών σε σχέση με την κατανάλωση και το εισόδημα τα επόμενα πέντε χρόνια.

Τι συμβαίνει στα φυσικά καταστήματα

Οι περισσότεροι πελάτες (τρεις στους τέσσερις) παραδέχονται ότι είναι πιο πιστοί σε καταστήματα που τους παρέχουν συνεπή εξυπηρέτηση και -γιατί όχι;- διαφορετικές εμπειρίες.

Μέσα σε ένα ξεκάθαρα price-oriented περιβάλλον, οι λιανέμποροι καλούνται να κάνουν περισσότερα με λιγότερα. Στο πλαίσιο αυτό εκτιμούν πως μπορούν να επενδύσουν στην ενίσχυση των προγραμμάτων πιστότητας και αφοσίωσης (54%), των προσφορών και σε συνδυασμό με το ηλεκτρονικό εμπόριο (44%), της εμπειρίας των πελατών τους εντός καταστήματος (36%) και της εμπειρίας σε όλα τα κανάλια (32%).

Η βελτίωση της εμπειρίας που προσφέρουν στους πελάτες τους και μάλιστα σε μόνιμη βάση στο κατάστημα, αποτελεί σχεδόν για όλους μια κορυφαία ευκαιρία ανάπτυξής τους, όπως το αποτύπωσε στην έρευνά της η Deloitte.

«Κάποιοι έμποροι λιανικής σχεδιάζουν ανακατασκευές και ανακαινίσεις καταστημάτων που μπορούν να δημιουργήσουν αμέσως ένα πιο ευχάριστο περιβάλλον που θα επηρεάσει θετικά την αγοραστική διάθεση και συμπεριφορά», ανέφερε η έκθεση, κάνοντας αναφορά στην παραδοχή της Target ότι οι πωλήσεις αυξάνονται κατά 2% έως 4% κατά μέσο όρο κατά τη διάρκεια του έτους μόλις ανακαινιστούν τα καταστήματά της. 

Και τα loyalty προγράμματα;

Σχεδόν τα δύο τρίτα των καταναλωτών ανήκουν σε ένα έως πέντε προγράμματα επιβράβευσης. Αλλά οι περισσότεροι από αυτούς τους καταναλωτές χρησιμοποιούν τις μισές από αυτές, δημιουργώντας μια πρόκληση για τους λιανοπωλητές να αναπτύξουν ελκυστικά προγράμματα που μετατρέπουν αυτά τα μέλη σε τακτικούς χρήστες.

Ο ρόλος της τεχνητής νοημοσύνης

Καθώς οι καταναλωτές αναζητούν προσφορές και αναζητούν εξατομικευμένες εμπειρίες, τα μισά από τα στελέχη λιανικής δίνουν προτεραιότητα σε εξατομικευμένες προτάσεις προϊόντων που βασίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη.

Στην πράξη όμως εντοπίζεται πρόβλημα, καθώς μόνο 5 στα 10 στελέχη λιανικής είναι σίγουροι για την ικανότητα της εταιρείας τους να χρησιμοποιεί την τεχνητή νοημοσύνη αποτελεσματικά. Ενώ μόλις γίνει γνωστή η χρήση ΑΙ από ένα brand, η καταναλωτική εμπιστοσύνη μειώνεται κατά 144%.

Διαβάστε ακόμη: