«Την ώρα που οι χρηματοπιστωτικές αγορές έδειχναν να ηρεμούν μετά την κατάρρευση της SVB, το ξεπούλημα των ευρωπαϊκών τραπεζικών μετοχών χθες (σ.σ. συνεδρίαση 15ης Μαρτίου) λόγω των ανησυχιών για τη ρευστότητα και την κατάσταση της Credit Suisse, η οποία τελικά διασώθηκε, δημιουργεί μια εντελώς νέα συνθήκη», εξηγεί η Capital Economics.
Σε αυτό το στάδιο, πολλά μένει να ξεκαθαρίσουν, αλλά μερικά σημεία αξίζει να αναφερθούν, αναφέρει σε ανάλυσή της η Capital Economics.
· Πρώτον, η Credit Suisse προκαλεί κατ’ αρχήν πολύ μεγαλύτερη ανησυχία για την παγκόσμια οικονομία από ό,τι οι περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ που βρέθηκαν στη γραμμή πυρός την περασμένη εβδομάδα. Ομολογουμένως, τα προβλήματά της ήταν γνωστά και έτσι δεν αποτελούν πλήρες σοκ ούτε για τους επενδυτές ούτε για τους φορείς χάραξης πολιτικής.
· Δεύτερον, αν η Credit Suisse χρεοκοπήσει, πολλά θα εξαρτηθούν από το πόσο ομαλή είναι η εξυγίανση της. Ως παγκόσμια συστημικά σημαντική τράπεζα (ή GSIB) θα έχει σχέδιο εξυγίανσης, αλλά τα σχέδια αυτά (ή “διαθήκες”) δεν έχουν δοκιμαστεί από τότε που θεσπίστηκαν κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Η εμπειρία δείχνει ότι μπορεί να επιτευχθεί γρήγορη εξυγίανση χωρίς να προκληθεί μεγάλη μετάδοση, υπό την προϋπόθεση ότι οι αρχές ενεργούν αποφασιστικά και ότι προστατεύονται οι ανώτεροι οφειλέτες. Ενώ οι ρυθμιστικές αρχές θα έχουν επίγνωση του γεγονότος αυτού, ο κίνδυνος μιας κακής εξυγίανσης θα ανησυχεί τις αγορές έως ότου διαφανεί μια λύση.
· Τέλος, και το πιο σημαντικό, τα προβλήματα στην Credit Suisse εγείρουν για άλλη μια φορά το ερώτημα αν πρόκειται για την αρχή μιας παγκόσμιας κρίσης ή απλώς για μια ακόμη “ιδιοσυγκρασιακή” περίπτωση. Η Credit Suisse θεωρούνταν ευρέως ως ο πιο αδύναμος κρίκος μεταξύ των μεγάλων τραπεζών της Ευρώπης, αλλά δεν είναι η μόνη τράπεζα που αγωνίστηκε με χαμηλή κερδοφορία τα τελευταία χρόνια.
Επιπλέον, αυτό είναι το τρίτο “μεμονωμένο” πρόβλημα μέσα σε λίγους μήνες, μετά την κρίση στην αγορά των ομολόγων στο Ηνωμένο Βασίλειο το Σεπτέμβριο και τις πτωχεύσεις περιφερειακών τραπεζών στις ΗΠΑ την περασμένη εβδομάδα, οπότε θα ήταν ανόητο να υποθέσουμε ότι δεν θα υπάρξουν άλλα προβλήματα στην πορεία.