ΚΟΣΜΟΣ

Bloomberg-Swiftonomics: Η οικονομία μέσα από την Τέιλορ Σουίφτ

Οι «Swifties», όπως ονομάζονται οι πιστοί θαυμαστές της 33χρονης pop star, δεν μοιάζουν απαραίτητα με τον μέσο Αμερικανό, αλλά σίγουρα αντικατοπτρίζουν την τρέχουσα εικόνα της αμερικανικής οικονομίας.

Τεράστια ζήτηση, περιορισμένη προσφορά, τιμές στον… θεό, μονοπώλιο. Και ένας πελάτης πρόθυμος να πληρώσει σχεδόν τα… πάντα. Καλώς ήρθατε στα «Swiftonomics», ή αλλιώς στα οικονομικά της Τέιλορ Σουίφτ, της διάσημης Αμερικανίδας τραγουδίστριας.

Η επερχόμενη περιοδεία της στις ΗΠΑ (52 διαφορετικές συναυλίες) ενσωματώνει όλα τα συστατικά του σοκ της μετα-πανδημικής ζήτησης. Τα εισιτήρια εξαντλήθηκαν με αστραπιαίο ρυθμό, ενώ εκατομμύρια νέοι έμειναν με… άδεια χέρια.

Όμως, παρ’ όλα αυτά δεν πτοούνται και δηλώνουν πρόθυμοι να πληρώσουν τεράστια ποσά για να βρουν ένα μαγικό «χαρτάκι» στη «μαύρη» αγορά, όπου οι τιμές υπερβαίνουν ακόμη και τα 40.000 δολάρια!

Οι «Swifties», όπως ονομάζονται οι πιστοί θαυμαστές της 33χρονης pop star, δεν μοιάζουν απαραίτητα με τον μέσο Αμερικανό, αλλά σίγουρα αντικατοπτρίζουν την τρέχουσα εικόνα της αμερικανικής οικονομίας. Παρότι ο κίνδυνος της ύφεσης αυξάνεται, πολλοί καταναλωτές είναι έτοιμοι να πληρώσουν αδρά για ό,τι έχασαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Από ταξίδια έως live διασκέδαση.

Οι φανς της Σουίφτ αποτυπώνουν μια υπερβολική έκδοση της υπερ-τούρμπο κατανάλωσης. Εκατομμύρια Millennials και άτομα της γενιάς «Z» (δηλαδή όσοι είναι από έφηβοι έως 40 ετών) εξέρχονται της πανδημικής περιόδου μ’ ένα ιστορικά υψηλό απόθεμα αποταμιεύσεων.

«Οι συναυλίες μοιάζουν ως μια προσιτή πολυτέλεια σε περίοδο κρίσης» σχολιάζει στο Bloomberg η Λίζα Γιανγκ, αναλύτρια της Goldman Sachs.

Αυτήν τη στιγμή, τα εισιτήρια για την περιοδεία της Σουίφτ είναι διαθέσιμα μόνο στη «μαύρη» αγορά. Και φυσικά είναι πανάκριβα. Περίπου 2,4 εκατ. «χαρτάκια» πουλήθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα, λίγο πριν η Ticketmaster αναστείλει τη διαδικασία της προπώλησης, λόγω τεχνικών προβλημάτων. H πλατφόρμα «κατέρρευσε» εξαιτίας του γεγονός ότι 14 εκατομμύρια άτομα προσπάθησαν να αγοράσουν ένα εισιτήριο.  

Ανάμεσα σ’ αυτά ήταν και η Μελίσα Κάρνεϊ, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ, η οποία ζει από πρώτο χέρι τον κανόνα της προσφοράς και της ζήτησης. Ούσα μητέρα δύο «Swifties», ηλικίας 12 και 15 ετών, είναι αποφασισμένη να ξοδέψει ό,τι χρειαστεί. «Δεν υπάρχει τίποτα άλλο που να θέλουν πιο πολύ στον κόσμο» τονίζει, αναφερόμενη στην επιθυμία των παιδιών της να παρακολουθήσουν τη συναυλία της διάσημης τραγουδίστριας.  

Ο Γκουστάβο Κουτίνιο, ο οποίος δεν έχει ουδέποτε δει live την Σουίφτ, είχε ένα κομπόδεμα 2.000 δολαρίων από την πανδημία. Ξόδεψε 1.500 δολάρια για να δώσει το «παρών» σε δύο από τις συναυλίες.  

Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ο οικονομολόγος Άλαν Κρούγκερ επινόησε την ιδέα της «Rockonomics», προκειμένου να εξηγήσει την οικονομία μέσα από το πρίσμα της μουσικής βιομηχανίας. Ο ίδιος χρησιμοποιούσε συχνά την Σουίφτ ως παράδειγμα κάποιου που επιλέγει συγκεκριμένες στρατηγικές για να αυξήσει τις πωλήσεις της

Το μονοπώλιο 

Στο μεταξύ, τα «Swiftonomics» καταδεικνύουν και κάτι επιπλέον. Το μονοπώλιο 

H Ticketmaster συνιστά ένα κυρίαρχο «παίχτη» στην αγορά της live μουσικής. Ακόμη και πριν τα τελευταία γεγονότα, η εταιρεία βρισκόταν στο επίκεντρο έρευνας του υπουργείου Δικαιοσύνης για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης.  

Η μητρική εταιρεία Live Nation Entertainment υποστηρίζει ότι η Ticketmaster είναι ηγέτιδα χάρη στην ποιότητα της πλατφόρμας της και όχι χάρη στη χρήση πρακτικών παραβίασης των αρχών ανταγωνισμού.  

Μετά τα όσα έγιναν με τις συναυλίες της Σουίφτ, η εταιρεία έσπευσ ένα ζητήσει συγγνώμη από τους καταναλωτές, ενώ διαβεβαίωσε ότι θα εργαστεί για να εξελίξει την πλατφόρμα της.  

Η μειωμένη προσφορά 

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η ίδια η τραγουδίστρια θεωρείται ο ιθύνων νους πίσω από την τεράστια ζήτηση. Κι αυτό, παρότι επέλεξε να εμφανιστεί σε υψηλής χωρητικότητας στάδια, ενώ πρόσθεσε και νέες συναυλίες στο πλαίσιο της περιοδείας της.  

Όμως, το γεγονός ότι πρόκειται για την πρώτη σειρά live εμφανίσεων έπειτα από τέσσερα χρόνια, συντηρεί αυτήν την άνευ προηγουμένου φρενίτιδα. «Πολύ συχνά έχεις την αίσθηση ότι η σπανιότητα αυξάνει τη ζήτηση» εξηγεί ο Πασκάλ Κάουρτι, οικονομολόγος στο Πανεπιστήμιο Βικτόρια του Καναδά.   

Διαβάστε ακόμη: