Επί δεκαετίες ακούω από τα επίσημα χείλη των κυβερνώντων τη λέξη “ανταγωνιστικότητα”, να κλείνετε σε όλες τις πτώσεις, αλλά δυστυχώς, ποτέ μέχρι σήμερα δεν μπόρεσε η χώρα μας να ξεπεράσει σειρά προβλημάτων, με δομικά και διαρθρωτικά χαρακτηριστικά, με αποτέλεσμα η ελληνική οικονομία να καταγράφει συνεχή ελλείμματα, τα οποία οδηγούν φυσικά σε δανεισμό για την κάλυψή τους.

Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και ο δείκτης παραγωγικότητας, αποτελούν τους δύο χαρακτηριστικότερους δείκτες, οι οποίοι δίνουν και το μέτρο του κατά πόσο είναι πράγματι ανταγωνιστική ή όχι μία οικονομία.

Καλώς να έρθει η επενδυτική βαθμίδα, αλλά κάποια στιγμή θα πρέπει όσοι κάθε φορά έχουν την ευθύνη χάραξης οικονομικής πολιτικής, να φροντίσουν επιτέλους για την υιοθέτηση μιας μακροχρόνιας στρατηγικής, που θα μειώνει σταδιακά την εξάρτησή μας από τον εξωτερικό δανεισμό και την πανάκριβη εξόφλησή του.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Κομισιόν, η πορεία του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μας είναι ιδιαίτερα δυσμενής.

Η Ελλάδα, μαζί με την Πολωνία και την Κύπρο έχουν τα πιο υψηλά επίπεδα ελλείμματος, ενώ εξαιρουμένης της Κύπρου, η χώρα μας έχει τόσο υψηλό έλλειμμα που την κατατάσσει στην ομάδα χωρών της Ανατολικής Ευρώπης που θέλουν να ενταχθούν στην Ε.Ε. και στην Ευρωζώνη μετέπειτα.

Η κατάσταση μπορεί να μοιάζει ότι είναι υπό έλεγχο, αλλά με τέτοιες συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί, λόγω υψηλού πληθωρισμού, ακριβού χρήματος και μεγάλης μείωσης του ρυθμού ανάπτυξης, δεν είναι καθόλου δύσκολο η κατάσταση να χειροτερέψει επικίνδυνα και η οικονομία να βρεθεί μπροστά σε πολύ δυσάρεστες καταστάσεις.

Καθόλου καλή δεν είναι η κατάσταση όμως και στον τομέα της παραγωγικότητας, από τον οποίο αντλεί την όποια δυναμική της η οικονομία, προκειμένου να ανταπεξέλθει στις αυξημένες και πολύπλοκες υποχρεώσεις της, παλιές και νέες που δημιουργούνται από κάθε οικονομική κρίση.

Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της Ε.Ε. που έχει δείκτη παραγωγικότητας κάτω από τα επίπεδα του 2010, κατά 4,3 ολόκληρες ποσοστιαίες μονάδες, ήτοι 43 το 2022, από 47,3 το 2010.

Την ίδια περίοδο όλες οι υπόλοιπες χώρες έχουν καταγράψει από το 2010 αυξήσεις, τουλάχιστον πάνω από 10%, μέχρι και…118!

Διαβάστε ακόμη: