Η δυσκολία στην εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας δεν έγκειται μόνο στην εγγενή πολυπλοκότητά της. Οι γλώσσες είναι πολύπλοκες με διαφορετικούς τρόπους (αν και όλες μπορούν να τις μάθουν τα βρέφη). Ο κύριος λόγος που μια γλώσσα είναι δύσκολη είναι ότι είναι διαφορετική από τη μητρική εκείνου που τη μαθαίνει.

Το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ τοποθετεί τις γλώσσες που διδάσκει στους διπλωμάτες σε τέσσερις κατηγορίες (βλ. διάγραμμα), υπολογίζοντας τον χρόνο που χρειάζονται για να τις μάθουν από 24 έως 88 εβδομάδες. Πώς γίνεται όμως ο διαχωρισμός;

Το πρώτο πράγμα που θα σκεφτούν πολλοί μαθητές είναι το σύστημα γραφής. Πράγματι, καμία από τις πιο δύσκολες γλώσσες του υπουργείου Εξωτερικών δεν γράφεται με το λατινικό αλφάβητο που χρησιμοποιείται από τις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες. Το κινέζικο ξεχωρίζει για τη δυσκολία του. Συνήθως λέγεται ότι ένας μαθητής πρέπει να απομνημονεύσει περίπου 2.000 χαρακτήρες για να μπορεί να διαβάσει μια εφημερίδα. Αλλά ακόμη και αυτή η εκτίμηση αμφισβητείται. Κάποιος που γνωρίζει 2.000 χαρακτήρες αναμένεται, σε κάθε λίγες γραμμές κειμένου να βρίσκει χαρακτήρες που δεν ξέρει τι σημαίνουν. Τα ιαπωνικά γράφονται (κυρίως) με ένα υποσύνολο των κινεζικών χαρακτήρων, αλλά στους περισσότερους χαρακτήρες μπορεί να δοθεί είτε ιαπωνική είτε κινεζική προφορά, καθιστώντας την εκμάθηση των ιαπωνικών επίσης δύσκολη.

Ωστόσο, το αλφάβητο δεν είναι το μοναδικό κριτήριο για να χαρακτηριστεί μια γλώσσα δύσκολη. Το αραβικό αλφάβητο έχει μόλις μερικές δεκάδες γράμματα, αναφέρει σε άρθρο του ο Economist. Η δυσκολία υπάρχει στο ότι τα γράμματα αλλάζουν σχήμα ανάλογα με το πού εμφανίζονται σε μια λέξη (αρχή, μέση, τέλος ή μόνα τους) και ότι τα μικρά φωνήεντα δεν γράφονται. Παράλληλα στο σύστημα hangul της Κορέας κάθε χαρακτήρας αντιπροσωπεύει μια συλλαβή και όχι έναν ήχο, αλλά όλοι το θαυμάζουν επειδή είναι απλό και λογικό.

Ένας άλλος λόγος για τον οποίο οι γλώσσες μπορεί να είναι δύσκολες είναι όταν υπάρχουν ήχοι που δεν περιλαμβάνονται στη γλώσσα του μαθητή.

Το λεξιλόγιο έχει επίσης τη σημασία του. Οι περισσότερες λατινογενείς γνώσεις, έχουν παρόμοιες λέξεις. Αν γνωρίζει κανείς ότι το νερό στα ισπανικά είναι agua, είναι εύκολο να καταλάβει το ιταλικό acqua και το αγγλικό aquatic. Γλώσσες που δεν σχετίζονται με τις ευρωπαϊκές, όπως τα αραβικά ή τα κινέζικα, έχουν πολύ λιγότερες κοινές λέξεις με αυτές.

Τέλος υπάρχει η γραμματική. Πολλοί άνθρωποι συνδέουν τη δύσκολη γραμματική με μεγάλες λίστες καταλήξεων που αλλάζουν ανάλογα με τη χρήση μιας λέξης σε μια πρόταση. Αυτό περισσότερο από οτιδήποτε άλλο ευθύνεται για τη δυσκολία μιας γλώσσας.

Η συνολική δυσκολία μιας γλώσσας μπορεί να θεωρηθεί ως το άθροισμα της δυσκολίας του συστήματος γραφής, των ήχων, των λέξεων και της γραμματικής της. Αλλά ακόμη και έτσι δεν είναι όλες οι δύσκολες γλώσσες το ίδιο. Ενας καθηγητής κινέζικων τη χαρακτήρισε την πιο δύσκολη γλώσσα που έμαθε ποτέ να γράφει και την πιο εύκολη που έμαθε να μιλάει.

Αν θέλει κανείς να μάθει μια γλώσσα απλώς για χόμπι, μπορεί να ξεκινήσει από τα σουηδικά, καθώς θεωρείται από τις πιο εύκολες. Αν κάποιος θέλει να μάθει έναν εντυπωσιακό αριθμό γλωσσών, προτείνεται να μείνει εντός των  ευρωπαϊκών συνόρων, όσον αφορά τις επιλογές του. Τέλος αν θέλει πραγματικά να αναλάβει μία πρόκληση, μπορεί να μάθει κινέζικα ή κορεάτικα.

Διαβάστε ακόμη: