Οι διετείς πανδημικοί εγκλεισμοί και αποκλεισμοί ισοπέδωσαν ορισμένους επιχειρηματικούς κλάδους, έπληξαν αρκετούς περισσότερους, κάποιους όμως δεν τους επηρέασαν σημαντικά. Ο κλάδος των οινοπνευματωδών ποτών είναι ένας εξ αυτών. Οι δαπάνες των ευρωπαϊκών νοικοκυριών για την αγορά αλκοολούχων ποτών έφθασαν τα 128 δισ. ευρώ το 2021, άγγιξαν δηλαδή το 1% του ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα στοιχεία για τις καταναλωτικές δαπάνες των Ευρωπαίων που ανακοίνωσε προ ημερών η Eurostat.

Το 2021 ήταν η χρονιά που κυκλοφόρησαν τα εμβόλια κατά της Covid-19 και σταδιακά άρχισε να «ανοίγει» η ευρωπαϊκή αγορά. Ήταν όμως και μια χρονιά ύφεσης για πολλές ευρωπαϊκές οικονομίες.

Η κατανάλωση αλκοόλ διαφέρει από χώρα σε χώρα τόσο σε ποσότητα όσο και σε δαπάνες ως ποσοστό επί του οικογενειακού προϋπολογισμού. Διότι είναι προφανές ότι τα οινοπνευματώδη δεν φορολογούνται εξίσου σε κάθε χώρα-μέλος της ΕΕ. Κάτι που σημαίνει ότι οι υψηλότερες ή χαμηλότερες δαπάνες για αλκοόλ μεταξύ των χωρών δεν πρέπει να ερμηνεύονται ως υψηλότερη ή χαμηλότερη κατανάλωση, αν τις παραβάλει κανείς.

Το 1,8% του μπάτζετ

Αν συγκρίνει κάποιος τη συνολική δαπάνη για την αγορά αλκοόλ σε απόλυτες τιμές διαπιστώνει ότι ευλόγως κυριαρχούν οι μεγαλύτερες πληθυσμιακά χώρες. Έτσι οι Γερμανοί καταναλωτές δαπάνησαν συνολικά 26,8 δισ. ευρώ το 2021 για την αγορά οινοπνευματωδών ποτών. Οι Γάλλοι δαπάνησαν 22,7 δισ. ευρώ, οι Πολωνοί 11,7 δισ. ευρώ και οι Ιταλοί 10,5 δισ. ευρώ.

Σε ό,τι αφορά τα μερίδια του οικογενειακού προϋπολογισμού που καταλαμβάνει η αγορά αλκοολούχων ποτών στην ΕΕ οι διαφορές είναι ευλόγως έντονες λόγω της διαφορετικής φορολόγησης ή και της κατανάλωσης προϊόντων αφορολόγητων, «ιδιωτικής παρασκευής» δηλαδή – κάτι που απαγορεύεται ασφαλώς σε όλες τις χώρες-μέλη. Ο μέσος όρος του ποσοστού επί του εισοδήματός τους που αφιερώνουν τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά για την αγορά αλκοόλ είναι 1,8%.

Τα «γερά ποτήρια»

Όπως φαίνεται στον πίνακα, στις πρώτες θέσεις της κατάταξης βρίσκονται οι χώρες της Βαλτικής, η Πολωνία, η Τσεχία αλλά και χώρες της βόρειας και πιο «παγωμένης» Ευρώπης όπως είναι η Φινλανδία. Αξιοσημείωτες είναι οι δαπάνες και των Βαλκάνιων Κροατών για αλκοόλ.

Η Ελλάδα μοιράζεται με την Ιταλία την τελευταία θέση του πίνακα. Τα ελληνικά και τα ιταλικά νοικοκυριά δαπανούν μόλις του 1% του εισοδήματός τους για την αγορά οινοπνευματωδών ποτών. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι Έλληνες δεν είναι «γερά ποτήρια». Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα το ποσοστό των δαπανών εμφανίζεται χαμηλό κυρίως λόγω της χαμηλής φορολόγησης του αλκοόλ – όπως και των προϊόντων καπνού εξάλλου.

Είναι δα γνωστό σε όλους του Ευρωπαίους που επισκέπτονται τη χώρα μας ότι εδώ θα βρουν τα φθηνότερα ποτά και τσιγάρα αλλά και το ακριβότερο γάλα. Σε κάθε περίπτωση το «χρυσό ανοιχτήρι», όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Σαρλ Πλαντάντ στον «Figaro», πηγαίνει στη Λετονία, όπου «ο πληθυσμός ξοδεύει το 5% του κουμπαρά του σε αλκοόλ».

Έσφιξαν το ζωνάρι

Σε ό,τι αφορά τις πωλήσεις αλκοόλ (για κατανάλωση κατ’ οίκον ασφαλώς) η Eurostat επιβεβαίωσε την ανελαστικότητα του προϊόντος. Οι δαπάνες των νοικοκυριών (ως μερίδιο επί του συνόλου) τη δύσκολη χρονία 2021 μειώθηκαν σε γενικές γραμμές, αλλά όχι τόσο όσο θα υπέθετε κανείς αναλογιζόμενος τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες.

«Μόνο στην Κροατία παρατηρήθηκε το 2021 αύξηση του ποσοστού των δαπανών των νοικοκυριών για αγορά αλκοολούχων ποτών. Η μεγαλύτερη μείωση καταγράφηκε στην Ιρλανδία (0,5%), στη Λετονία και τη Λιθουανία (0,4%), στην Ισπανία και την Εσθονία (0,3%)», σημειώνει η επίσημη Στατιστική Υπηρεσία της ΕΕ.

Στην Ελλάδα οι δαπάνες για αλκοόλ ως ποσοστό επί του συνόλου των οικογενειακών προϋπολογισμών παρέμειναν αμετάβλητες. Στη χώρα μας, ωστόσο, η Eurostat κατέγραψε τη μεγαλύτερη πτώση των δαπανών σε απόλυτες τιμές μεταξύ και των 27 κρατών-μελών της ΕΕ (1,7%). Κατά 1,4% μειώθηκαν σε απόλυτες τιμές οι δαπάνες στη Λιθουανία και κατά 1,3% στην Εσθονία, την Κροατία και τη Σλοβενία.

Διαβάστε ακόμη: