Από τη Λουίζ Μπουρζουά στη Βασιλεία μέχρι τον Πιετ Μοντριάν στο Μιλάνο και τον Ντονατέλο στη Φλωρεντία, οι μεγάλες εκθέσεις άνοιξαν και προσδοκούν να τις δει το κοινό που θα μπορέσει να ταξιδέψει για να επισκεφθεί μεγάλα μουσεία και ιδρυματα, πολλά από τα οποία ανέστειλαν την εκθεσιακή τους δραστηριότητα σχεδόν για δυο χρόνια.
Donatello, The Renaissance
Από 19 Μαρτίου έως 31 Ιουλίου 2022
Fondazione Palazzo Strozzi και Museo Nazionale del Bargello, Φλωρεντία
Στην πρώτη έκθεση που διοργανώνεται εδώ και σαράντα χρόνια στη Φλωρεντία τιμάται ο Ντονατέλο, ο «μεγάλος των μεγάλων» της ιταλικής τέχνης που εργάστηκε στην αρχή της καριέρας του στην Πάντοβα και στη συνέχεια στη Φλωρεντία ως προστατευόμενος των Μεδίκων και επηρέασε τους Ιταλούς γλύπτες, κυρίως τον Μιχαήλ Άγγελο, μέχρι τον δέκατο έκτο αιώνα. Η δουλειά του εκτός Ιταλίας είναι εξαιρετικά σπάνια, γι’ αυτό και έκθεση έχει ιδιαίτερη σημασία.
Η έκθεση-μαμούθ θα περιλαμβάνει περίπου 130 έργα, που θα καλύπτουν τα λατρευτικά του αγάλματα, σταυρούς και λειψανοθήκες, με δάνεια από το Met, το Λούβρο και το Ουφίτσι. Θα υπάρχουν επίσης πίνακες από τους σύγχρονους που επηρέασε, συμπεριλαμβανομένων των Mantegna, Bellini και Masaccio.
Κεντρικό έκθεμα της έκθεσης το αριστούργημα του Ντονατέλο, ο μπρούτζινος Δαβίδ, έργο διάσημο ως το πρώτο γυμνό ανδρικό γλυπτό από την αρχαιότητα. Απεικονίζει τον Δαβίδ με ένα αινιγματικό χαμόγελο, να ποζάρει με το πόδι του επάνω στο κομμένο κεφάλι του Γολιάθ αμέσως μετά τη νίκη του επί του γίγαντα. Ο νεαρός είναι εντελώς γυμνός, εκτός από ένα δαφνοστεφανωμένο καπέλο και τις μπότες που φορά, και φέρει το ξίφος του Γολιάθ. Οι περισσότεροι μελετητές μέχρι σήμερα πιστεύουν ότι το άγαλμα ήταν μια παραγγελία του Κόζιμο ντε Μέντιτσι, αλλά η ημερομηνία της δημιουργίας του είναι άγνωστη.
Ο Δαβίδ δεν έχει ίχνος σωματικής ρώμης, είναι πολύ νέος και λέγεται ότι το κεφάλι του εμπνεύστηκε από τα κλασικά γλυπτά του Αντίνοου, αγαπημένου του Αδριανού φημισμένου για την ομορφιά του. Η σωματική του διάπλαση υποδηλώνει ότι η νίκη του επί του γίγαντα Γολιάθ έγινε μέσω της θείας βούλησης.
Στην εποχή του δεν υπήρξε κανένας γλύπτης τέτοιου μεγέθους, εσωτερικής δύναμης, πλαστικής ικανότητας και πλούτου καλλιτεχνικής γλώσσας. Η αρμονία των αγαλμάτων του –από τις γοτθικές τάσεις της πρώιμης περιόδου μέχρι τη μετέπειτα δημιουργία νέων κλασικών μορφών– δεν απαντάται σε κανέναν καλλιτέχνη της εποχής του. Σπάει αποφασιστικά τις παραδόσεις των εργαστηρίων της εποχής του και παίρνει τον δρόμο της ανεξάρτητης ανάπτυξης, αλλάζει ριζικά την καλλιτεχνική του μέθοδο και γίνεται ο ιδρυτής μιας νέας μορφής γλυπτικής στην οποία αρχίζουν να κυριαρχούν οι ανθρωπιστικές ιδέες.
Σε αντίθεση με τον τρόπο που δούλευαν πολλοί σύγχρονοί του, οι δημιουργίες του Ντονατέλο είναι φτιαγμένες με ρεαλισμό και ζωντάνια, με μεγαλύτερη ελευθερία και θάρρος. Η σχέση του με την αρχαιότητα βρίσκεται στο επίκεντρο του προβληματισμού του και πολλοί στην Αναγέννηση τον έβλεπαν ως μεγάλο μιμητή των αρχαίων, ενώ ο Βαζάρι γράφει ότι τα έργα του «θεωρήθηκαν περισσότερο παρόμοια με τα εξαιρετικά έργα των αρχαίων Ελλήνων και Ρωμαίων από οτιδήποτε έγινε ποτέ από άλλον».
Francis Bacon: Man and Beast
Έως 17 Απριλίου 2022
Βασιλική Ακαδημία, Λονδίνο
Ο καλλιτέχνης πέρασε ώρες στο ζωολογικό κήπο του Regent’s Park, παρατηρώντας τους κατοίκους του, γεμίζοντας βιβλία σκίτσων με μελέτες πιθήκων που αγωνιούσαν στον περιορισμό τους. Ήταν δεινός συλλέκτης βιβλίων για την άγρια ζωή και το πάτωμα του στούντιό του στο Κένσινγκτον ήταν γεμάτο με φωτογραφίες του Έντγουερντ Μάιμπριτζ με ζώα σε κίνηση.
Η γραμμή ανάμεσα στον άνθρωπο και το κτήνος είναι διαρκώς θολή. Ο Μπέικον με τους πίνακές του μας υπενθυμίζει ότι τα πρωταρχικά μας ένστικτα βρίσκονται ακριβώς κάτω από την επιφάνεια και ο επιμελητής της έκθεσης και φίλος του Michael Peppiatt, εξέτασε ξανά προσεκτικά το έργο του, συνειδητοποιώντας ότι αυτή ήταν μια ολόκληρη πτυχή του ενδιαφέροντος και της φαντασίας του ζωγράφου η οποία δεν είχε διερευνηθεί πραγματικά στο παρελθόν.
Στην έκθεση παρουσιάζονται η σειρά ταυρομαχιών του Μπέικον του 1969, οι πιο εμβληματικές μορφές ποικιλοτρόπως παραμορφωμένων και βασανισμένων ανθρώπων, όπως ο Πάπας που ουρλιάζει (Head VI, 1949), καθώς και τα παράξενα, υβριδικά πλάσματα που περιέχονται τόσο στους πρώιμους πίνακές του με θέμα τη Σταύρωση όσο και στο έργο του της δεκαετίας του 1980, εμπνευσμένο από την κλασική ελληνική τραγωδία.
Φίλος του από τη δεκαετία του ’60, ο επιμελητής της έκθεσης υποστηρίζει ότι ο Μπέικον, αν και ζούσε μια αστική και παρακμιακή ζωή που τον έκανε διαβόητο στους καλλιτεχνικούς κύκλους και τους κύκλους της νυχτερινής ζωής, στην πραγματικότητα με αυτό τον τρόπο έβγαζε ένα κομμάτι της άγριας, αγροτικής παιδικής του ηλικίας –ως γιος ενός πρώην αξιωματικού του στρατού που είχε μετακομίσει στην Ιρλανδία για να εκπαιδεύει άλογα κούρσας– την οποία ομολογούσε συχνά ότι απεχθανόταν στη μετέπειτα ζωή του.
«Μπορεί να απέρριπτε την παιδική του ηλικία, αλλά δεν γεννήθηκε σε ένα μπαρ στο Σόχο, γεννήθηκε στην άγρια φύση της Ιρλανδίας, περιτριγυρισμένος από τη φύση» λέει ο Peppiatt. «Μπορεί να ήταν αλλεργικός στα άλογα και τα σκυλιά, αλλά καταλάβαινε τη συμπεριφορά των ζώων, την αντίδρασή τους και έβλεπε τη ζωή μέσα από το φάσμα της ζωώδους συμπεριφοράς».
Οι ταυρομαχίες, όπως και τον Πικάσο, τον οποίο ο Μπέικον θαύμαζε αλλά δεν θέλησε ποτέ να συναντήσει, συγκινούσαν και αναστάτωναν βαθιά ως θέαμα τον Μπέικον και οι εικόνες που δημιούργησε είναι από τις πιο άμεσες και δυνατές συναντήσεις μεταξύ ανθρώπου και ζώου στο έργο του. Τον ενθουσίαζε ο κίνδυνος, το αίμα, το θάρρος, μάλιστα τις αποκαλούσε «θαυμάσιο απεριτίφ για το σεξ».
Έντβαρντ Μουνκ. Σε Διάλογο
Έως 19 Ιουνίου 2022
Μουσείο Albertina, Βιέννη
Παρά την παγκόσμια πανδημία, το 2021 ήταν μια χρονιά σημαντική για το έργο του Νορβηγού καλλιτέχνη Έντβαρντ Μουνκ. Ξεκίνησε με την έκθεση Tracey Emin / Edvard Munch: The Loneliness of the Soul στη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου και τον Οκτώβριο άνοιξε το νέο Μουσείο Μουνκ του Όσλο, ένα από τα μεγαλύτερα ιδρύματα στον κόσμο αφιερωμένο σε έναν μόνο καλλιτέχνη.
Στο μουσείο Αλμπερτίνα της Βιέννης η μεγάλη ανοιξιάτικη έκθεση είναι αφιερωμένη στον Μουνκ με πάνω από 60 έργα του Νορβηγού καλλιτέχνη να δείχνουν το εντυπωσιακό έργο του που είναι πρωτοποριακό για τη μοντέρνα και τη σύγχρονη τέχνη. Αυτό αποδεικνύεται από επτά σημαντικούς σύγχρονους καλλιτέχνες –όλοι σπουδαίοι του 20ού αιώνα– που βρίσκονται σε αυτή την έκθεση σε διάλογο με τον Μουνκ: Γκεοργκ Μπάζελιτς, Άντι Γουόρχολ, Μιριαμ Καν, Πίτερ Ντόιγκ, Μαρλέν Ντυμάς, Τρέισι Έμιν και Τζάσπερ Τζονς.
Οι ομάδες έργων που επιλέχθηκαν από τους ίδιους τους καλλιτέχνες απεικονίζουν εντυπωσιακά την επίδραση του Μουνκ στην τέχνη μέχρι σήμερα. Είναι έργα που αναφέρονται στον Μουνκ, επηρεάστηκαν από αυτόν και δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια μιας «συνάντησης» μαζί του.
Αυτό το στυλ κάνει τον Μουνκ τον πιο μοντέρνο καλλιτέχνη της σύγχρονης εποχής και η συνάντηση με τους καλλιτέχνες του 20ού αιώνα κάνει την έκθεση απίστευτα θεαματική και ενδιαφέρουσα.
Η επιρροή του Μουνκ στους επόμενους καλλιτέχνες δεν σχετίζεται μόνο με τη μελαγχολική κοσμοθεωρία του: Αντίθετα, η εστίαση γίνεται στην πειραματική του προσέγγιση της ζωγραφικής και τις τεχνικές εκτύπωσης, στον μοναδικό του κόσμο των χρωμάτων, της χρωστικής και της εγκεφαλικής προσέγγισης που έχει διαμορφώσει –και συνεχίζει να διαμορφώνει– την ιστορία της ζωγραφικής.
Louise Bourgeois x Jenny Holzer: The Violence of Handwriting Across a Page
Έως 15 Μαΐου 2022
Kunstmuseum, Βασιλεία
Το 2013 ο Guardian ρώτησε την Αμερικανίδα καλλιτέχνιδα Τζένι Χόλτζερ, η οποία είναι περισσότερο γνωστή για τις εκτυπώσεις και τις προβολές της που βασίζονται σε κείμενο, ποιους άλλους καλλιτέχνες θαύμαζε περισσότερο. Η πρώτη γυναίκα που ονόμασε ήταν η γλύπτρια και ζωγράφος Λουιζ Μπουρζουά.
Με την πρώτη ματιά, η δουλειά της Χόλτζερ και της Μπουρζουά μπορεί να φαίνεται ριζικά διαφορετική. Ωστόσο, και οι δύο καλλιτέχνιδες μοιράζονταν την αγάπη για τη γλώσσα, και η Μπουρζουά ήταν στην πραγματικότητα μια εμμονική συγγραφέας. Πριν από τον θάνατο της Μπουρζουά το 2010, με την Χόλτζερ έγιναν στενές φίλες.
Στο The Violence of Handwriting Across a Page, το Kunstmuseum της Βασιλείας έδωσε στην Χόλτζερ carte blanche για να επιμεληθεί μια παρουσίαση του έργου της Μπουρζουά, με στόχο να προσφέρει μια νέα –και πιο προσωπική– οπτική για την δουλειά της. Σε εννέα δωμάτια με κατάλληλη διαρρύθμιση παρουσιάζονται ως αυτόνομες εγκαταστάσεις έργα που καλύπτουν θέματα όπως η αγάπη, η εγκατάλειψη και ο θάνατος.