Η πανδημία εδώ και δύο περίπου χρόνια μπορεί να κράτησε πίσω τα εκθεσιακά προγράμματα των μουσείων αλλά όχι και τα κατασκευαστικά έργα.
Έτσι, τα νέα μουσεία που θα ανοίξουν το 2022 σχεδιάζουν να δημιουργήσουν νέο ενδιαφέρον σε επισκέπτες και τουρίστες και να γίνουν τα πολιτιστικά κέντρα της περιοχής τους, αναζωογονώντας το ενδιαφέρον του κοινού να δει μουσεία και εκθέσεις με λιγότερους περιορισμούς.
Εδώ είναι τα πιο συναρπαστικά νέα μουσεία που ανοίγουν το 2022 σε κάθε άκρη της γης.
Nasjonalmuseet, το νέο Εθνικό Μουσείο της Νορβηγίας στο Όσλο
Με προγραμματισμένη έναρξη της λειτουργίας του στις 11 Ιουνίου και κόστος 670 εκατ. δολάρια, το Nasjonalmuseet της Νορβηγίας είναι ένα από τα μεγαλύτερα μουσεία σε ευρωπαϊκό έδαφος, το μεγαλύτερο σε σκανδιναβική χώρα, ένα έργο τεράστιο από κάθε άποψη, που θα συνδέσει κάτω από τη στέγη του τις συλλογές τριών μεγάλων νορβηγικών ιδρυμάτων, της Εθνικής Πινακοθήκης, του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και του Μουσείου Διακοσμητικών Τεχνών και Σχεδίου.
Οι Γερμανοί αρχιτέκτονες Kleihues + Schuwerk κέρδισαν τον διεθνή διαγωνισμό του έργου που χρηματοδοτείται από το νορβηγικό κράτος και θα φιλοξενήσει 5.000 έργα, τα οποία χρονολογούνται από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα και θα εκτεθούν σε μια μόνιμη συλλογή, σε περισσότερες από 80 αίθουσες και δύο ορόφους. Ανάμεσα στα έργα που θα υπάρχουν στο νέο μουσείο είναι η «Κραυγή» του Έντβαρντ Μουνκ, μια αυτοπροσωπογραφία που έκανε ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ στο άσυλο Σεν Ρεμί ντε Προβένς το 1889 και η «Χειμωνιάτικη Νύχτα στα Βουνά», ένα έργο του 1914 του Χάραλντ Σόλμπεργκ, που έχει ψηφιστεί ως εθνικός πίνακας της Νορβηγίας.
Το νέο μουσείο θα είναι ένας χώρος για νέες ιδέες, έμπνευση και συναρπαστικές πολιτιστικές εμπειρίες, που φιλοδοξεί να κάνει την τέχνη προσιτή σε όλους και να αντικατοπτρίζει την κοινωνία και την εποχή που ζούμε. Ολόκληρη η πρόσοψή του είναι καλυμμένη από νορβηγικό σχιστόλιθο.
Η Αίθουσα του Φωτός είναι το αρχιτεκτονικό χαρακτηριστικό του κτιρίου. Θα είναι ένας εντυπωσιακός εκθεσιακός χώρος 2.400 τετραγωνικών μέτρων στην κορυφή του μουσείου, που δεν έχει ξαναϋπάρξει στη Νορβηγία, και θα φιλοξενεί περιοδικές εκθέσεις. Η εναρκτήρια έκθεσή της θα είναι αφιερωμένη στη σύγχρονη νορβηγική τέχνη, με περισσότερους από 150 καλλιτέχνες και συλλογικότητες καλλιτεχνών.
54.600 τετραγωνικά μέτρα καταλαμβάνει η συνολική επιφάνεια του νέου Εθνικού Μουσείου ενώ 10.000 τετραγωνικά μέτρα είναι η επιφάνεια της έκθεσης της νέας συλλογής. Η πλατεία του μουσείου μπροστά από την κύρια είσοδο θα είναι ένας ζωντανός αστικός χώρος και σημείο συναντήσεων, με υπαίθριο εστιατόριο, καθίσματα και εκδηλώσεις. Το μουσείο βρίσκεται σε κεντρική τοποθεσία, στην πλατεία Rådhusplassen (πλατεία του δημαρχείου) του Όσλο, και πάνω από 100.000 αντικείμενα θα μετακινηθούν πριν ανοίξει το νέο Εθνικό Μουσείο το 2022.
Το Μεγάλο Αιγυπτιακό Μουσείο στην Γκίζα
Για λίγα μουσεία στον κόσμο έχει γίνει τόσος θόρυβος στη διάρκεια της κατασκευής τους όσο για το περίφημο Μεγάλο Αιγυπτιακό Μουσείο (GEM), το οποίο, αν όλα πάνε σύμφωνα με το πρόγραμμα, θα ανοίξει στα τέλη του 2022, είκοσι χρόνια αφότου ο τότε πρόεδρος της χώρας Χόσνι Μουμπάρακ έθεσε τον θεμέλιο λίθο του.
Ο σχεδιασμός του μουσείου ανήκει στους αρχιτέκτονες Róisín Heneghan και Shi-Fu Peng, με έδρα το Δουβλίνο, οι οποίοι βρίσκονται πίσω από την ανακαίνιση της παλαιάς βιβλιοθήκης του πανεπιστημίου Τρίνιτι, που θεωρείται το «πιο ωραίο δωμάτιο της Ιρλανδίας». Το κόστος ξεπερνά το 1 δισεκατομμύριο δολάρια, ενώ μεγάλο μέρος της χρηματοδότησης προέρχεται από δάνεια της ιαπωνικής κυβέρνησης. Ο διαγωνισμός για το έργο είχε 1.557 συμμετοχές από 82 χώρες και ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος αρχιτεκτονικός διαγωνισμός στην ιστορία.
Όταν εγκαινιαστεί, το GEM θα είναι το μεγαλύτερο αρχαιολογικό μουσείο στον κόσμο. Θα φιλοξενήσει αντικείμενα της αρχαίας Αιγύπτου, συμπεριλαμβανομένης της πλήρους συλλογής του Τουταγχαμών, ενώ πολλά κομμάτια θα εμφανιστούν για πρώτη φορά. Το μουσείο βρίσκεται σε ένα οικόπεδο περίπου 480.000 τετραγωνικών μέτρων, περίπου 2 χιλιόμετρα από το συγκρότημα της πυραμίδας της Γκίζας, και αποτελεί μέρος ενός νέου γενικού σχεδίου για το Οροπέδιο της Γκίζας που ονομάζεται «Γκίζα 2030».
Το κτίριο έχει σχήμα λοξότμητου τριγώνου σε κάτοψη. Μπροστά του υπάρχει μια μεγάλη πλατεία, γεμάτη με χουρμαδιές. Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του μουσείου είναι ο ημιδιαφανής πέτρινος τοίχος από αλάβαστρο, που αποτελεί την πρόσοψη του κτιρίου. Μέσα στην κύρια είσοδο υπάρχει ένα μεγάλο αίθριο, όπου θα εκτεθούν μεγάλα αγάλματα. Το 2018 μεταφέρθηκε στην είσοδο του μουσείου ένα άγαλμα 82 τόνων, 3.200 ετών, του Ραμσή Β΄. Ήταν το πρώτο τεχνούργημα που εγκαταστάθηκε στο μουσείο κατά την κατασκευή λόγω του μεγέθους του.
Στο μουσείο, που έχει για λογότυπο τη νεκρική μάσκα του Τουταγχαμών, θα εκτεθούν συνολικά 18.000 αντικείμενα. Περίπου 5.000 αντικείμενα στις αίθουσες του Τουταγχαμών θα εκτεθούν στο σύνολό τους για πρώτη φορά. Άλλα αντικείμενα θα μεταφερθούν από αποθήκες και μουσεία στο Λούξορ, στη Μίνυα, στο Σοχάγκ, στο Ασίουτ, στο Μπένι Σουέφ, στο Φαγιούμ, στο Δέλτα και στην Αλεξάνδρεια.
Εθνική Πινακοθήκη της Νέας Νότιας Ουαλίας
Η Πινακοθήκη Τέχνης της Νέας Νότιας Ουαλίας (AGNSW), που ιδρύθηκε το 1872 και είναι γνωστή ως Εθνική Πινακοθήκη της Νέας Νότιας Ουαλίας, βρίσκεται στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας και είναι το πιο σημαντικό δημόσιο μουσείο στο Σίδνεϊ και ένα από τα πιο σημαντικά στην Αυστραλία. Στους χώρους του μουσείου εκτίθενται αυστραλιανά έργα τέχνης (συμπεριλαμβανομένης της ιθαγενούς αυστραλιανής τέχνης), ευρωπαϊκή και ασιατική τέχνη.
Η 150ή επέτειος της λειτουργίας του μουσείου συμπίπτει με την ολοκλήρωση του Sydney Modern Project στα τέλη του 2022, που έχει κόστος 247 εκατομμύρια δολάρια και το οποίο υπογράφει η αρχιτεκτονική εταιρεία SANAA, των βραβευμένων με Pritzker Ιαπώνων αρχιτεκτόνων Kazuyo Sejima και Ryue Nishizawa. Οι δυο αρχιτέκτονες έχουν σχεδιάσει ένα ανοιχτό και προσβάσιμο μουσείο και ένα πάρκο με θέα στο λιμάνι του Σίδνεϊ. Είναι το πρώτο μουσείο τέχνης της Αυστραλίας που βραβεύτηκε με την υψηλότερη βαθμολογία στον βιώσιμο σχεδιασμό.
Το νέο θεαματικό κτίριο, ως μέρος του μετασχηματισμού του Sydney Modern Project, θα δημιουργήσει ένα αρχιτεκτονικό ορόσημο που θα προσφέρει σημαντικά πολιτιστικά, περιβαλλοντικά, κοινωνικά και οικονομικά μερίσματα για την πόλη, τη χώρα και τις επόμενες γενιές.
Ο μετασχηματισμός θα δημιουργήσει εκθεσιακό χώρο 16.000 τ.μ., διπλασιάζοντας σχεδόν το σημερινό αποτύπωμα, και αναμένεται να αυξήσει τον αριθμό των επισκεπτών πέραν των δύο εκατομμυρίων ετησίως. Η επέκταση χτίζεται πάνω από δύο παροπλισμένες δεξαμενές πετρελαίου του ναυτικού από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και η μια από αυτές θα επαναχρησιμοποιηθεί ως μοναδικός χώρος σύγχρονης τέχνης. Θα έχει όψη από γυαλί και θα συνδέεται αισθητικά με την όψη από ψαμμίτη της ιστορικής Πινακοθήκης. Ένας δημόσιος κήπος που θα λειτουργεί όλο το 24ωρο σαν δημόσιος χώρος θα προσφέρει στο κοινό τη σπουδαία εμπειρία της τέχνης μέσα στην καθημερινότητά τους.
Μουσείο του Cluny στο Παρίσι
Οι Γάλλοι αγαπούν τον μεσαίωνα και τις μεσαιωνικές ιστορίες και δεν μπορούσε παρά να υπάρχει ένα μουσείο αντάξιό τους. Γνωστό και ως «Μουσείο του Μεσαίωνα», βρίσκεται στο Καρτιέ Λατέν και αποτελείται από δυο κτίρια, το frigidarium μέσα στις Θέρμες του Κλινί, στα απομεινάρια των γαλλο-ρωμαϊκών λουτρών του τρίτου αιώνα, και το ίδιο το Hôtel de Cluny, το οποίο στεγάζει τις συλλογές του και δέχεται τώρα ένα γερό «λίφτινγκ» κόστους 21,5 εκατ. ευρώ.
Το ίδιο το κτίριο είναι ένα σπάνια σωζόμενο δείγμα της αστικής αρχιτεκτονικής του μεσαιωνικού Παρισιού. Παλαιότερα ήταν το αρχοντικό των ηγουμένων του Cluny. Τον 18ο αιώνα, ο πύργος του Hôtel de Cluny χρησιμοποιήθηκε ως παρατηρητήριο από τον αστρονόμο Charles Messier, ο οποίος το 1771 δημοσίευσε τις παρατηρήσεις του στον σημαντικό κατάλογο Messier, ενώ τα πρώτα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης το ξενοδοχείο κατασχέθηκε από το κράτος και για τις επόμενες τρεις δεκαετίες εξυπηρετούσε διάφορες λειτουργίες. Κάποια στιγμή, ήταν ιδιοκτησία ενός γιατρού που χρησιμοποίησε το υπέροχο παρεκκλήσι Flamboyant στον πρώτο όροφο ως αίθουσα ανατομίας. Το αρχοντικό στέγαζε επίσης το τυπογραφείο του Nicolas-Léger Moutard, του επίσημου τυπογράφου της βασίλισσας της Γαλλίας από το 1774 έως το 1792.
Τον Δεκέμβριο του 1832, ο Alexandre du Sommerard, ένας διάσημος αρχαιολόγος και συλλέκτης έργων τέχνης, αγόρασε το Hôtel de Cluny και εγκατέστησε τη μεγάλη συλλογή του από μεσαιωνικά και αναγεννησιακά αντικείμενα. Μετά τον θάνατό του το 1842 η συλλογή αγοράστηκε από το κράτος και το κτίριο άνοιξε ως μουσείο και έλαβε την ιδιότητα του ιστορικού μνημείου το 1846, ενώ τα ιαματικά λουτρά έλαβαν το ίδιο καθεστώς το 1862. Οι σημερινοί κήποι, που άνοιξαν το 1971, περιλαμβάνουν ένα «δάσος μονόκερων» εμπνευσμένο από τις διάσημες ταπετσαρίες που στεγάζονται εκεί. Τον Φεβρουάριο του 1926 το μουσείο τέθηκε υπό την αιγίδα του τμήματος διακοσμητικών τεχνών του Λούβρου. Το έργο «Cluny 4, ένα νέο μουσείο» ξεκίνησε το 2015.
Η ανακαίνιση κρίθηκε απαραίτητη για τη διεθνή φήμη του μουσείου πρωτίστως, εξαιτίας της έλλειψης ορατότητας του κτιρίου σε ένα πυκνό αστικό περιβάλλον και της προβληματικής προσβασιμότητας. Οι εργασίες έγιναν σταδιακά, ξεκινώντας από την αποκατάσταση ενός γοτθικού παρεκκλησιού και των ερειπίων των αρχαίων γαλλο-ρωμαϊκών ιαματικών λουτρών στην περιοχή. Με επίκεντρο τις περίφημες έξι ταπετσαρίες της «Κυρίας και του Μονόκερου», επισκευάζονται και οι αίθουσες του μουσείου με θεματική προσέγγιση και χρονολογική διάταξη.
Μια νέα διαδρομή θα οδηγεί τους επισκέπτες από τις βυζαντινές συλλογές και τη γέννηση της γοτθικής τέχνης μέχρι το 1500. Άλλα βασικά αντικείμενα της συλλογής περιλαμβάνουν πίνακες από βιτρό από το Sainte-Chapelle και αγάλματα του 13ου αιώνα που αποσχίστηκαν από την πρόσοψη του καθεδρικού ναού της Notre-Dame κατά τη Γαλλική Επανάσταση και ανακτήθηκαν μόλις το 1977.
Μουσείο του Παλατιού του Χονγκ Κονγκ
Μετά την πολυαναμενόμενη αποκάλυψη τον περασμένο Νοέμβριο του μουσείου M+ του Χονγκ Κονγκ, που είναι αφιερωμένο στη σύγχρονη τέχνη, έρχεται το γειτονικό «Μουσείο του Παλατιού», αφιερωμένο στους αυτοκρατορικούς θησαυρούς της Κίνας που προέρχονται από την Απαγορευμένη Πόλη στο Πεκίνο. Το μουσείο ανακοινώθηκε από την κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ τον Δεκέμβριο του 2016, πυροδοτώντας διαμάχη σχετικά με την έλλειψη προηγούμενης δημόσιας διαβούλευσης. Είναι μια πρόσφατη προσθήκη στην πολιτιστική περιοχή West Kowloon. Το κόστος του θα φτάσει τα 450 εκατομμύρια δολάρια, χρηματοδοτείται από ιδιωτικούς πόρους και η έναρξη λειτουργίας του έχει προγραμματιστεί για τον Απρίλιο.
Το κτίριο των 30.500 τετραγωνικών μέτρων σχεδιάζεται από την αρχιτεκτονική εταιρεία του Χονγκ Κονγκ Rocco Design Architects, και θα περιλαμβάνει δύο εκθεσιακούς χώρους, αίθουσες δραστηριοτήτων, ένα θέατρο 400 θέσεων, ένα κατάστημα δώρων και ένα εστιατόριο. Χτίζεται πάνω σε έναν πρώην χώρο υγειονομικής ταφής. Η κατασκευή ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2019 και αναμένεται να ανοίξει τον Ιούλιο του 2022. Οι αρχές του Χονγκ Κονγκ έχουν ανακοινώσει ότι «αυτό είναι το καλύτερο και μεγαλύτερο δώρο για τον εορτασμό της 20ής επετείου από την επιστροφή του Χονγκ Κονγκ στη μητέρα πατρίδα».
Περίπου 800 αντικείμενα από το Μουσείο του Παλατιού στο Πεκίνο θα αποτελέσουν τις εναρκτήριες εκθέσεις, συμπεριλαμβανομένων πινάκων, καλλιγραφίας, διακοσμητικών τεχνών και σπάνιων βιβλίων που δεν έχουν εκτεθεί ποτέ πριν στο κοινό. Άλλες γκαλερί θα επικεντρωθούν στην ιστορία της συλλογής έργων τέχνης στο Χονγκ Κονγκ και στις διαδραστικές εμπειρίες για παιδιά. Στην πρώτη από μια σειρά διεθνών συνεργασιών, μια έκθεση με θέμα τα άλογα θα αντιπαραβάλει την αρχαία κινεζική τέχνη με έργα από το Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι.
Η συλλογή Burrell στη Γλασκώβη
Τον Μάρτιο, η Γλασκώβη θα γιορτάσει το νέο μουσείο που θα στεγάσει τη συλλογή Burrell. Το μουσείο φιλοξενεί 9.000 έργα τέχνης και οδηγεί τον επισκέπτη σε μια περιήγηση 6.000 ετών ιστορίας από όλο τον κόσμο. Ο αρχιτέκτονας John McAslan ανέλαβε το έργο, που θα στοιχίσει 68 εκατομμύρια στερλίνες και θα αποδοθεί στην πόλη της Γλασκώβης την άνοιξη του 2022. Ο μεγιστάνας της ναυτιλίας Sir William Burrell και η σύζυγός του δώρισαν τη συλλογή τους με 9.000 αντικείμενα στην πόλη της Γλασκώβης το 1944.
Η συλλογή περιέχει θησαυρούς από όλο τον κόσμο, όπως μια από τις πιο σημαντικές συλλογές κινεζικής τέχνης στο Ηνωμένο Βασίλειο, και αντικείμενα από αρχαίους πολιτισμούς, όπως ρωμαϊκή γλυπτική και αιγυπτιακή κεραμική ηλικίας άνω των 2.000 ετών. Υπάρχουν μεσαιωνικοί θησαυροί, όπως βιτρό και πανοπλίες, και πάνω από 200 ταπετσαρίες που κατατάσσονται μεταξύ των καλύτερων του κόσμου, καθώς και πίνακες γνωστών Γάλλων καλλιτεχνών του 19ου αιώνα όπως ο Μανέ, ο Σεζάν και ο Ντεγκά. Το ανακαινισμένο κτίριο φιλοδοξεί να συνδέσει τον κόσμο της πόλης με τους ανθρώπους που δημιούργησαν πολλά από τα εξαίσια έργα. Πρόκειται για μια από τις πιο σημαντικές ανακαινίσεις μουσείων των τελευταίων ετών, που φιλοδοξεί να παρέχει την ευκαιρία να αναπτυχθούν καινοτόμες και καθηλωτικές εικόνες και να ερμηνευτούν εκ νέου τα έργα τέχνης, αποκαλύπτοντας πολλές υπέροχες και νέες ιστορίες για αυτά.
Όταν το μουσείο ανοίξει ξανά, ο υπάρχων εκθεσιακός χώρος θα έχει μεγαλώσει κατά ένα τρίτο και παραπάνω, για να εκτεθούν σημαντικά και μοναδικά αντικείμενα, που δεν έχουν εμφανιστεί για δεκαετίες ή δεν έχουν εκτεθεί ποτέ μόνιμα. Οι επισκέπτες θα μπορούν να περιηγηθούν και στους τρεις ορόφους του κτιρίου, μέσα από δυναμικές γκαλερί και εκθέσεις, ειδικούς εκθεσιακούς χώρους και τις αποθήκες στο ισόγειο, όπου μπορούν να μάθουν πώς συντηρούνται τα αντικείμενα ενώ δεν εκτίθενται. Το νέο σχέδιο έχει δημιουργήσει έναν νέο υπαίθριο χώρο με θέα το πάρκο, τα δάση και τους κήπους του Pollok Country Park, που άνοιξε η Βασίλισσα Ελισάβετ II το 1983, και θα φιλοξενεί εκδηλώσεις αλλά θα είναι και τόπος αναψυχής του κοινού.
Οι αρχιτέκτονες δημιούργησαν έναν χώρο περιβαλλοντικά βιώσιμο, μετά από επισκευές στη στέγη που είχε χρόνια διαρροή και την εγκατάσταση νέων συστημάτων θέρμανσης, εξαερισμού και φωτισμού. Σχεδίασαν επίσης ειδικές περιοχές φιλικές προς την οικογένεια και εκθέματα σχεδιασμένα να απευθύνονται σε παιδιά κάτω των πέντε ετών.