Η διεθνής οικονομία διέρχεται για μία ακόμα φορά μία ιδιαιτέρως δύσκολη κατάσταση, όχι ακριβώς πρωτόγνωρη ως προς τις συνέπειές της, αλλά οπωσδήποτε ως προς τις αιτίες της.
Οι οποίες είχαν βεβαίως αφετηρία πολύ πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία και φυσικό επακόλουθο ήταν να επιδεινωθούν σφόδρα, μετά την έναρξή του και την επιλογή της Δύσης και ειδικότερα της Ε.Ε. να υιοθετήσει την αμερικανική πολιτική των κυρώσεων κατά της Ρωσίας
Τα αποτελέσματα γνωστά και καταστροφικά για την ευρωπαϊκή οικονομία και τους πολίτες της, καθώς η ενεργειακή κρίση που ξέσπασε, επέφερε και την κρίση ακρίβειας, την επισιτιστική κρίση, την αλματώδη αύξηση του κόστους μεταφορών και την έκρηξη των πληθωριστικών τάσεων, πουμε τη σειρά τους επέφεραν και το τέλος του φθηνού χρήματος, με την αύξηση των επιτοκίων
Η ύφεση ήδη χτυπάει με θόρυβο την πόρτα των οικονομιών, για την έλευση της οποίας συμφωνούν το ΔΝΤ, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Στις μεν ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση καταγράφεται ήδη πληθωρισμός ρεκόρ, ενώ στην Κίνα διογκώνεται το εξωτερικό της χρέος.
Όλες οι ισχυρές οικονομίες αντιμετωπίζουν προβλήματα εκτέλεσης του προϋπολογισμού τους και καταφεύγουν στη μόνιμη συνταγή αντιμετώπισης της κρίσης, με δημοσιονομικά μέτρα και στη λήψη νέων δασμολογικών εμποδίων, που φυσικά συνιστούν νέες μορφές προστατευτισμού.
Με καταγεγραμμένες αυτές τις υφεσιακές καταστάσεις, τίθεται πλέον το ερώτημα αν η ύφεση θα είναι βραχυχρόνια ή μακροχρόνια.
Αυτό βέβαια σε μεγάλο βαθμό θα εξαρτηθεί από την πορεία των επιτοκίων. Βρισκόμαστε, κυρίες μου και κύριοι, στην αρχή μιας νέας οικονομικής κρίσης, που είναι δύσκολο να προβλεφθεί πού μπορεί να ξεσπάσει.
Ακόμη και αν προκληθεί «τυχαία», μπορεί να επεκταθεί με πολύ γρήγορους ρυθμούς.
Είναι χαρακτηριστική η κρίση του 2008 που ξεκίνησε από κάτι «μεμονωμένο», την αγορά ακινήτων στις ΗΠΑ, και πήρε παγκόσμιες διαστάσεις.