Συχνά πυκνά το Radar έχει μεταφέρει πληροφορίες, προερχόμενες από στελέχη των ίδιων των τραπεζών και όχι από…εξωτραπεζικά κέντρα, ότι τα προβληματικά δάνεια έχουν αυξηθεί σημαντικά στα χαρτοφυλάκια των ελληνικών τραπεζών.

Μάλιστα, έχουμε αναφερθεί και σε μεγάλο όγκο δανείων, τα οποία κανονικά θα έπρεπε να έχουν “κοκκινίσει”, αλλά κρατούνται στα συρτάρια των τραπεζών σε ειδική κατηγορία, προκειμένου να μην υπάρξει ευρύτερη διαταραχή στο όλο σύστημα και στο θετικό και λίαν κερδοφόρο διάστημα που διανύουν, ελέω αυξημένων επιτοκίων και όχι από τις πραγματικά τραπεζικές εργασίες τους.

Αλλά και οι τράπεζες, εμμέσως πλην σαφώς αναφέρονται στο θέμα αυτό, ειδικά όταν ζητούνται στοιχεία από ξένους οίκους και αναλυτές κατά τακτές ή έκτακτες ενημερώσεις.

Πλην, όμως, τα στοιχεία που στέλνουν στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δεν μπορεί παρά να είναι τα πραγματικά και εκεί φαίνεται η αναλυτική εικόνα της χρηματοοικονομικής τους κατάστασης.

Βέβαια, προβληματικά δάνεια δεν έχουν μόνο οι ελληνικές τράπεζες, καθώς το σύνολο των ευρωπαϊκών τραπεζών έχει αρχίσει να σωρεύει προβληματικά δάνεια, όχι μόνο λόγω της γενικότερης οικονομικής κρίσης και συνεπώς δυσπραγίας των πελατών τους, αλλά και λόγω της ανησυχητικά επιδεινούμενης στεγαστικής κρίσης.

Η ΕΚΤ, λοιπόν, καλεί τις τράπεζες να αυξήσουν τις προβλέψεις τους για την κάλυψη των ζημιών από τα δάνεια, προειδοποιώντας παράλληλα ότι τα κέρδη τους μπορεί να πληγούν από τη μείωση του όγκου δανεισμού και το αυξημένο κόστος χρηματοδότησης.

«Μια μεγαλύτερη περίοδος υψηλών επιτοκίων είναι πιθανό να οδηγήσει σε υψηλότερες προβλέψεις, οι οποίες με τη σειρά τους θα αποτελέσουν τροχοπέδη για την κερδοφορία στο μέλλον», αναφέρει η κεντρική τράπεζα στην εξαμηνιαία επισκόπηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της ευρωζώνης.

Κατά την ΕΚΤ τρεις είναι οι βασικοί κίνδυνοι που μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά την κερδοφορία των τραπεζών.

  • Κατ’ αρχήν, το αυξημένο κόστος χρηματοδότησης, καθώς τα υψηλότερα επιτόκια μετακυλίονται στους καταθέτες.
  • Δεύτερος λόγος είναι η αύξηση των αθετήσεων δανείων, καθώς εξασθενούν οι οικονομίες και αυξάνεται το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους.
  • Και τελευταίος κίνδυνος, αλλά όχι ήσσονος σημασίας, είναι η «σημαντική μείωση του όγκου χορηγήσεων».

Δηλαδή, η ΕΚΤ απλά και καθαρά, λέει στις τράπεζες να αυξήσουν τη χορήγηση δανείων προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά, για να έχουν μελλοντικά έσοδα. Σωστά; Πολύ σωστά, αλλά υπάρχει φυσικά και ο αντίλογος.

Τα επιτόκια δεν τα αύξησαν στο…θεό, από μόνες τους οι τράπεζες.

Και η όντως ανησυχητική διαπίστωση ότι “τα ποσοστά αθέτησης των ανοιγμάτων έχουν αρχίσει να αυξάνονται και το μερίδιο των δανείων που έχουν καθυστέρηση μικρότερη των 90 ημερών έχει επίσης αυξηθεί και βρίσκεται πάνω από τα ιστορικά χαμηλά επίπεδα που παρατηρήθηκαν το 2022”, που αναφέρει η ΕΚΤ, δεν δίνει λύση στο διτό πρόβλημα.

Και ταυτόχρονα παρέχει ένα καλό άλλοθι στις τράπεζες, ειδικά στις ελληνικές, να κρατήσουν τη διαφορά επιτοκίων καταθέσεων με τα επιτόκια χορηγήσεων σε πρωτοφανή και απαράδεκτα ύψη…

Διαβάστε ακόμη: