Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της επενδυτικής κοινότητας – εγχώριας και διεθνούς – θα βρεθούν οι ελληνικές τράπεζες στο αμέσως επόμενο διάστημα καιώς ανοίγει ο «χορός» των ανακοινώσεων για τα οικονομικά αποτελέσματα του 2023, αποκαλύπτοντας τα ισχυρά «χαρτιά», αλλά και τους… αστερίσκους που αφορούν στον κλάδο.
Την αρχή κάνει στις 14 Φεβρουαρίου η Τράπεζα Πειραιώς, εκκινώντας έτσι και επισήμως τη διαδικασία της αποεπένδυσης του Δημοσίου από το μετοχικό της κεφάλαιο, ενώ τη «σκυτάλη» θα λάβουν διαδοχικά οι Εθνική Τράπεζα, Alpha Bank και Eurobank, με τις δύο τελευταίες να έχουν προγραμματίσει τη δημοσίευση για τις 7 Μαρτίου. Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, τα ετήσια αποτελέσματα θα πιστοποιούν τη διατήρηση και των τεσσάρων Ομίλων σε τροχιά υψηλής κερδοφορίας, με τις εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για καθαρά κέρδη πέριξ των τεσσάρων δισ. ευρώ. Υπενθυμίζεται πως στο 9μηνο του 2023 τα κέρδη των τραπεζών είχαν ως εξής: 980 εκατ. ευρώ για τη Eurobank, 791 εκατ. ευρώ για την ΕΤΕ, 577 εκατ. ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς και 490 εκατ. ευρώ για την Alpha Bank. Όσον αφορά στην επόμενη τριετία, τα νέα business plans που αναμένεται να υποβληθούν στον SSM το αργότερο έως το τέλος του προσεχούς Μαρτίου θα προβλέπουν ένα δισ. ευρώ κέρδη για καθεμία από τις τέσσερις τράπεζες σε ετήσια βάση.
Πρωτεύοντα ρόλο στην κερδοφορία των τραπεζών διαδραματίζουν τα επιτοκιακά έσοδα που ενισχύθηκαν ως απόρροια της νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) τον τελευταίο χρόνο. Ενδεικτικά, στο 9μηνο του 2023 οι τέσσερις συστημικοί Όμιλοι παρουσίασαν καθαρά έσοδα από τόκους, ύψους άνω των έξι δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση σχεδόν 60% εν συγκρίσει με το ίδιο διάστημα του 2022. Πιο αναλυτικά, αυτά διαμορφώθηκαν σε 1,640 δισ. ευρώ για την ΕΤΕ, 1,601 δισ. ευρώ για τη Eurobank, 1,466 δισ. ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς και 1,340 δισ. ευρώ για την Alpha Bank. Δεδομένου ότι σταδιακά, ωστόσο, κάποια στιγμή εντός του 2024 θα αρχίσει η αποκλιμάκωση των επιτοκίων, οι τράπεζες έχουν ήδη στρέψει το «βλέμμα» τους σε άλλους τρόπους άντλησης εσόδων, εστιάζοντας αφενός, στο χαρτοφυλάκιο ακινήτων και τις εργασίες στους τομείς wealth management και bancassurance και αφετέρου, στην πιστωτική επέκταση.
Η τελευταία, παρά τις χαμηλές πτήσεις που κατέγραφε σχεδόν για το σύνολο του 2023, με την όποια παραγωγή νέων δανείων να… ισοφαρίζεται από τις αποπληρωμές, κυρίως από επιχειρήσεις, εντέλει θα κόψει το νήμα με θετικό πρόσημο. Μόνο τον περασμένο Δεκέμβριο, άλλωστε, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), η πιστωτική επέκταση ανήλθε σε τέσσερα δισ. ευρώ, ανεβάζοντας σε περίπου έξι δισ. ευρώ την ετήσια «συγκομιδή» των τραπεζών. Όσον αφορά στο τρέχον έτος, οι εκτιμήσεις συντείνουν πως η πιστωτική επέκταση θα διαμορφωθεί σε επτά με οκτώ δισ. ευρώ, λαμβάνοντας ώθηση κυρίως από τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης.
Τέλος, μάλλον ευχάριστα θα είναι τα νέα από το «μέτωπο» των «κόκκινων» δανείων, με τις τράπεζες να μειώνουν περαιτέρω τον επίμαχο δείκτη, προβλέποντας εξομοίωσή του με τα ευρωπαϊκά δεδομένα σε βάθος τριετίας. Το στόχο αυτό τον έχει ήδη πιάσει η ΕΤΕ, η οποία στο 9μηνο του 2023 εμφάνισε δείκτη NPE 3,7%, με τη Eurobank να ακολουθεί στο 4,9%. Η Τράπεζα Πειραιώς κινήθηκε στο 5,5%, ενώ η Alpha Bank στο 7,2%, έχοντας, ωστόσο, δρομολογήσει μία συναλλαγή (project «Γαία»), που θα ρίξει πέριξ του 6% το επίμαχο ποσοστό στο τέλος του 2023.
Υπερβάλλουσα ρευστότητα και ανταμοιβή μετόχων
Ένα από τα θέματα που είναι βέβαιο πως θα μονοπωλήσει τη συζήτηση των τραπεζιτών με τους αναλυτές, στο πλαίσιο των τηλεδιασκέψεων που θα ακολουθήσουν τις ανακοινώσει των αποτελεσμάτων, είναι αυτό της αξιοποίησης της υπερβάλλουσας ρευστότητας.
Προς αυτή την κατεύθυνση, οι CEOs αναμένεται να επαναλάβουν τη δέσμευσή τους, τόσο για επέκταση στο εξωτερικό (σ.σ. η Eurobank, για παράδειγμα, είναι πρωτοπόρος στο συγκεκριμένο κομμάτι, δρομολογώντας, μετά και τις σχετικές κινήσεις στην Κύπρο, την επέκταση σε αγορές, όπως η Ινδία και το Ντουμπάι), όσο και για ανταμοιβή των μετόχων, κάνοντας αναφορά στη διανομή μερισμάτων ή και προγραμμάτων επαναγοράς. Υπενθυμίζεται πως οι συστημικοί Όμιλοι έχουν ήδη εγγράψει προβλέψεις για το μέρισμα που στοχεύουν να διαθέσουν και το οποίο θα κινηθεί μεταξύ 10% – 30% επί της μετά από φόρους κερδοφορίας του 2023. Ως προς το ενδεχόμενο της επαναγοράς, η ΕΤΕ, όπως έχει, άλλωστε, παραδεχθεί και ο επικεφαλής της, κ. Παύλος Μυλωνάς, εξετάζει αυτό το ενδεχόμενο, με την JP Morgan στην τελευταία έκθεσή της να υπολογίζει σε 8% το ποσοστό που θα μπορούσε να επαναγοράσει η τράπεζα από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ). Σημειώνεται πως μετά την αρχική διάθεση του 22% η συμμετοχή του Δημοσίου στην τράπεζα έχει απομειωθεί στο 18%, με τον δεύτερο κύκλο της αποεπένδυσης να τοποθετείται χρονικά περί το φθινόπωρο του 2024.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό είναι ένα ζήτημα που θα «ξεκλειδώσει» εφόσον οι τράπεζες λάβουν το επίσημο «πράσινο φως» από τον Ευρωπαίο επόπτη. Μέχρι τότε, οι ίδιες έχουν επικεντρωθεί στο «χτίσιμο» κεφαλαίων, μέσω ομολογιακών εκδόσεων. Όπως έγραψε το newmoney, μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα κατάφεραν να «σηκώσουν» από τις διεθνείς αγορές κεφάλαια, ύψους περίπου δύο δισ. ευρώ, με τις εκδόσεις να σημειώνουν υπερκάλυψη ρεκόρ, πιστοποιώντας έτσι, το αυξημένο – ειδικά μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας – ενδιαφέρον από πλευράς ισχυρών ξένων χαρτοφυλακίων. Η τακτική αυτή αναμένεται να συνεχιστεί και το επόμενο διάστημα, δεδομένου ότι ο συνολικός δείκτης της κεφαλαιακής τους επάρκειας θα πρέπει να έχει διαμορφωθεί στο 27% έως τα τέλη του 2025.
Διαβάστε ακόμη:
- Μητσοτάκης σε Δούκα: Ας διαθέσει τα κλειστά ακίνητα του δήμου σε ευάλωτους και όχι σε συλλογικότητες – Η απάντηση Ανδρουλάκη
- Καιρός σήμερα: Άνοιξη… τις επόμενες ώρες, «φθινόπωρο» από Κυριακή – Πότε και πού θα πέσει η θερμοκρασία
- Κέβιν Σπέισι: Επέστρεψε στη μεγάλη οθόνη μετά τη νίκη στη δίκη για σεξουαλική παρενόχληση
- Ντέβα Κασέλ: Η αισθησιακή φωτογράφιση της κόρης της Μπελούτσι