Σε θετική αναθεώρηση προχωράει έκθεση της Τράπεζας Πειραιώς ως προς το έλλειμμα κατοικιών μεταξύ προσφοράς και ζήτησης στη χώρα μας. Σύμφωνα με τα νεότερα στοιχεία που προκύπτουν και από τις δημοσιοποιήσεις της ΕΛΣΤΑΤ και άλλους φορείς η τράπεζα καταλήγει πως ενώ το 2024 το έλλειμμα μεταξύ προσφοράς και ζήτησης ήταν 225.000, τώρα κατέρχεται σε 180.000 και το οποίο αναμένεται να καλυφθεί την προσεχή πενταετία  που σημαίνει   το 2029 και εφόσον δεν υπάρχουν σημαντικές αλλαγές.  Ο υπολογισμός αυτός προκύπτει από το γεγονός πως κατασκευάζονται περίπου 35 χιλ. κατοικίες ανά έτος στην αγορά.

Συνυπολογίζοντας τα στοιχεία η τράπεζα σημειώνει κατά την επικαιροποίηση των στοιχείων της πως  προκύπτει  ότι το 2021 το διαθέσιμο απόθεμα κατοικιών πέρα από τις κύριες κατοικίες και τη βραχυχρόνια μίσθωση ήταν μειωμένο όπως προαναφέρθηκε κατα 180 χιλ. έναντι του 2011.

Αναλυτικότερα σύμφωνα με τα στοιχεία που καλύπτουν τη δεκαετία 2011 έως 2021 η προσφορά σπιτιών αυξήθηκε κατά 225.000. Ωστόσο η ζήτηση αυξήθηκε κατα405.000 όπου 197.000 αφορούν κατοικίες και 208.000  Airbnb. Αυτό κάνει και τη διαφορά των 180.000 ακινήτων
Η τράπεζα επισημαίνει ότι το διαθέσιμο απόθεμα είναι μειωμένο κατά 180.000 κατοικίες, κάτι που με βάση τα τρέχοντα επίπεδα οικοδομικής δραστηριότητας, θα απαιτήσει πέντε χρόνια για να καλυφθεί και η επανεκτίμηση θέτει ως έτος βάσης το 2024.

Οπως αναφέρει η τράπεζα, «τον Ιανουάριο του 2024 δημοσιεύσαμε μια μελέτη αναφορικά με την κατάσταση της αγοράς ακινήτων στην ελληνική οικονομία. Βασικός σκοπός της μελέτης αυτής ήταν η σύγκριση της προσφοράς και των χρήσεων οικιστικών ακινήτων μεταξύ των απογραφών του 2011 και του 2021. Μέσα από αυτή τη σύγκριση πρόκυπτε το συμπέρασμα ότι ο περιορισμός της οικοδομικής δραστηριότητας τη δεκαετία 2011-2021, η αύξηση του αριθμού των νοικοκυριών καθώς και η εμφάνιση του φαινομένου της βραχυχρόνιας μίσθωσης στο μεσοδιάστημα είχαν οδηγήσει σε μια μείωση του αριθμού των διαθεσίμων ακινήτων περί τις 212 χιλ.

Η μελέτη αυτή είχε βασισθεί σε μια εκτίμηση του συνολικού πλήθους των οικιστικών ακινήτων το 2021 από  με βάση τις οικοδομικές άδειες, καθώς και του αριθμού των ακινήτων που χρησιμοποιούνται για βραχυχρόνια μίσθωση.

Ωστόσο από τον Ιανουάριο του 2024 έως σήμερα έχουν δημοσιευθεί αναλυτικά πλέον στοιχεία τόσο για τον συνολικό αριθμό οικιστικών ακινήτων (και τις χρήσεις τους) όσο και για τον αριθμό των κατοικιών βραχυχρόνιας μίσθωσης.

Αξιοποιώντας αυτά τα πιο πρόσφατα δεδομένα είμαστε πλέον σε θέση όχι μόνο να αξιολογήσουμε τα ευρήματα μας αλλά και να προσφέρουμε μια πολύ πιο αναλυτική εικόνα της ελληνικής αγοράς ακινήτων.

Πιο συγκεκριμένα:

  • Το 2021 ο αριθμός των κυρίων κατοικιών είχε αυξηθεί σε 4,3 εκατ. έναντι 4,1 εκατ. το 2011, αφήνοντας ένα διαθέσιμο απόθεμα για άλλες χρήσεις της τάξεως των 2.278 χιλ. ακινήτων το 2021 έναντι 2.250 το 2021.
  • Ο αριθμός των εξοχικών κατοικιών ανέρχεται σε 857 χιλ. έναντι 730 χιλ. το 2011.
  • Ο αριθμός των δευτερευουσών κατοικιών ανέρχεται σε 627 χιλ. έναντι 622 χιλ. το 2011.
  • Ο αριθμός των κατοικιών προς πώληση ή ενοικίαση έχει μειωθεί σε 466 χιλ. έναντι 543 χιλ. το 2011.
  • Ο αριθμός των κενών και αχρησιμοποίητων κατοικιών έχει μειωθεί σε 327 χιλ. έναντι 355 χιλ. το 2011.
  • Τέλος ο αριθμός των ακινήτων προς βραχυχρόνια μίσθωση ο οποίος ανέρχεται σε 208 χιλ. σύμφωνα με στοιχεία του 2024 απορροφά ένα μέρος από το παραπάνω απόθεμα.

Διαβάστε ακόμη: