«Με τον Σωκράτη κανείς δεν μπορεί ποτέ να είναι απόλυτα βέβαιος για την επόμενη κίνησή του». Μόλις λίγα 24ωρα έχουν περάσει από την ανακοίνωση της συμφωνίας-μαμούθ για την ελληνική πραγματικότητα μεταξύ της Intralot και της αμερικανικής Bally’s, και ήδη ο επενδυτικός κόσμος στην Αθήνα αλλά και διεθνώς προσπαθεί να διαβάσει πίσω από τις γραμμές.

Οπου «Σωκράτης», ο Σωκράτης Κόκκαλης: ο 86χρονος πλέον επιχειρηματίας που εδώ και δεκαετίες κινείται μεταξύ προβλέψιμου και απρόβλεπτου, γράφοντας ο ίδιος τους όρους του παιχνιδιού. «Υπήρξε πάντα σκληρός διαπραγματευτής και συχνά είναι ο μόνος που γνωρίζει όλες τις πτυχές ενός deal. Αντε και ένας πολύ στενός κύκλος συνεργατών του», λένε άνθρωποι που παρακολουθούν την πορεία του εδώ και 30 χρόνια.

Τους τελευταίους μήνες σιγόβραζε στην αγορά η φήμη ότι μια μεγάλη εξέλιξη ετοιμαζόταν στο παρασκήνιο για την Intralot, τον ελληνικό πάροχο τεχνολογίας για τυχερά παιχνίδια, που ίδρυσε πριν από 33 χρόνια ο Σωκράτης Κόκκαλης και αποτέλεσε την κορωνίδα της επιχειρηματικής του αυτοκρατορίας.

Μιας αυτοκρατορίας με κοινό παρονομαστή το πρόθεμα «Intra» –από την Intrasoft και την Intracom Telecom μέχρι την Intracom Defense και την Intrakat–, της οποίας τα κομμάτια πουλήθηκαν σταδιακά, όταν ο επιχειρηματίας αποφάσισε να αποσυρθεί από την παραγωγή και να διατηρήσει μόνο έναν όμιλο συμμετοχών.

Η Intralot είναι το τελευταίο «ενεργό» δημιούργημα του Σωκράτη Κόκκαλη που φέρει ακόμη τα χαρακτηριστικά των παραγωγικών δραστηριοτήτων του. Και πλέον ανοίγεται προκειμένου να μετατραπεί σε έναν όμιλο με ισχυρό διεθνές εκτόπισμα, μετά την απόκτηση της Bally’s International Interactive, η οποία ανήκει στην εισηγμένη στο αμερικανικό χρηματιστήριο Bally’s Corp, που ελέγχεται από το επενδυτικό fund Standard General του νοτιοκορεατικής καταγωγής Σου Κιμ.

Πρόκειται για εκείνο το fund που έκανε είσοδο στο μετοχικό κεφάλαιο της Intralot τον Απρίλιο του 2022, λειτουργώντας ως λευκός ιππότης για τη χειμαζόμενη τότε επιχείρηση.

Με βάση τα οικονομικά στοιχεία του 2024, το νέο εταιρικό σχήμα που θα προκύψει από την ένωση δυνάμεων αναμένεται να καταγράψει έσοδα άνω του 1,1 δισ. ευρώ και EBITDA μεταξύ 380 και 440 εκατ. ευρώ, διαθέτοντας ένα ισχυρό εκτόπισμα στη βιομηχανία της λοταρίας και των διαδικτυακών καζίνο.

Η συμφωνία, που περιλαμβάνει τόσο μετρητά όσο και μετοχές, αποτιμά τον τομέα International Interactive της Bally’s στα 2,7 δισ. ευρώ. Συγκεκριμένα, το τίμημα προς την Bally’s θα αποτελείται από 1,53 δισ. ευρώ σε μετρητά και 873,7 εκατ. νέες μετοχές της Intralot, αξίας 1,136 δισ. ευρώ (με εκτιμώμενη τιμή 1,30 ευρώ ανά μετοχή), οι οποίες θα μεταβιβαστούν στην Bally’s.

Για να καλύψει το τίμημα του 1,53 δισ. ευρώ σε μετρητά προς την Bally’s και να αναχρηματοδοτήσει μέρος του υφιστάμενου δανεισμού της, η Intralot έχει εξασφαλίσει δεσμεύσεις δανειακής χρηματοδότησης ύψους έως 1,6 δισ. ευρώ από τις Citizens Bank, Deutsche Bank, Goldman Sachs και Jefferies. Το σχέδιο προβλέπει επίσης αύξηση μετοχικού κεφαλαίου έως 400 εκατ. ευρώ, μέσω δημόσιας προσφοράς νέων μετοχών στο Χρηματιστήριο Αθηνών, με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση της ρευστότητας και της κεφαλαιακής δομής της εταιρείας.

Λόγω της έκτασης και της πολυπλοκότητας της συναλλαγής, ακόμη και έμπειροι επενδυτές δυσκολεύονται να κατανοήσουν πλήρως όλες τις διαστάσεις της. «Το τοπίο θα ξεκαθαρίσει καθώς θα προχωράει η διαδικασία και αναμένονται περαιτέρω διευκρινίσεις», σχολιάζουν πηγές προσκείμενες στην εταιρεία.

Αυτό που έγινε όμως αμέσως σαφές είναι πως η Intralot θα συνεχίσει να διαπραγματεύεται στο ελληνικό χρηματιστήριο, μια παραμονή που θεωρήθηκε αδιαπραγμάτευτη. Γι’ αυτό και επιλέχθηκε η, κάπως ασυνήθιστη, τακτική του Δαβίδ να εξαγοράζει τον Γολιάθ. «Ο Σωκράτης Κόκκαλης δεν ήθελε να γυρίσει την πλάτη στους επενδυτές που παρέμειναν δίπλα στην εταιρεία ακόμη και στα πιο αβέβαια χρόνια. Μια αποχώρηση από το ταμπλό θα ήταν μια μορφή εγκατάλειψης», σημειώνουν οι ίδιες πηγές.

Πάντως, στην πρώτη συνεδρίαση μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας, την Τετάρτη, η αγορά αντέδρασε συγκρατημένα: η μετοχή της Intralot υποχώρησε κατά 6%. Σύμφωνα με κύκλους της εταιρείας, η αντίδραση ήταν εν μέρει αναμενόμενη, καθώς οι επενδυτές επιχειρούν ακόμη να «ζυγίσουν» το deal και την επόμενη μέρα.

Κάποιοι αναλυτές σχολιάζουν ότι η στρατηγική του ομίλου παραμένει δυσανάγνωστη, ακόμη και μετά την τηλεδιάσκεψη που ακολούθησε, καθώς απουσιάζει η σαφής εικόνα για την καθαρή κερδοφορία της νέας Intralot και δεν έχει δοθεί ξεκάθαρο χρονοδιάγραμμα για τη μερισματική πολιτική.

«Οι ελεύθερες ταμειακές ροές μετά από φόρους, που προβλέπεται να ξεπεράσουν τα 200 εκατ. ευρώ, δίνουν το στίγμα για την κερδοφορία, ενώ η μερισματική απόδοση τοποθετείται στο 35% των καθαρών κερδών», απαντούν πηγές προσκείμενες στην εταιρεία. Ακόμη μία σκέψη που απασχολεί κάποιους επενδυτές είναι το ενδεχόμενο dilution, δηλαδή η αραίωση της συμμετοχής των υφιστάμενων μετόχων της Intralot λόγω της επικείμενης αύξησης μετοχικού κεφαλαίου.

«Το ποσοστό μπορεί να μειωθεί, αλλά όχι και η αξία της επένδυσης, αφού πλέον θα έχουν συμμετοχή σε έναν όμιλο με διεθνές αποτύπωμα και σημαντικές προοπτικές», σχολιάζουν οι ίδιες πηγές.

Μετά την ολοκλήρωση της συναλλαγής, τα ηνία αναμένεται να περάσουν στην πλευρά της Bally’s και του προέδρου της, Σου Κιμ, ο οποίος θα αναδειχθεί σε βασικό μέτοχο του νέου εταιρικού σχήματος.

Ηδη η συμμετοχή της Bally’s στην Intralot αυξήθηκε από 26,86% σε 33,34%, ενεργοποιώντας την υποχρέωση για δημόσια πρόταση στο 1,07 ευρώ ανά μετοχή. Η πρόταση αυτή, ωστόσο, εκτιμάται πως δεν θα ευοδωθεί, καθώς θεωρείται απίθανο να συγκεντρωθεί το απαιτούμενο ποσοστό λόγω της ευρείας διασποράς της μετοχικής βάσης και της απροθυμίας αρκετών υφιστάμενων επενδυτών να πουλήσουν.

Μεταξύ των γνωστών ονομάτων που έχουν αποκτήσει θέση στο μετοχικό κεφάλαιο της Intralot περιλαμβάνεται και εταιρεία συμφερόντων του εφοπλιστή Γιώργου Μουνδρέα. Ανοιχτό παραμένει το ερώτημα για τη θέση που θα διατηρήσει ο Σωκράτης Κόκκαλης στο καινούργιο επιχειρηματικό σχήμα.

Η συμμετοχή του έχει ήδη περιοριστεί από το 29% στο 24% και, σύμφωνα με εκτιμήσεις, ενδέχεται να υποχωρήσει περαιτέρω μετά την ολοκλήρωση της αύξησης κεφαλαίου. Η τελική θέση του στον μετοχικό χάρτη δεν έχει ακόμη διαμορφωθεί.

Νεοϋορκέζικο fund με περιουσιακά στοιχεία 8 δισ. δολ.

Από τον Απρίλιο του 2022, όταν το νεοϋορκέζικο επενδυτικό fund Standard General ανακοίνωσε την είσοδό του στην Intralot, το τοπίο για την εταιρεία έχει αλλάξει ριζικά. Τότε η εταιρεία βρισκόταν σε κρίσιμη καμπή: αρνητικά ίδια κεφάλαια, ασφυκτικές δανειακές υποχρεώσεις και η μετοχή της υπό καθεστώς επιτήρησης.

Ωστόσο, αυτές οι προκλήσεις ήταν ακριβώς το πεδίο που ελκύει τον Σου Κιμ, επενδυτή που έχει χτίσει την καριέρα του αναζητώντας αξία σε προβληματικές εταιρείες, ακόμη και στα όρια της χρεοκοπίας, και μέχρι στιγμής με επιτυχία.

Σήμερα, το Standard General έχει συγκροτήσει ένα ισχυρό χαρτοφυλάκιο στον χώρο των τυχερών παιχνιδιών, των καζίνο, της ψυχαγωγίας και των media, με εκτιμώμενη αξία περιουσιακών στοιχείων γύρω στα 8 δισ. δολάρια.

Στην πρώτη γραμμή βρίσκεται η εισηγμένη στο αμερικανικό χρηματιστήριο Bally’s Corporation, η οποία διαχειρίζεται 19 καζίνο και ξενοδοχειακές μονάδες σε 11 πολιτείες των ΗΠΑ, έναν ιππόδρομο στο Κολοράντο, ενώ παράλληλα κατέχει και άδειες διαδικτυακού αθλητικού στοιχήματος (OSB) σε 13 δικαιοδοσίες της Βόρειας Αμερικής.

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όταν το επίγειο δίκτυο των καζίνο υπέστη βαριά πλήγματα, ο Σου Κιμ αναγνώρισε επιχειρηματική ευκαιρία προχωρώντας σε σειρά εξαγορών μέσω της Twin River Worldwide Holdings, η οποία το 2020 μετονομάστηκε σε Bally’s, μετά την απόκτηση των δικαιωμάτων του ομώνυμου εμπορικού σήματος έναντι 20 εκατ. δολαρίων.

Στην ιδιοκτησία της Bally’s περιλαμβάνονται εμβληματικά ακίνητα στο Λας Βέγκας, στο Σικάγο και στο Μιζούρι, ενώ το όνομά της βρέθηκε ξανά στο προσκήνιο τον Ιανουάριο του 2024 όταν αντικατέστησε την πινακίδα Trump Links στο γήπεδο γκολφ του Μπρονξ με τη νέα ονομασία Bally Links.

Η Νέα Υόρκη αποτελεί το επιχειρηματικό ορμητήριο του Σου Κιμ, ο οποίος γεννήθηκε στη Σεούλ της Νότιας Κορέας και μετανάστευσε στις ΗΠΑ σε ηλικία 5 ετών, μεγαλώνοντας στο πολυπολιτισμικό Κουίνς.

Μετά το πτυχίο του από το Πρίνστον, ξεκίνησε την καριέρα του στα τέλη της δεκαετίας του 1990 ως αναλυτής στην Capital Management Group, προτού εξελιχθεί σε βασικό εταίρο στην Och-Ziff Capital και αργότερα εργαστεί στην Cyrus Capital Partners.

Το 2007 ίδρυσε το hedge fund Standard General, που σήμερα θεωρείται ένας από τους πιο επιθετικούς επενδυτές ευκαιριών στη Wall Street. Παρά την εικόνα αυτή, ο ίδιος υποστηρίζει ότι η στρατηγική του fund έχει μακροπρόθεσμο ορίζοντα, εστιάζοντας την προσοχή του στην απόκτηση σημαντικών μετοχικών μεριδίων σε εταιρείες που βρίσκονται στο κατώφλι της αλλαγής.

Διαβάστε ακόμη: