Mε οκτώ συνεχείς ανοδικές συνεδριάσεις το χρηματιστήριο πλησίασε πάλι τις 880 – 900 μονάδες, ωστόσο οι τζίροι παραμένουν χαμηλοί (40 εκατ. ευρώ ) και σε καμία περίπτωση δεν αντικατοπτρίζουν την επικείμενη ανάπτυξη, αλλά ούτε και την μόχλευση που δημιουργούν τα 32 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης μέχρι το 2025.
Οι ξένοι οίκοι (JP Morgan, Ηsbc) επανήλθαν με θετικές εκθέσεις για την Ελλάδα τονίζοντας ότι οι ελληνικές τραπεζικές μετοχές δεν μπορούν να κινούνται με discount 40% έναντι ευρωπαϊκού μέσου όρου, καθώς ξεκαθάρισαν τα χαρτοφυλάκιά τους από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Γιατί, όμως, παρά τις θετικές εκθέσεις δεν προεξοφλείται ισχυρά στο χρηματιστήριο η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, αλλά ούτε και η επερχόμενη επενδυτική αναβάθμιση της χώρας μέσα στους επόμενους 15-18 μήνες ;
Ξεκάθαρη ορατότητα για την επενδυτική αναβάθμιση
Ξένοι επενδυτές στις αναφορές που στέλνουν προς τους πελάτες τους σημειώνουν ότι η Ελλάδα πρέπει να αποκτήσει ορατότητα για την επενδυτική βαθμίδα.
Πρόσφατα ο Διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, ο κ. Φωκίων Καραβίας, υπογράμμισε ότι θα συνεχιστούν οι προσπάθειες της τράπεζας για την απόκτηση της βαθμίδας την οποία υπολογίζει σε 15 έως 18 μήνες από τώρα, δηλαδή αν όχι στα τέλη του 2022 τους πρώτους μήνες του 2023.
Η οριοθέτηση αυτού του στόχου από τις τράπεζες ή την κυβέρνηση δεν είναι τυχαία. Οι τέσσερεις τράπεζες κεφαλαιακά είναι σε θέση να στηρίξουν την ανάπτυξη – ενδεχομένως και με νέα άντληση κεφαλαίων είτε από ομόλογα, είτε μέσω αυξήσεων κεφαλαίου.
Άλλωστε, η προσπάθεια η οποία πραγματοποιήθηκε με την Τράπεζα Πειραιώς, αλλά και την Τράπεζα Αττικής καταλήγει επίσης στην απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.
Τους επόμενους μήνες με απαρχή τα αποτελέσματα εξαμήνου οι επενδυτές θα δουν εάν οι τράπεζες επιτυγχάνουν τους στόχους – για τους οποίους διαθέτουν επιτυχημένο ιστορικό τα προηγούμενα χρόνια.
Το χρονικό όριο, όμως, των 15-18 μηνών είναι μακρύ για τους επενδυτές που ήδη έχουν επενδύσει σε τραπεζικές μετοχές στην Ελλάδα. Γιαυτό ζητούν μια ξεκάθαρη ορατότητα για την επενδυτική αναβάθμιση ή καλύτερα μια επιτάχυνση.
Αυτό θα σήμαινε την εισροή κεφαλαίων στην αναδυόμενη αγορά της Αθήνας – η οποία σήμερα αποτελεί το 0,1% – 0,20% των ξένων χαρτοφυλακίων. Η συγκυρία για την χώρα είναι ιδανική καθώς οι ακριβές ανεπτυγμένες αγορές – σε σύγκριση με την ελληνική που εκτιμάται ότι θα έχει Δείκτη τιμών προς κέρδη 8,5 για το 2022 – θα επιτρέψουν αυτή την ροή κεφαλαίων προς την χώρα.
Και στο βάθος… εκλογές;
Στα ίδια σημειώματα προς τους πελάτες τους, οι επενδυτές θεωρούν ότι το 2021 θα είναι καλύτερο σε ό,τι αφορά τον Τουρισμό. Η πορεία του ελληνικού τουρισμού οδεύει προς μια επίτευξη εσόδων στο 50% των μεγεθών του 2019, δίχως να αποκλείονται εκπλήξεις εξαιτίας μια επιμήκυνσης της περιόδου ή μιας βελτίωσης της κατάστασης σε σχέση με τους εμβολιασμούς, αλλά και την εξάπλωση των μεταλλάξεων.
Εκείνο, όμως, που είναι άξιο λόγου είναι οι αναφορές των ξένων επενδυτών για επικείμενες εκλογές. Όπως γράφουν στις εκθέσεις προς τους πελάτες τους, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας χρειάζεται να οδεύσει προς τις εκλογές πριν αρχίσει η φθορά λόγω της λήξης της κρατικής στήριξης, αλλά και λόγω διεργασιών στον χώρο της αντιπολίτευσης (εκλογές για την ηγεσία του ΚΙΝ.ΑΛΛ.)
Με άλλα λόγια, εάν περιμένει το 2022 η κυβέρνηση η εικόνα δεν θα είναι η ίδια. Βεβαίως, όλα αυτά αποτελούν απόφαση του πρωθυπουργού ο οποίος με την εποπτεία του στους υπουργούς γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα πότε θα είναι η καλύτερη περίοδος.
Δεν αποκλείεται, όμως, μια γκρίνια η οποία αναπτύσσεται τελευταία από τους υπουργούς ή εντός του κόμματος να οδηγήσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα για τους επενδυτές.
Οι παθογένειες και οι λογικές του χθες, κρατούν τις τράπεζες υποτιμημένες!