Στην απόφαση να κατασκευάσουν τελικά τη μονάδα στη Θεσσαλονίκη, φαίνεται να κλίνουν αυτή τη στιγμή Helleniq Energy και Edison παρά τις μεγάλες επιφυλάξεις στελεχών των δύο Ομίλων και την καθυστέρηση από πλευράς ιταλών.

Παράλληλα προχωρεί και η πλωτή «πύλη εισόδου» αερίου (FSRU) που σχεδιάζει να εγκαταστήσει η Elpedison στη Θεσσαλονίκη.

Για τη μονάδα ηλεκτροπαραγωγής ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος αφού ήδη βρίσκεται σε δοκιμαστική λειτουργία το CCGT 826 MW της Mytilineos στον Άγιο Νικόλαο Βοιωτίας, κατασκευάζεται επίσης η «Θερμοηλεκτρική Κομοτηνής» 877 MW των ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ – MOTOR OIL, ενώ πρόσφατα ΔΕΗ, ΔΕΠΑ Εμπορίας και Damco Energy έλαβαν την επενδυτική απόφαση για την κατασκευή της μονάδας φυσικού αερίου ισχύος 840 MW στην Αλεξανδρούπολη.

Η μονάδα πάντως είναι πλήρως αδειοδοτημένη ως προς τις περιβαλλοντικές, πολεοδομικές και άλλες απαιτήσεις και όπως όλα δείχνουν θα είναι η τελευταία που θα ξεκινήσει να κατασκευάζεται έναντι των υπολοίπων της ίδιας κλάσης.

To CCGT ισχύος 826 MW είναι από τα πρώτα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής της νέας γενιάς που αδειοδοτήθηκε από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας το 2019 αλλά μέχρι σήμερα οι μέτοχοι της εταιρείας δεν έχουν προχωρήσει στη λήψη της επενδυτικής απόφασης.

Οι μέτοχοι της Elpedison στο επόμενο τρίμηνο θα πάρουν επενδυτική απόφαση για το CCGT της Θεσσαλονίκης αλλιώς θα χάσουν το τρένο.

Οι Ιταλοί ήταν το 2019 προβληματισμένοι με το εύρος της απολιγνιτοποίησης αλλά και του περιορισμού της χρήσης του φυσικού αερίου που είχε ανακοινώσει η κυβέρνηση. Πέραν αυτού οι μέτοχοι της Elpedison όπως και οι υπόλοιποι ηλεκτροπαραγωγοί που έλαβαν αποφάσεις για την κατασκευή νέας γενιάς εργοστασίων διεκδικούσαν την εξασφάλιση υπηρεσιών ευελιξίας που θα παρέχουν οι νέες μονάδες τους.

Ένας ακόμη λόγος που την καθυστέρησε ήταν και η ανάγκη της Helleniq Energy να ολοκληρώσει τον εταιρικό της μετασχηματισμό αλλά και τη νέα στρατηγική της στην ενεργειακή μετάβαση.

Οι υπάρχουσες μονάδες φυσικού αερίου των ανεξάρτητων παραγωγών κλείνουν πάνω κάτω 20 χρόνια ζωής. Το ίδιο ισχύει και για τη μονάδα της ΔΕΗ στην Κομοτηνή.

Σύμφωνα με στελέχη της αγοράς αυτά τα εργοστάσια, όταν θα χτιστούν τα νέα, σταδιακά θα αποσύρονται. Σε διάστημα τριετίας, τετραετίας θα λειτουργούν αρχικά ως επικουρικές μονάδες μέχρι που τελικά θα σβήσουν τα φουγάρα τους. Άρα υπάρχει διαθέσιμος χώρος για την ανάπτυξη νέων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής υψηλότερης απόδοσης και με χαμηλότερο κόστος λειτουργίας.

Αυτός ήταν κι ένας ακόμη λόγος για τον οποίο η Elpedison φαίνεται να οδηγείται στη λήψη της επενδυτικής απόφασης για την κατασκευή της νέας μονάδας στη Θεσσαλονίκη.

Ήδη στο χώρο των διυλιστηρίων της Helleniq Energy έχουν ξεκινήσει πρόδρομες εργασίες. Η επενδυτική απόφαση καθυστέρησε να ληφθεί, όπως εξηγούν πηγές, λόγω πολιτικών και επιχειρηματικών αποφάσεων που προηγήθηκαν.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο δημιούργησαν την ανάγκη σε όλη την Ευρώπη για την εξασφάλιση εναλλακτικών πηγών προμήθειας του συγκεκριμένου ορυκτού καυσίμου μέχρι την πράσινη μετάβαση. Συνεπώς οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο κερδίζουν έδαφος και για την κάλυψη του ενεργειακού κενού της Ευρώπης.

Έτσι, σύμφωνα με πληροφορίες, οι μέτοχοι της Elpedison, ήρθαν πιο κοντά στη λήψη της επενδυτικής απόφασης.

Πέρα όμως από τις ανατροπές στον ενεργειακό σχεδιασμό της Ευρώπης, οι οποίες ευνοούν τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής φυσικού αερίου, στην Ελλάδα προστίθεται κι άλλος ένας λόγος για το κλείδωμα της επενδυτικής απόφασης των μετόχων της Elpedison.

Σε κόμβο LNG μετατρέπεται η Ελλάδα – Δύο νέοι τερματικοί σταθμοί

Προχωρεί και το FSRU της Θεσσαλονίκης

Σε φάση προόδου βρίσκεται και η αδειοδοτική ωρίμανση της νέας πλωτής «πύλης εισόδου» αερίου (FSRU) που σχεδιάζει να εγκαταστήσει η Elpedison στη Θεσσαλονίκη, με την έναρξη δημόσιας διαβούλευσης από τον ΔΕΣΦΑ για την Αίτηση Μελλοντικής Δυναμικότητας που υπέβαλε η εταιρεία. Στόχος της αίτησης είναι το έργο να εξασφαλίσει πρόσβαση στο εθνικό σύστημα μεταφοράς και, μέσω αυτής, τη δυνατότητα διακίνησης εντός και εκτός επικράτειας του καυσίμου που θα καταφθάνει με τη μορφή LNG στην υποδομή.

Το «Thessaloniki FSRU» θεωρείται από την εταιρεία συγχρονισμένο με το σχέδιο για την εγκατάσταση μίας νέας ηλεκτροπαραγωγικής μονάδας με καύσιμο αέριο, ισχύος 826 MW, που σχεδιάζεται να εγκατασταθεί επίσης στη συμπρωτεύουσα. Σύμφωνα με πληροφορίες του Insider.gr, η Elpedison πρόκειται να διερευνήσει μέσα στις αρχές του 2023 τη λήψη τελικής επενδυτικής απόφασης και για τα δύο έργα.

Σύμφωνα με την αίτηση, το «Thessaloniki FSRU» θα έχει ονομαστική δυναμικότητα αεριοποίησης ΥΦΑ 558.500 Nm3/h (6.378 MWh/h) και μέγιστη δυναμικότητα 837.750 Nm3/h (9.567 MWh/h). Η αιτούμενη δεσμευμένη μεταφορική ικανότητα παράδοσης λαμβάνει υπόψη τη μέγιστη τεχνική δυνατότητα διοχέτευσης του συνόλου του αεριοποιημένου προϊόντος στο ΕΣΦΑ.

Στο έγγραφο περιλαμβάνεται και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης του έργου, σύμφωνα με το οποίο θα είναι έτοιμο για εμπορική λειτουργία τον Οκτώβριο του 2025. Το Market test (και πιο συγκεκριμένα η δεσμευτική φάση) τοποθετείται τον Μάρτιο του 2023, ενώ 11 μήνες αργότερα αναμένεται να εκδοθεί η άδεια εγκατάστασης.

Οι διαδικασίες θα ανοίξουν τον δρόμο για το τεχνικό σκέλος ανάπτυξης της υποδομής, με την κατασκευή του FSRU (ναυπήγηση ή μετατροπή πλοίου) να γίνεται τον Ιούνιο 2025. Οι εγκαταστάσεις για τη σύνδεσή του με το εθνικό σύστημα (υποθαλάσσιες και χερσαίες) θα είναι έτοιμες έως τον Φεβρουάριο του 2025, με τη δοκιμαστική λειτουργία να τοποθετείται τον Σεπτέμβριο του 2025. Έτσι, η εμπορική του «πρεμιέρα» θα γίνει τον αμέσως επόμενο μήνα.

Η πλωτή μονάδα «υποδοχής» των φορτίων LNG και επαναεριοποίησης του καυσίμου, θα εγχέει το αέριο στο ΕΣΜΦΑ μέσω ενός δικτύου υποθαλάσσιων και χερσαίων αγωγών. Πιο συγκεκριμένα, η όδευση του αγωγού φυσικού αερίου διαμέτρου 24 ιντσών περιλαμβάνει ένα υποθαλάσσιο τμήμα μήκους περίπου 4,5 χιλιομέτρων, καθώς και ένα τμήμα χερσαίου υπόγειου αγωγού, μήκους περίπου 7 χιλιομέτρων, μέχρι το δίκτυο του ΔΕΣΦΑ.

Η όδευση του υποθαλάσσιου αγωγού λαμβάνει υπόψη όλα τα εμπόδια και την βαθυμετρία της περιοχής, ενώ το χερσαίο τμήμα του αγωγού θα υπογειοποιηθεί εξ ολοκλήρου.

Σύμφωνα με την απόφαση της ΡΑΕ για την αδειοδότηση του έργου, η οποία προηγήθηκε, το συνολικό ύψος της επένδυσης υπολογίζεται στα 60,4 εκατ. ευρώ, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται σε αυτά τυχόν απρόβλεπτα κόστη και το κόστος σύνδεσης. Το FSRU προβλέπεται να αποκτηθεί υπό το καθεστώς της μακροχρόνιας μίσθωσης (leasing) και επομένως δεν νοείται ως μέρος του CAPEX.

Διαβάστε ακόμη: