Προθυμία των τραπεζών να χορηγήσουν δάνεια διαπιστώνεται από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στη χώρα μας κατά το 2024, με βάση την έρευνα SAFE που πραγματοποιείται από την ΕΚΤ, τα στοιχεία της οποίας ανατρέπουν τη γενικευμένη πεποίθηση ότι οι τράπεζες κρατούν κλειστή την κάνουλα της ρευστότητας.
Την ίδια στιγμή, οι επιχειρήσεις αναφέρουν μειωμένες ανάγκες για χρηματοδότηση, και βασικότερος λόγος σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας είναι η επάρκεια κεφαλαίων που με βάση τα στοιχεία του 2024 ανήλθε στο υψηλότερο επίπεδο (42%) που έχει καταγραφεί από το 2010, όταν το αντίστοιχο ποσοστό ήταν στο 52%.
Από τις επιχειρήσεις που έχουν ζητήσει δάνειο από τις τράπεζες με βάση την τελευταία καταγραφή για το δ΄ τρίμηνο του 2024, το ποσοστό των αιτημάτων που απορρίφθηκε μειώθηκε στο 7% (από 12% τα προηγούμενα τρίμηνα του 2024), ενώ αυξημένο στο 52% (από 40%) ήταν το ποσοστό των επιχειρήσεων που δήλωσαν ότι το αίτημά τους ικανοποιήθηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος.
Αποτέλεσμα των τάσεων αυτών ήταν ο δείκτης για το κενό χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στη χώρα μας να περάσει σε αρνητικό έδαφος και συγκεκριμένα στο -3% σε αντίθεση με τις αντίστοιχες τάσεις στην Ευρωζώνη όπου οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν στην έρευνα SAFE της ΕΚΤ απάντησαν ότι η διαθεσιμότητα τραπεζικών δανείων σημείωσε υποχώρηση λόγω της υποτονικής προθυμίας των τραπεζών να χορηγήσουν πιστώσεις, οδηγώντας σε μικρή διεύρυνση στο +1% του αντίστοιχου δείκτη.
Οπως παρατηρεί η ΤΤΕ σε ό,τι αφορά τους όρους και τις προϋποθέσεις χορήγησης δανείων, τόσο στην Ελλάδα όσο και συνολικά στη Ζώνη του Ευρώ, τα αποτελέσματα της έρευνας αντανακλούν την αποτελεσματικότητα της μείωσης των επιτοκίων πολιτικής της ΕΚΤ, καθώς το δ΄ τρίμηνο του 2024 η πλειονότητα των επιχειρήσεων αναφέρει μείωση των τραπεζικών επιτοκίων.
Η πρόσβαση στη χρηματοδότηση διευκολύνθηκε από την ενεργοποίηση χρηματοδοτικών εργαλείων, δηλαδή μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας και του Ταμείου Ανάκαμψης, που συνεισέφεραν το 24% των συνολικών χορηγήσεων προς επιχειρήσεις ύψους 25,5 δισ. ευρώ.
Οπως εκτιμά η ΤΤΕ στην ετήσια έκθεση διοικητή, οι προοπτικές για την εξέλιξη της τραπεζικής χρηματοδότησης το 2025 προδιαγράφονται θετικές, καθώς αναμένεται η μείωση των επιτοκίων που θα ενισχύσει τη ζήτηση για δάνεια εκ μέρους των επιχειρήσεων και η επιτάχυνση των έργων του ΤΑΑ.
Συγκεκριμένα, το 2024 μέσω των χρηματοδοτικών εργαλείων της ΕΤΕΠ και της ΕΑΤ οι επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες έλαβαν δάνεια ύψους 3,7 δισ. ευρώ, περισσότερα κατά 1,7 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2023, με συνέπεια το μερίδιο των τραπεζικών δανείων που συνδέεται με τα συγκεκριμένα χρηματοδοτικά εργαλεία να αυξηθεί στο 14% από 11% το 2023. Η πλειονότητα των χρηματοδοτικών πόρων, δηλαδή τα τρία τέταρτα περίπου, κατευθύνθηκε προς επιχειρήσεις μικρού και μεσαίου μεγέθους.
Επιπλέον, το 2024 από το δανειακό σκέλος του ΤΑΑ εκταμιεύθηκαν επιχειρηματικά δάνεια ύψους 2,6 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 1,5 δισ. ευρώ είναι κεφάλαια του Μηχανισμού και τα υπόλοιπα τραπεζικά δάνεια. Οπως παρατηρεί η ΤΤΕ, οι εκταμιεύσεις δανείων προς τους τελικούς δικαιούχους επιταχύνθηκαν το 2024, εξέλιξη που είναι αναμενόμενη καθώς τα δάνεια του Μηχανισμού είναι επενδυτικά και άρα ως επί το πλείστον τμηματικών εκταμιεύσεων.
Ως συνέπεια οι σωρευτικές εκταμιεύσεις δανείων στο τέλος του 2024 ανήλθαν στο 40% της αξίας των συμβάσεων έναντι 22% στο τέλος του 2023.