Οι διαταράξεις των θαλάσσιων μεταφορών και οι ελλείψεις πρώτων υλών και ενδιάμεσων εισροών δημιουργούν σοβαρά φαινόμενα συμφόρησης στις διεθνείς αλυσίδες προσφοράς.

Γράφει ο Σπύρος Σταθάκης

Όπως επισημαίνεται σε σχετική ανάλυση που δημοσιεύεται στο τελευταίο Οικονομικό Δελτίο της ΕΚΤ, στη φάση ανάκαμψης από την πανδημία του κορωνοϊού τα νοικοκυριά πραγματοποίησαν αυξημένες αγορές ορισμένων προϊόντων, όπως τα ηλεκτρονικά είδη και ο εξοπλισμός επισκευής και βελτίωσης κατοικιών, με αποτέλεσμα να σημειωθεί μεγαλύτερη από την αναμενόμενη άνοδος της ζήτησης, ιδίως σε ορισμένους κλάδους.

Η αύξηση της ζήτησης, σε συνδυασμό με γεγονότα πέραν του εύλογου ελέγχου των προμηθευτών (λόγω ανωτέρας βίας), όπως η έξαρση της πανδημίας στα λιμάνια, τα ατυχήματα σε εργοστάσια και οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες, οδήγησαν σε φαινόμενα συμφόρησης στον τομέα των μεταφορών και προκάλεσαν ελλείψεις συγκεκριμένων εισροών, όπως πλαστικά, μέταλλα, ξυλεία και ημιαγωγοί.

Καθώς τα αποθέματα μειώθηκαν με την έναρξη της πανδημίας, λόγω της σταδιακής διάθεσής τους στην αγορά και ελλείψεων σε εισροές που οφείλονταν στην αναστολή δραστηριοτήτων των προμηθευτών και στις συντηρητικές πολιτικές δημιουργίας αποθεμάτων, οι επιχειρήσεις δυσκολεύονταν να ανταποκριθούν με εξίσου ταχύ ρυθμό στην άνοδο της ζήτησης και να αναπληρώσουν τα αποθέματά τους που εξαντλούνταν.

Αυτή η ανισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης επιβεβαιώνεται από την πρωτοφανή επιμήκυνση του χρόνου παράδοσης από πλευράς προμηθευτών, ιδίως σε κλάδους που βασίζονται στις μεταφορές και σε εισροές από κλάδους που παρουσιάζουν ελλείψεις, όπως οι υπολογιστές και ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός, τα μηχανήματα, τα προϊόντα ξυλείας, αυτοκίνητα και τα χημικά. Συνολικά, τον Ιούνιο ο παγκόσμιος δείκτης ΡΜΙ για τους χρόνους παράδοσης των προμηθευτών σημείωσε πτώση (που σημαίνει μακρότερους χρόνους παράδοσης) στο χαμηλότερο επίπεδό του από την έναρξη κατάρτισης του δείκτη το 1999.

Σύμφωνα με την ΕΚΤ, ο όγκος των θαλάσσιων μεταφορών έχει ανακάμψει από το κατώτατο σημείο όπου είχε διαμορφωθεί στα μέσα του 2020. Το πρώτο εξάμηνο του 2021 κάποιες πρόσκαιρες διαταράξεις, όπως το συμβάν στη διώρυγα του Σουέζ τον Μάρτιο, προκάλεσαν σοβαρές εντάσεις στην παγκόσμια ναυτιλία, ωστόσο δεν ανέκοψαν τη θετική δυναμική ανάπτυξης, όπως αντανακλάται στον παγκόσμιο και τον ευρωπαϊκό δείκτη North Range Ports’ Throughput.

Οι ευρωπαϊκές εναέριες μεταφορές εμπορευμάτων επηρεάστηκαν σοβαρότερα από την πανδημία λόγω της πρωτοφανούς μείωσης των επιβατικών πτήσεων, η οποία περιόρισε την ικανότητα μεταφοράς φορτίου.

Ωστόσο, στην αρχή του 2021 οι εναέριες μεταφορές διαμορφώθηκαν και πάλι στα προ της κρίσης επίπεδα, χάρη στη μερική στροφή των επιχειρήσεων από τις θαλάσσιες στις αεροπορικές για τη διακίνηση εμπορευμάτων.Οι θαλάσσιες οδοί που πλήττονται περισσότερο είναι από την Ασία προς τη Βόρειο Αμερική και από την Ασία προς την Ευρώπη, με αποτέλεσμα την τεράστια αύξηση του κόστους των θαλάσσιων μεταφορών.Η μεταφορική ικανότητα στη θαλάσσια οδό Ασία-Β. Αμερική ανέκαμψε από την πανδημία σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι στην οδό Ασία-Ευρώπη, εν μέρει λόγω της αυξημένης μεταφορικής ικανότητας που οφείλεται στην ισχυρή ανάκαμψη στις ΗΠΑ.

Δεδομένης της σχετικά ανελαστικής προσφοράς μεταφορικής ικανότητας του εμπορικού στόλου και των διαταράξεων στον τομέα των μεταφορών, οι βραχυπρόθεσμοι (spot) ναύλοι μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων από την Ασία προς άλλες χώρες έχουν φθάσει σε επίπεδα ρεκόρ, ιδίως με προορισμό τη Β. Αμερική.Αυτό προκάλεσε επίσης αναπροσανατολισμό της μεταφορικής ικανότητας προς αυτή την πιο επικερδή θαλάσσια οδό εις βάρος άλλων οδών.Η ναυτιλιακή δραστηριότητα βασίζεται κυρίως σε προκαθορισμένες μακροπρόθεσμες συμβάσεις ναυλώσεων.


Η αύξηση των ναύλων και οι καθυστερήσεις στις παραδόσεις

Σύμφωνα με Την ανάλυση της ΕΚΤ, στο σημερινό περιβάλλον, η διαπραγμάτευση νέων μακροπρόθεσμων συμβάσεων έχει πιθανώς επηρεαστεί, με αποτέλεσμα τη σημαντική, αλλά λιγότερο έντονη, αύξηση των ναύλων για τις μακροπρόθεσμες συμβάσεις από ό,τι για τις συμβάσεις που βασίζονται σε βραχυπρόθεσμους (spot) ναύλους.

Οι χώρες της ζώνης του ευρώ και της ΕΕ είναι μεταξύ αυτών που πλήττονται περισσότερο από τα φαινόμενα συμφόρησης στις θαλάσσιες μεταφορές και στις εισροές, όπως φαίνεται από τον δείκτη PMI για τους χρόνους παράδοσης των προμηθευτών.Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι ο χρόνος παράδοσης από τους προμηθευτές παρέμεινε μεγάλος σε όλες σχεδόν τις χώρες τον Αύγουστο, επηρεάζοντας ιδιαίτερα τις χώρες της ΕΕ, τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ταϊβάν.

Η κατάταξη των χωρών αντικατοπτρίζει πλήθος παραγόντων: (1) σύνθεση προϊόντων, με σχετικά υψηλότερη συμμετοχή επηρεαζόμενων κλάδων (π.χ. αυτοκινητοβιομηχανία στη ζώνη του ευρώ, ηλεκτρονικά στην Ταϊβάν), (2) συνθήκες έντονης ζήτησης, (3) σοβαρότητα των προβλημάτων στις μεταφορές και την εφοδιαστική αλυσίδα, (4) συγκεκριμένα δυσμενή γεγονότα, όπως ακραίες καιρικές συνθήκες σε ορισμένες χώρες, (5) πολιτικές δημιουργίας αποθεμάτων (π.χ. στην Κίνα παρατηρείται συσσώρευση ολοκληρωμένων κυκλωμάτων (chips) και μετάλλων).

Στη ζώνη του ευρώ, οι εξαγωγικοί κλάδοι που γνώρισαν την ταχύτερη ανάκαμψη αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες ελλείψεις προσφοράς εισροών.

Ειδικότερα, οι εξαγωγές αυτοκινήτων, ηλεκτρονικών ειδών και μεταλλικών προϊόντων, οι οποίες είχαν αυξηθεί σημαντικά έως το α΄ τρίμηνο του 2021 σε σύγκριση με το α΄ τρίμηνο του 2020, επηρεάστηκαν από περιορισμούς στην πλευρά της προσφοράς που επιβράδυναν τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη αυτών των κλάδων.

Αυτό αναδεικνύει τον ρόλο που διαδραματίζει η ισχυρή ζήτηση στην επιμήκυνση του χρόνου παράδοσης από πλευράς προμηθευτών. Οι καθυστερήσεις επεκτάθηκαν και στον κλάδο των μηχανημάτων, ο οποίος βασίζεται στον ηλεκτρονικό εξοπλισμό και τα μεταλλικά προϊόντα ως εισροές.


Οι επιπτώσεις στο παγκόσμιο εμπόριο

Η ΕΚΤ προχωρά σε εμπειρική ανάλυση που χρησιμοποιεί διαστρωματικές και χρονολογικές σειρές δεδομένων (panel data) ανά χώρα προσδιορίζει και ποσοτικοποιεί την επίδραση των φαινομένων συμφόρησης της προσφοράς στην αύξηση των εξαγωγών πέραν του ρόλου που διαδραματίζουν οι συνθήκες ζήτησης. Οι μηνιαίοι ρυθμοί αύξησης του όγκου των εξαγωγών για μια ομάδα 23 χωρών παλινδρομούνται με βάση έναν δείκτη που μετρά προσεγγιστικά τα φαινόμενα συμφόρησης.

Ο δείκτης PMI για τους χρόνους παράδοσης των προμηθευτών χρησιμοποιείται για να αποτυπώσει την έκταση των φαινομένων συμφόρησης, ενώ οι εισαγωγές ενδιάμεσων εισροών από κλάδους που αντιμετωπίζουν φαινόμενα συμφόρησης χρησιμοποιούνται ως μεταβλητή που μετρά την έκθεση κάθε χώρας σε διαταράξεις της εφοδιαστικής αλυσίδας.

Για να αξιολογηθεί η επίδραση στην αύξηση των εξαγωγών, ο δείκτης PMI, το ποσοστό των εισαγόμενων εισροών από κλάδους που αντιμετωπίζουν φαινόμενα συμφόρησης και η αλληλεπίδρασή τους περιλαμβάνονται σε παλινδρόμηση (με σταθερές επιδράσεις χώρας και χρόνου), ώστε να αποτυπωθούν οι επιπτώσεις των διαταράξεων της αλυσίδας προσφοράς.

Περιλαμβάνονται επίσης δείκτες PMI ανά χώρα για τις νέες παραγγελίες εξαγωγών (ως μέτρο της εξωτερικής ζήτησης) και χρονικές υστερήσεις στην εξαρτημένη μεταβλητή. Επιπλέον, μόνο οι χώρες των οποίων οι δείκτες PMI για τους χρόνους παράδοσης αποκλίνουν σημαντικά από το μέσο επίπεδο του δείκτη θεωρείται ότι επηρεάζονται ουσιωδώς από τα φαινόμενα συμφόρησης. Αυτό το πλαίσιο επιτρέπει να εξακριβωθεί κατά πόσον τα φαινόμενα συμφόρησης των εισαγόμενων εισροών ασκούν αρνητική επίδραση στην αύξηση των εξαγωγών.

Εν ολίγοις, εκτιμάται ότι οι εξαγωγές μιας χώρας επηρεάζονται αρνητικά από τους μεγάλους χρόνους παράδοσης των προμηθευτών και η επίδραση αυτή αναμένεται να είναι ισχυρότερη όσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό των εισαγωγών ενδιάμεσων εισροών από κλάδους που αντιμετωπίζουν φαινόμενα συμφόρησης.

Οι εκτιμήσεις επιβεβαιώνουν ότι τα φαινόμενα συμφόρησης από την πλευρά της προσφοράς επηρέασαν αρνητικά την αύξηση των εξαγωγών αγαθών και ότι η επίδραση είναι ισχυρότερη για τις χώρες με αυξημένη έκθεση σε κλάδους που αντιμετωπίζουν φαινόμενα συμφόρησης. Η κατάταξη των χωρών αντικατοπτρίζει τόσο τη σοβαρότητα των φαινομένων συμφόρησης (π.χ. επιμήκυνση του χρόνου παράδοσης) όσο και την έκταση της έκθεσης σε κλάδους που αντιμετωπίζουν φαινόμενα συμφόρησης.

Οι περισσότερες χώρες βρίσκονται στην ΕΕ, οι δε δυσμενέστερες εκτιμώμενες επιπτώσεις αφορούν τις μεγάλες χώρες της ζώνης του ευρώ και τις εκτός ευρωζώνης χώρες της ΕΕ, οι οποίες επηρεάζονται πιθανότατα από τις διασυνδέσεις των αλυσίδων προσφοράς σε κλάδους που έχουν πληγεί σοβαρά (π.χ. αυτοκινητοβιομηχανία).

Η εκτιμώμενη σωρευτική υστέρηση του επιπέδου των εξαγωγών αγαθών ανέρχεται σε 6,7% για τη ζώνη του ευρώ και σε 2,3% παγκοσμίως. Θα αναμενόταν κανονικά να εξελιχθούν οι εξαγωγές της ζώνης του ευρώ και οι εξαγωγές της παγκόσμιας οικονομίας (εξαιρουμένης της ζώνης του ευρώ).

Σύμφωνα με την ανάλυση, οι εξαγωγές αγαθών της ζώνης του ευρώ θα ήταν κατά 6,7% υψηλότερες εάν δεν είχαν επηρεαστεί από φαινόμενα συμφόρησης στην αλυσίδα προσφοράς.

Οι παγκόσμιες εξαγωγές αγαθών (εκτός της ζώνης του ευρώ) θα ήταν κατά 2,3% υψηλότερες. Παρόλο που έχει αρχίσει να αυξάνεται το ποσοστό των υπηρεσιών στο σύνολο των αγορών που πραγματοποιούν οι καταναλωτές παράλληλα με τη σταδιακή επανεκκίνηση των οικονομιών, οι διαταράξεις στην αλυσίδα προσφοράς δεν παρουσιάζουν ακόμη ενδείξεις εξομάλυνσης.

Επιπλέον, η επανεμφάνιση κρουσμάτων COVID-19 στην Ασία ασκεί περαιτέρω πιέσεις στις θαλάσσιες μεταφορές και τη διακίνηση εμπορευμάτων, καθώς και στους κλάδους που ήδη αντιμετωπίζουν φαινόμενα συμφόρησης, όπως οι κλάδοι των ημιαγωγών και της αυτοκινητοβιομηχανίας.