Λογική θεωρεί την αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων και των spreads στην Ευρωζώνη η Ιζαμπελ Σνάμπελ, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

«Τα spreads αυξήθηκαν, αλλά από πολύ χαμηλά επίπεδα και παραμένουν αρκετά χαμηλότερα από τα επίπεδα που βλέπαμε τα χρόνια πριν από την πανδημία», δήλωσε η Σνάμπελ σε συνέντευξη που έδωσε στην εφημερίδα Financial Times.

Σημείωσε επίσης ότι οι νέες αποδόσεις στις αγορές ομολόγων δεν προκαλούν έκπληξη, δεδομένης της αλλαγής κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ και της αύξησής τους από πολύ χαμηλά επίπεδα.

Η Σνάμπελ προετοίμασε το έδαφος για τη νέα στροφή της ΕΚΤ σε πιο αυστηρή πολιτική, με την κατάργηση αρχικά του QE και την αύξηση των επιτοκίων στη συνέχεια, τονίζοντας ότι είναι πλέον απίθανο ο πληθωρισμός να μειωθεί κάτω από το 2% στο τέλος του 2022 και ότι το κόστος αντιμετώπισής του θα είναι μεγάλο, αν εμπεδωθούν οι πληθωριστικές προσδοκίες που μπορεί να οδηγήσουν σε ένα σπιράλ αυξήσεων μισθών και τιμών.

H Ιζαμπελ Σνάμπελ, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Προς τερματισμό του QE το τρίτο τρίμηνο

Στην ίδια κατεύθυνση, ο διοικητής της γαλλικής κεντρικής τράπεζας, Βιλερουά ντε Γκαλό, δήλωσε χθες ότι προβλέπει τον τερματισμό των αγορών ομολόγων μέσω του τακτικού προγράμματος (APP) στο τρίτο τρίμηνο του έτους.

Για το θέμα των spreads, η Σνάμπελ είπε ότι αποτελούν πράγματι μία δυσκολία για την Ευρωζώνη καθώς αν αυξηθούν πολύ θα ακυρώσουν τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής της στις χώρες όπου αυτά είναι υψηλότερα. «Γνωρίζουμε καλά ότι, με δεδομένη την ατελή θεσμική αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης, τμήματα της Ευρωζώνης παραμένουν ευάλωτα σε μία ξαφνική μεταβολή του επενδυτικού κλίματος».

Η Σνάμπελ επισήμανε ότι η ΕΚΤ έχει τη δυνατότητα να παρέμβει όταν τα spreads ξεφύγουν. «Παρακολουθούμε προσεκτικά την εξέλιξη των αποδόσεων και των spreads στην Ευρωζώνη και είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε έντονες διαταραχές στην αγορά που οδηγούν σε κατακερματισμό», είπε.

Οι επανεπενδύσεις ομολόγων

Αυτή η επισήμανση αφορά βέβαια κυρίως την Ελλάδα – που τα ομόλογά της έχουν τις υψηλότερες αποδόσεις στην Ευρωζώνη, με αυτές των 10ετών να έχουν φθάσει στο 2,7% – και την Ιταλία, η οποία κάνει και τις περισσότερες εκδόσεις στην Ευρωζώνη.

Ωστόσο, είναι πλέον ξεκάθαρο ότι η ΕΚΤ θα παρέμβει μόνο αν το κόστος δανεισμού της Ελλάδας αυξηθεί πάνω από τα σημερινά επίπεδα, τα οποία φαίνεται να θεωρεί εύλογα. Επιπλέον, η παρέμβαση της ΕΚΤ σε μία τέτοια κατεύθυνση θα είναι δυνατή μόνο όσο συνεχίσει να ισχύει η απόφαση για ευέλικτη επανεπένδυση των ομολόγων που είχαν αγοραστεί στο πλαίσιο του PEPP.

Τον Δεκέμβριο, η ΕΚΤ αποφάσισε η επανεπένδυση να συνεχιστεί έως το τέλος του 2024, αλλά η Σνάμπελ άφησε ανοικτό να αναθεωρηθεί η απόφαση αυτή όταν καταργηθεί το QE.