Η ΕΚΤ είναι ουσιαστικά έτοιμη, από τεχνική άποψη, για την εισαγωγή του ψηφιακού ευρώ, αλλά απαιτείται να εγκριθεί η σχετική νομοθεσία (πρόταση υπάρχει από την Κομισιόν από το 2023) από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ιδιαίτερα στο Κοινοβούλιο υπάρχουν αντιστάσεις, εν μέρει εξαιτίας των πιέσεων που ασκεί το τραπεζικό λόμπι.
Οι εμπορικές τράπεζες δεν αντιμετωπίζουν θετικά τον μηχανισμό του ψηφιακού ευρώ, καθώς για πρώτη φορά θα δοθεί στους καταθέτες η δυνατότητα να τηρούν καταθέσεις όχι μόνο σε εμπορικές τράπεζες, αλλά στην ίδια την ΕΚΤ, όπου βεβαίως θα είναι απολύτως ασφαλείς σε όποιο σενάριο κρίσης στο τραπεζικό σύστημα. Έτσι, οι τράπεζες φοβούνται ότι μπορεί να αντιμετωπίσουν σοβαρές εκροές καταθέσεων από τους δικούς τους λογαριασμούς προς την ΕΚΤ, ιδιαίτερα σε περιόδους αβεβαιότητας ή κρίσης.
Υπενθυμίζεται ότι το ψηφιακό ευρώ, σύμφωνα με το σχέδιο της ΕΚΤ, θα λειτουργήσει ως εξής: κάθε πολίτης της ευρωζώνης θα μπορεί να έχει ένα ξεχωριστό λογαριασμό, ο οποίος θα τηρείται στην ΕΚΤ και μέσω ψηφιακού πορτοφολιού ή κάρτας να κάνει συναλλαγές χωρίς οποιαδήποτε χρέωση, όπως θα γινόταν με τα μετρητά. Ο λογαριασμός του ψηφιακού ευρώ θα τροφοδοτείται με μεταφορές από τραπεζικούς λογαριασμούς καταθέσεων.
Για να αντιπαρέλθει τα επιχειρήματα των τραπεζών περί κινδύνων για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, αν μεταφερθούν μαζικά κεφάλαια από καταθέσεις σε λογαριασμούς ψηφιακού ευρώ, η ΕΚΤ έχει τονίσει ότι θα τεθεί όριο ανά φυσικό πρόσωπο για τα κεφάλαια που θα μεταφέρονται στα «πορτοφόλια» ψηφιακού ευρώ. Το όριο δεν είναι γνωστό ακόμη, αφού θα πρέπει να το καθορίσουν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί (Κοινοβούλιο και Συμβούλιο). Επιπλέον, η ΕΚΤ έχει ξεκαθαρίσει ότι οι λογαριασμοί ψηφιακού ευρώ θα είναι άτοκοι και θα διατηρούνται μόνο για τη διενέργεια συναλλαγών και όχι για να αποταμιεύονται κεφάλαια.
Η απάντηση στις τράπεζες
Απαντώντας εμπεριστατωμένα στις αιτιάσεις των εμπορικών τραπεζών, η ΕΚΤ έστειλε σήμερα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τα συμπεράσματα μελέτης σχετικά με τις καταθέσεις που μπορεί να χάσουν οι εμπορικές τράπεζες, με βάση την υπόθεση ότι θα υπάρχει ένα ανώτατο όριο έως 3.000 ευρώ ανά καταθέτη.
Στο βασικό σενάριο της χρηματοπιστωτικής ομαλότητας (“business as usual”), η ΕΚΤ υπολογίζει ότι δεν θα υπάρξουν καθαρές εκροές καταθέσεων από τράπεζες, αφού τα κεφάλαια που θα καταλήξουν σε πορτοφόλια ψηφιακού ευρώ θα είναι περίπου ίσα με τις εισροές καταθέσεων στις εμπορικές τράπεζες, προκειμένου οι συναλλασσόμενοι να «γεμίσουν» τα πορτοφόλια ψηφιακού ευρώ και να κάνουν τις συναλλαγές τους.
Η ΕΚΤ τονίζει ότι η τάση της συνεχούς ψηφιοποίησης των πληρωμών αναμένεται να οδηγήσει σε σημαντική εισροή καταθέσεων στον τραπεζικό τομέα. Η μελέτη προβλέπει μια μέση εισροή 127 δισ. ευρώ λόγω της ψηφιοποίησης μέχρι το 2034. Για όρια κατοχής έως και 3.000 ευρώ, η εκτιμώμενη εισροή καταθέσεων λόγω της ψηφιοποίησης υπερβαίνει τις εκτιμώμενες εκροές καταθέσεων λόγω του ψηφιακού ευρώ.
Στο κακό σενάριο μιας σοβαρής χρηματοπιστωτικής κρίσης, θα υπάρξει «φυγή προς την ασφάλεια» (“Flight-to-safety”), δηλαδή καταθέτες θα σπεύσουν να μεταφέρουν ποσά από τραπεζικούς λογαριασμούς στα ασφαλή πορτοφόλια του ψηφιακού ευρώ. Αυτό το σενάριο αντιπροσωπεύει ένα υποθετικό και εξαιρετικά απίθανο σενάριο κρίσης, τονίζει η ΕΚΤ, στο οποίο κάθε άτομο στη ζώνη του ευρώ θα κατείχε το μέγιστο δυνατό ποσό ψηφιακού ευρώ (μέγιστη δυνατή εκροή).
Αν το όριο τεθεί στα 3.000 ευρώ, η εκτιμώμενη συνολική εκροή καταθέσεων θα είναι 699 δισ. ευρώ. Το ποσό αυτό ακούγεται μεγάλο, όμως, όπως τονίζει η ΕΚΤ, αντιστοιχεί μόλις σε 2,2% του συνολικού ενεργητικού του τραπεζικού τομέα. Ακόμη και σε αυτήν την ακραία περίπτωση, η ΕΚΤ υποστηρίζει ότι:
- Η επίπτωση είναι διαχειρίσιμη: Το ποσοστό εκροής καταθέσεων των 699 δισ. ευρώ παραμένει χαμηλότερο από τα ποσοστά εκροής που υποτίθενται στις επίσημες εποπτικές ασκήσεις αντοχής (stress tests) της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Εποπτείας.
- Οι δείκτες ρευστότητας διατηρούνται εντός ορίων: Οι ρυθμιστικοί δείκτες ρευστότητας (όπως το LCR και το NSFR) παραμένουν συνολικά πολύ πάνω από το 100%, αποδεικνύοντας ότι οι τράπεζες μπορούν να αντεπεξέλθουν στην απώπεια ρευστότητας.
Η ανάλυση επιβεβαιώνει ότι τα όρια κατοχής είναι αποτελεσματικά στον περιορισμό των εκροών καταθέσεων σε επίπεδα που διασφαλίζουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Η ΕΚΤ υποστηρίζει ότι στην πραγματικότητα πολύ μεγαλύτεροι είναι οι κίνδυνοι από άλλα ψηφιακά περιουσιακά στοιχεία (όπως τα stablecoins), όπου δεν υπάρχουν όρια τοποθετήσεων και θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μη διαχειρίσιμες διαταραχές.